Μπορούμε να κατανοήσουμε το Σύμπαν;
Γράφει ο Γιώργος Εχέδωρος
Από την πολύ μακρινή αρχαιότητα ο άνθρωπος, όταν έλυσε, κατά κάποιο τρόπο, την καθημερινή επιβίωσή του, άρχισε να αντιλαμβάνεται το περιβάλλον του και να διερωτάται για το κάθε τι που έβλεπε ή αισθανόταν. Πολλά πράγματα του ήταν ακατανόητα. Έτσι στη φυσική αδυναμία του για την νόηση πήρε θέση η έννοια του θεϊκού όντος που τα δημιούργησε. Αυτή τουλάχιστον είναι η γενικότερη τοποθέτηση του Αριστοτέλη.
Ο θεός είναι το αντίθετο του θνητού. Είναι ο ‘εσαεί’ δημιουργός. Ο αρχαίος άνθρωπος συνειδητοποιώντας τη θνητότητά του δεν θεοποίησε μόνο το γήινο περιβάλλον του με όλες της εκφάνσεις της ζωής αλλά και το μακρινό γι΄ αυτόν ουράνιο κόσμο. Σε αυτόν κατοικούσαν οι μη θνητοί, οι θεοί...
Αυτός ο ουράνιος κόσμος ονομάστηκε προσφυέστατα Σύν-παν, γιατί περιείχε τα πάντα.
Το αρχαιοελληνικό ‘Σύμπαν’ είναι μια λέξη που δεν της ...‘πρέπει’ η αρχαιότητα.
Έτσι, τουλάχιστον, όπως μας έχουν παρουσιάσει την αρχαιότητα, φιλόσοφοι του 19ου και του 20ου αιώνα, σαν μια πρωτόγονη, νηπιακή, κατάσταση του ανθρώπου.
Από εννοιολογική υπόσταση, πρόκειται για ‘προωθημένη’ λέξη για την εποχή της, αν βέβαια, δεν προέρχεται από παλαιότερες προκατακλυσμιαίες εποχές.
Η λέξη, μας λέει πως ο ουράνιος θόλος, ο οποίος καλύπτει τη γη, περιέχει τα πάντα που υπάρχουν σε αυτόν τον κόσμο.
Σήμερα λέμε πως το σύμπαν είναι αυτό που εμπεριέχει τον χώρο, τον χρόνο, την ύλη και την ενέργεια. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για μια ποιητική εικόνα του έναστρου ουρανού, αλλά για αυτό το ακατανόητο και αχανές που περιβάλλει και εμπεριέχει τη γη και τους πλανήτες και έδωσε, πρόσφερε, δημιούργησε τον υπαρκτό, κοντινό μας γήινο κόσμο. Αυτό αυτομάτως υποδηλώνει πως από την αρχαιότητα οι άνθρωποι πιστεύανε ότι ο κόσμος μας είναι μέρος του σύμπαντος και αποτελείται από ίδια στοιχεία με αυτό.
Σύμφωνα με τη φιλοσοφική αντίληψη του αγνωστικισμού ο άνθρωπος αδυνατεί να κατακτήσει την αντικειμενική γνώση του κόσμου και ειδικότερα της γνώσης των μεταφυσικών φαινόμενων.
Οι αποδεχόμενοι του φιλοσοφικού αυτού ρεύματος διατείνονται πως αφού υπάρχουν διάφορες μορφές του Είναι, υπάρχουν και διάφοροι τρόποι γνώσεις, οι οποίες πρέπει να βασίζονται στην εμπειρία.
Σημειώνουμε τα παραπάνω, γιατί και η ίδια η επιστήμη αν δεν αποδείξει κάτι δεν μπορεί να το θέσει ως παραδεκτό. Σήμερα γίνονται τεράστιες προσπάθειες από πολλά έθνη για να γίνει κατανοητό το σύμπαν. Διαβάζουμε σε σχετικό επιστημονικό σχετικά με το πείραμα του ‘Μεγάλου Επιταχυντή Αδρονίων’ (Large Hadron Collider - LHC) του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Έρευνας Στοιχειωδών Σωματιδίων (CERN) που γίνεται (άρχισε στις 10 Σεπτεμβρίου 2008 και θα διαρκέσει δέκα χρόνια) κοντά στη Γενεύη:
«Ας ληφθεί υπόψη ότι η ορατή ύλη (που βλέπουμε με τα διάφορα τηλεσκόπια) υπολογίζεται ότι είναι μόλις το 4% του σύμπαντος και ότι το 22% αποτελείται από "σκοτεινή ύλη" (που ανιχνεύεται λόγω των βαρυτικών επιδράσεών της, αλλά είναι αόρατη) και το υπόλοιπο 74% (δηλαδή τα τρία τέταρτα!) από την ακόμα πιο μυστηριώδη και επίσης αόρατη "σκοτεινή ενέργεια" .»
Το αναγραφόμενο 4% που μπορούμε να δούμε δεν είναι τίποτε άλλο από τα φωτεινή ύλη που μπορούμε να εντοπίσουμε. Τα αστέρια, αστεροειδή, γαλαξίες. Στην ουσία είμαστε τυφλοί. Αδυνατούμε να παρακολουθήσουμε το σύμπαν. Αδυνατούμε να αντιληφθούμε την ‘κίνησή’ του, τη διαδικασία, τον τρόπο των άγνωστων δυνάμεων του. Εικάζουμε, αγωνιούμε, πειραματιζόμαστε, προσπαθούμε. Και το ερώτημα είναι παλιό, πολύ παλιό: Μπορεί ο άνθρωπος να κατανοήσει το Σύμπαν; Ας το θέσουμε πιο γήινα: μπορεί κανείς από ένα ακρογιάλι να δει όλη τη θάλασσα; Ή έχει τη δυνατότητα κάποιος να κατανοήσει έναν τόπο αν δεν ‘περιπλανηθεί ’ σε αυτόν;
--