Θεματολόγιο

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

14.8.09

Φως στα «θαμμένα» μυστικά της Κύπρου


Τα νέα στοιχεία για τις εκτελέσεις, η αποκάλυψη του ρόλου των ΗΠΑ και μια λογοτεχνική μαρτυρία για τον Αττίλα


ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΑ ΠΕΛΩΝΗ



ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Παρασκευή 14 Αυγούστου 2009




Φέτος συμπληρώνονται 35 χρόνια από τα γεγονότα στην Κύπρο, το καλοκαίρι του 1974. Σήμερα, ακριβώς 35 χρόνια από τον «Αττίλα ΙΙ», πολλές πτυχές της τραγωδίας παραμένουν αδιευκρίνιστες. Η κυρίαρχη άποψη περί συνωμοσίας με βασική ευθύνη της Ουάσιγκτον εξακολουθεί να είναι η βασική αντίληψη για τα γεγονότα. Τα αμερικανικά αρχεία και οι μαρτυρίες επιβεβαιώνουν τις ευθύνες των ΗΠΑ για το γεγονός ότι δεν απέτρεψαν το πραξικόπημα του Ιωαννίδη εναντίον του Μακαρίου, ενώ δεν έκαναν ό,τι μπορούσαν για να σταματήσουν τη δεύτερη προέλαση των τουρκικών στρατευμάτων στις 14 και 15 Αυγούστου 1974. Οι θεωρίες συνωμοσίας όμως δεν τεκμηριώνονται, παρά μόνο στη σφαίρα των μύθων. Πολλές όψεις του 1974 παραμένουν μέχρι σήμερα ταμπού ή αποσιωπημένες, όπως οι αγνοούμενοι, αλλά κυρίως οι Ελλαδίτεςστιγματισμένοι ως «χουντικοί»- που πολέμησαν στην Κύπρο. «Κάθε Ελλαδίτης στρατιώτης είναι ένας εμφύλιος» Ο Βασίλης Γκουρογιάννης στο μυθιστόρημά του «Κόκκινο στην Πράσινη Γραμμή» (Εκδ. Μεταίχμιο) σκιαγραφεί το προφίλ και τις μαρτυρίες των ανδρών της ΕΛΔΥΚ, που πολέμησαν στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1974, χωρίς να καταλαβαίνουν αν βρίσκονται σε πόλεμο με τους Τούρκους ή σε εμφύλιο. Σημειώνεται ότι περισσότεροι από 4.000 Έλληνες στρατιώτες σκοτώθηκαν το 1974, ενώ όσοι επέζησαν, στιγματίστηκαν στην Ελλάδα και την Κύπρο ως «χουντικοί» και «προδότες». Ακολουθούν αποσπάσματα. «Ήμασταν ανεπιθύμητοι» «Εμείς ήμασταν η ντροπή της Ελλάδας, κι ας σήκωσε αυτή τα πόδια στους συνταγματάρχες. Ήμασταν οι χουντικοί, ήμασταν οι ανεπιθύμητοι, ήμασταν αυτοί που πήγαμε να πολεμήσουμε τον Μακάριο και βρεθήκαμε αντιμέτωποι με Τούρκους χωρίς να το περιμένουμε και να το πολυκαταλάβουμε. Πολεμήσαμε ακαθοδήγητοι. Χιλιάδες στρατιώτες από τη μια μεριά, αεροπλάνα ανενόχλητα πάνω από τα κεφάλια μας, άρματα ανενόχλητα, κι εμείς απέναντί τους σχεδόν με ατομικό οπλισμό». «Φεύγαμε κακήν κακώς...» «Η τελευταία μου εντύπωση από τον πόλεμο ήταν όταν δόθηκε διαταγή ατάκτου οπισθοχωρήσεως. Πολλοί δεν πήραν χαμπάρι τη διαταγή... Οι Τούρκοι ήταν πλήθος αμέτρητο και έρχονταν καταπάνω μας όρθιοι και ακάλυπτοι. Μερικοί είχαν τα όπλα κρεμασμένα στον ώμο και άλλοι τα είχαν με την κάννη κάτω. Πού τους είπαν, άραγε, οι αξιωματικοί τους ότι πήγαιναν; Αυτοί έρχονταν σαν σε εκδρομή. Τους αφήναμε να πλησιάσουν πολύ κοντά, γιατί είχαμε κυρίως ατομικό οπλισμό και περιορισμένα πυρομαχικά. Όταν πλησίαζαν πολύ, τους ρίχναμε ανάμεσα από τα άρματα και πέφταν. Έρχονταν οι παραπίσω, τους πατούσαν, τους

