ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑΤΑ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΜΑΓΝΗΤΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΟΥΝ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ, ΠΟΥ ΑΠΟΦΕΡΟΥΝ ΕΣΟΔΑ ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΩΝ ΕΚΑΤ. ΕΥΡΩ
Του Π. Δ. ΥΦΑΝΤΗ
ΤΑ ΤΕΡΑΣΤΙΑ οικονομικά συμφέροντα που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τα δημοφιλέστερα μουσεία του κόσμου, όπως το Λούβρο (Louvre) στο Παρίσι ή το Βρετανικό Μουσείο (British Museum) του Λονδίνου, αποτελούν την κύρια αιτία για την άρνηση να επιστραφούν οι κλεμμένοι ελληνικοί θησαυροί.
Τα μουσεία έχουν εξελιχθεί σε θεμελιώδεις πυλώνες της οικονομίας χωρών όπως η Γαλλία, η Βρετανία, οι ΗΠΑ ή η Ιταλία. Αποτελούν βασικό εργαλείο για την προσέλκυση πελατείας στις τουριστικές βιομηχανίες τους και αναντικατάστατες γεννήτριες εσόδων για το σύνολο των εθνικών οικονομιών τους.
Στο Λούβρο και το Βρετανικό Μουσείο, οι ελληνικές αρχαιότητες συγκαταλέγονται ανάμεσα στα πολυτιμότερα εκθέματά τους και αποτελούν βασικούς «μαγνήτες» για να προσελκύουν επισκέπτες, που αποφέρουν έσοδα εκατοντάδων εκατ. ευρώ. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Λούβρο -μετά τη Μόνα Λίζα- τα γλυπτά της Νίκης της Σαμοθράκης και της Αφροδίτης της Μήλου είναι τα πιο δημοφιλή εκθέματα του μουσείου (στη δεύτερη και τέταρτη θέση αντίστοιχα). Στο Βρετανικό Μουσείο, αντίστοιχα, η αίθουσα 16, που φιλοξενεί τη συλλογή των γλυπτών του Παρθενώνα, αποτελεί μαζί με την αιγυπτιακή συλλογή από τις πασίγνωστες πυραμίδες τις δύο δημοφιλέστερες μόνιμες συλλογές του μουσείου.
Το Λούβρο και το Βρετανικό Μουσείο αναδείχθηκαν το 2008 ως τα δύο δημοφιλέστερα μουσεία του κόσμου με 8,2 και 5,93 εκατ. επισκέπτες αντίστοιχα. Εύκολα, λοιπόν, αντιλαμβάνεται κανείς πόσο δύσκολο είναι να δεχθούν να χάσουν μερικά από τα καλύτερα «κομμάτια» από τις «βιτρίνες» τους.
Οι αρχαιολογικοί χώροι, τα μουσεία κάθε είδους και οι αίθουσες τέχνης έχουν εξελιχθεί στη βάση εκείνη, πάνω στην οποία στηρίζουν την ανάπτυξή τους οι θεωρούμενες ως ισχυρότερες οικονομίες του πλανήτη: παραδοσιακές και ανερχόμενες.
Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη μελέτη του London School of Economics, τα μουσεία βοήθησαν να αναζωογονηθεί η «κουρασμένη» οικονομία των βιομηχανικών πόλεων της Γηραιάς Αλβιώνος. Σύμφωνα με τη μελέτη, στα μεγαλύτερα μουσεία της Βρετανίας καταγράφονται κάθε χρόνο 32 εκατ. επισκέψεις και οι κάθε είδους εισπράξεις ξεπερνούν τα 900 εκατ. στερλίνες (1,05 δισ. ευρώ). Επιπλέον, υπολογίστηκε ότι για κάθε 1.000 στερλίνες εσόδων, που εισρέουν στη Βρετανία, η μία συνδέεται με τη λειτουργία των μουσείων.
Αν τα βρετανικά μουσεία περίμεναν να ζήσουν μόνο από τις πωλήσεις εισιτηρίων (όπως συμβαίνει με τα ελληνικά), θα είχαν βάλει λουκέτο προ πολλού. Τα έσοδά τους από την πώληση εισιτηρίων φθάνουν τα 20 εκατ. στερλίνες (23,5 εκατ. ευρώ).
Τα μουσεία, όμως, αξιοποιούν τους «κράχτες» πολιτιστικούς θησαυρούς που διαθέτουν στις συλλογές τους για να εξασφαλίζουν μεγάλα ποσά από χορηγίες και πωλήσεις ειδικών εκδόσεων και ειδών κάθε είδους. Ετσι, το 2006 τα μεγαλύτερα βρετανικά μουσεία κατάφεραν να μαζέψουν από χορηγίες περισσότερα από 200 εκατ. στερλίνες (223 εκατ. ευρώ) κι άλλα 100 εκατ. στερλίνες (115 εκατ. ευρώ) από πωλήσεις διαφόρων ειδών.
Enet.gr