γκρεμίζαμε κι αυτούς, έρχονταν οι επόμενοι. Δεν είχαν τελειωμό. Εμείς τελικά σαστίσαμε. Λέγαμε με το μυαλό μας: ΄΄Ή αθάνατοι είναι οι Τούρκοι ή μαστουρωμένοι ή εμείς στραβωθήκαμε και δεν τους πετυχαίνουμε΄΄... Θέλω να σημειώσει ο ιστορικός τον τρόπο που πολεμούσαν οι Τούρκοι: μπουλούκια οι φαντάροι, αλλά οι αξιωματικοί τους μπροστά. Είχαν μια σφυρίχτρα. Σφύριζαν, ξεκινούσε το μπουλούκι, ξανασφύριζαν, σταματούσε. Τέλος πάντων, όταν άρχισαν τα άρματα να περνάνε πάνω από τα ορύγματα, φεύγαμε κακήν κακώς.

Ο σώζων εαυτόν σωθήτω...». Δεν ήταν καθαρός πόλεμος «Άλλο, ρε παιδιά, να πατάς χώμα, να ρίχνεις, να σου ρίχνουν, κι άλλο να σε χτυπάνε σαν την μπεκάτσα στο σκοτάδι. Εγώ αυτό τον πόλεμο δεν τον παραδέχομαι. Δεν ήταν καθαρός πόλεμος, είχε πολλές τρικλοποδιές. Ντρέπομαι να λέω ότι πολέμησα στην Κύπρο... Και πώς να το καταλάβουν; Αν ήταν ποδόσφαιρο, θα τους έλεγα: ΄΄Να τι έγινε εκεί, στην Κύπρο: ήταν να παίξουν μπάλα Ελλάδα- Τουρκία και προτού η ελληνική ομάδα μπει στο γήπεδο, οι Τούρκοι είχαν βάλει όλα τα γκολ"». «Είχαν κι οι Τούρκοι ρεζιλίκια»
«Ευτυχώς, ήμασταν εμείς, η 105 σειρά, που κρατήσαμε ισορροπίες. Τα παιδιά τρελάθηκαν και δικαιολογημένα. Δεν μπορούν ακόμα να το χωνέψουν. Έπεφταν από πάνω μας βόμβες των πεντακοσίων λιμπρών και αυτοί δεν είχαν ούτε όπλο. Οι δυο πρώτες βόμβες των αεροπλάνων ήταν τόσο μεγάλες, ικανές να ξεθεμελιώσουν κάστρα, και τις έριξαν οι Τουρκαλάδες αεροπόροι κατευθείαν στον στόχο. Γκρεμίστηκε όλο το διοικητήριο... Η δεύτερη έπεσε στους χώρους των εστιατορίων. Τίποτα δεν έμεινε όρθιο. Ευτυχώς, η τρίτη μεγάλη έπεσε έξω από το στρατόπεδο. Από τότε οι Τούρκοι δεν είχαν καλό στόχο. Οι βόμβες τους έπεφταν σαν στο γάμο του Καραγκιόζη. Άλλη φορά που βρήκαν στόχο ήταν όταν σαν λυσσασμένοι κυνηγούσαν το “Λέσβος”, που βομβάρδισε τους Τουρκοκύπριους στην Πάφο και βύθισαν κατά λάθος το δικό τους αντιτορπιλικό, το “Κοτζάτεπε”, σκοτώνοντας καμιά διακοσαριά δικούς τους. Θεώρησαν ότι το “Κοτζάτεπε” είναι το “Λέσβος”, που ύψωσε παραπλανητικά τουρκική σημαία και τα αντιαεροπορικά του “Κοτζάτεπε” χτύπησαν τα τουρκικά αεροπλάνα γιατί τα θεωρούσαν ελληνικά... Είχαν και οι Τούρκοι τα ρεζιλίκια τους. Πάμε πάτσι. Στα λάθη του πολέμου ο Διάβολος κάνει καλά τη δουλειά του, όπως οι Κύπριοι που φρουρούσαν το αεροδρόμιο της Λευκωσίας πετύχαιναν διάνα στο σκοτάδι τα ελληνικά αεροπλάνα. Δυο- τρία Νοράτλας σακάτεψαν και το ένα που έπεσε στη Μακεδονίτισσα, μαζί με τα παιδιά της Α΄ Μοίρας, αντί να πετυχαίνουν τα τουρκικά που γυρόφερναν ανενόχλητα στην Αγύρτα και στη Μια Μηλιά και έριχναν αλεξιπτωτιστές μέρα μεσημέρι». Τα αμερικανικά αρχεία δείχνουν τις ευθύνες του Κίσινγκερ «Αν γνώριζα την έκθεση πληροφοριών, θα είχα σταματήσει το πραξικόπημα στην Κύπρο. Από τη στιγμή που έγινε το πραξικόπημα, υπέθεσα ότι η Τουρκία θα παρενέβαινε, αφού δεν υπήρχε κυβέρνηση στην Κύπρο και η Ελλάδα ήταν ασταθής». Με τη φράση αυτή, βγαλμένη από τα πρακτικά της συζήτησής του με τον υφυπουργό Εξωτερικών της Κίνας τον Οκτώβριο του 1974, ο Χένρι Κίσινγκερ, ο ενσαρκωτής της Realpolitik, επιχειρεί αφενός μεν να νίψει τας χείρας του για το πραξικόπημα Ιωαννίδη στην Κύπρο, αφετέρου δε να υποστηρίξει ότι η αμερικανική πλευρά δεν μπορούσε να επέμβει για να σταματήσει την τραγωδία. Επί τρεις δεκαετίες ο ισχυρός άνδρας της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής επί της προεδρίας Νίξον και Φορντ, επαναλαμβάνει αυτούς τους ισχυρισμούς, ενώ στα απομνημονεύματά του έχει υποστηρίξει ακόμη ότι «η έκρηξη στο νησί έγινε σε μια στιγμή που κανείς δεν την περίμενε, ούτε ο ίδιος ο Μακάριος, στις 15 Ιουλίου 1974». Ωστόσο, τα μέχρι σήμερα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα που έχει δώσει στη δημοσιότητα το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, καθώς και πληθώρα μαρτυριών και άλλων εγγράφων, καταρρίπτουν τους ισχυρισμούς Κίσινγκερ. Η Ουάσιγκτον γνώριζε από πολύ νωρίς τις κινήσεις του Γρίβα, ηγέτη της ΕΟΚΑ Β΄, ο οποίος σε συνεργασία με τη χούντα της Αθήνας σχεδίασε το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου εναντίον του Μακαρίου, ανοίγοντας τον δρόμο για την τουρκική εισβολή. Μάλιστα, ο Αμερικανός ιστορικός Τζέιμς Μίλερ στο πρόσφατο βιβλίο του «Τhe United States and the Μaking of Μodern Greece. Ηistory and power, 1950-1974», υποστηρίζει ότι το Κυπριακό δεν αποτελούσε προτεραιότητα του Κίσινγκερ επειδή ήταν απασχολημένος με τα πολιτικά του προβλήματα στο εσωτερικό και με τους κραδασμούς του Ουότεργκεϊτ. Πληθώρα αμερικανικών εγγράφων επιβεβαιώνει, ωστόσο, ότι ο Κίσινγκερ και γνώριζε ότι επέκειτο η τουρκική εισβολή και προειδοποιήθηκε για τις κινήσεις των Τούρκων από εκθέσεις της CΙΑ. Ο Μίλερ κατηγορεί τον Κίσινγκερ ότι αποδέχθηκε την τουρκική εισβολή ως την επιλογή με το λιγότερο κόστος για την έξοδο από την κρίση που προκάλεσε το πραξικόπημα Ιωαννίδη. Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία Τούρκου διπλωμάτη (Ιούλιος 1974), η οποία παρατίθεται στο βιβλίο του: «Οι Έλληνες έκαναν μια απίστευτα ηλίθια κίνηση, δίνοντάς μας την ευκαιρία να λύσουμε τα προβλήματά μας μια και καλή. Σε αντίθεση με το 1964 και το 1967, η επιρροή των ΗΠΑ πάνω μας ήταν ελάχιστη. Δεν μπορούσαν να μας τρομάξουν με απειλές για τον σοβιετικό μπαμπούλα».... Μάλιστα, εκτός από τις σχετικές εκθέσεις, ο Χένρι Κίσινγκερ είχε στη διάθεσή του και τις εισηγήσεις του επικεφαλής του Γραφείου Κύπρου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Τόμας Μπόγιατ, ο οποίος μετά το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου εισηγήθηκε την άμεση αποκατάσταση του Αρχιεπισκόπου και την εκδίωξη των Ελλήνων αξιωματικών που συμμετείχαν σε αυτό ως τον μόνο τρόπο αποτροπής της τουρκικής εισβολής. Ο Κίσινγκερ αρνήθηκε να υιοθετήσει οποιαδήποτε εισήγηση του Μπόγιατ. Μετά τον πρώτο Αττίλα, στις 9 Αυγούστου 1974, ο Μπόγιατ υπέβαλε έκθεση με τον τίτλο «Υπόμνημα διαμαρτυρίας», στην οποία προέβλεπε την κατάρρευση της δεύτερης φάσης των συνομιλιών της Γενεύης, τον δεύτερο Αττίλα και την εθνική εκκαθάριση που ακολούθησε. Ο Κίσινγκερ θεωρούσε ότι οι Τούρκοι θα επενέβαιναν όση διπλωματική πίεση και να ασκούσε η Ουάσιγκτον. ΗΠΑ και Βρετανία δραστηριοποιήθηκαν για την επίτευξη της εκεχειρίας (1η Διάσκεψη της Γενεύης) και την προσπάθεια αποσόβησης της δεύτερης εισβολής, με τη δραστηριοποίηση του Βρετανού ΥΠΕΞ Τζέιμς Κάλαχαν στη 2η Διάσκεψη της Γενεύης, καθώς και με τηλεφωνήματα του Κίσινγκερ προς τον Μπουλέντ Ετζεβίτ. Ωστόσο, ο Κίσινγκερ δεν δεχόταν την εισήγηση Κάλαχαν, να υπάρξει απειλή για χρήση ένοπλης βίας από Βρετανία- ΗΠΑ αν οι Τούρκοι επιχειρούσαν νέα επίθεση. Η εισήγηση θα απέτρεπε τον «Αττίλα ΙΙ». «Για να επιτύχει τη διχοτόμηση, η Τουρκία χρειάζεται να καταλάβει μια πολύ μεγαλύτερη έκταση εδαφών και επίσης να υπάρξει ευρείας έκτασης ανταλλαγή πληθυσμών... Θα υπάρχει ένα νέο ακαθόριστο σύνορο μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας που θα αποτελεί σημείο τριβής μεταξύ των δύο χωρών, με την Ελλάδα να θεωρεί την Κυρήνεια ως ένα είδος Αλσατίας της Μεσογείου. Η διχοτόμηση δεν θα είχε καλύτερα αποτελέσματα για τη Κύπρο από ό,τι είχε για την Ιρλανδία ή την Παλαιστίνη. Η διχοτόμηση εγγυάται ότι η Κύπρος θα παραμείνει αντικείμενο διαπληκτισμού μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας με αποτέλεσμα τη μόνιμη αποσταθεροποίηση της Νοτιοανατολικής Πτέρυγας του ΝΑΤΟ», έγραφε ο Τόμας Μπόγιατ τον Ιούλιο του 1974, περιγράφοντας το χρονικό μιας προαναγγελθείσας διχοτόμησης... Το διπλωματικό παρασκήνιο για τους ομαδικούς τάφους Χαμηλά κράτησαν τους τόνους Λευκωσία και Αθήνα για την αποκάλυψη πριν από λίγες ημέρες ομαδικού τάφου Ελληνοκυπρίων που αιχμαλωτίστηκαν κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο - επιλογή «συνειδητή», όπως λένε διπλωματικές πηγές. Αθήνα και Λευκωσία επαναλαμβάνουν σε κάθε ευκαιρία πως πρόκειται για «καθαρά ανθρωπιστικό θέμα», για το οποίο «δεν πρέπει να γίνεται πολιτική εκμετάλλευση από καμία πλευρά» και για να μην οξυνθούν οι τόνοι με την Άγκυρα, αλλά κυρίως επειδή μέχρι πολύ πρόσφατα η Τουρκία δεν συνεργαζόταν στο θέμα των αγνοουμένων. Ο συνολικός αριθμός των εξαφανισθέντων κατά την τουρκική εισβολή εκτιμάται σε 1.619, ανάμεσα στους οποίους οι 83 είναι Ελλαδίτες. Αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) και εκθέσεις της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης επέρριπταν ευθύνες στην Τουρκία για την τύχη των αγνοουμένων, ενώ τεκμηρίωναν περιπτώσεις κρατουμένων για τους οποίους η Τουρκία δεν είχε δώσει εξηγήσεις. Η επίσημη τουρκική θέση ωστόσο ήταν και παραμένει έως σήμερα ότι δεν κρατά αιχμαλώτους και ότι δεν γνωρίζει τι απέγιναν αυτά τα πρόσωπα. Το 1981 συνεστήθη με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών η Διερευνητική Επιτροπή για τους Αγνοουμένους, η οποία ουσιαστικά δραστηριοποιήθηκε το 2004 όταν η Τουρκία, στο πνεύμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε., αναγκάζεται να συμμορφωθεί με την απόφαση του ΕΔΑΔ που την υποχρεώνει να διενεργήσει εκταφές για αναγνώριση και επιστροφή των λειψάνων στις οικογένειες πεσόντων και αγνοουμένων. Το έργο της ΔΕΑ άρχισε το 2006, αλλά η Τουρκία, εκτός από την παράδοση των λειψάνων, δεν συνεργάζεται προς την κατεύθυνση της ουσιαστικής διερεύνησης της τύχης των θυμάτων, όπως ορίζουν αποφάσεις του ΕΔΑΔ.

Πηγή