Τα δημοφιλή παραμύθια και οι λαϊκοί μύθοι είναι πολύ πιο παλιοί από ό,τι πίστευαν μέχρι τώρα οι επιστήμονες.
Αυτό διαπίστωσε μια νέα βρετανική έρευνα, η οποία εστιάστηκε στη διάσημη «Κοκκινοσκουφίτσα» και ανακάλυψε ότι όχι μόνο υπάρχουν τουλάχιστον 70 παραλλαγές της σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης, αλλά ότι η προέλευσή της ιστορίας, που κάθε παιδάκι έχει ακούσει με δέος το βράδυ στο κρεβάτι του, χάνεται στο βάθος του χρόνου.
Μια νέα μελέτη από ανθρωπολόγους, υπό τον ιρανικής καταγωγής δρα Τζέιμι Τεχράνι του βρετανικού πανεπιστημίου του Ντέραμ, σύμφωνα με τη βρετανική «Τέλεγκραφ», αναζήτησε την καταγωγή των πιο διάσημων παιδικών και λαϊκών ιστοριών, υιοθετώντας νέες τεχνικές που συνήθως χρησιμοποιούν οι βιολόγοι για να κατατάξουν τα διάφορα είδη στο «δέντρο της ζωής» και έτσι να εντοπίσουν τις διαδοχικές φάσεις της εξέλιξης μέχρι έναν κοινό πρόγονο στο απώτατο παρελθόν.
Όπως διαπιστώθηκε, για παράδειγμα, η ευρωπαϊκή εκδοχή της «Κοκκινοσκουφίτσας» μιλά για ένα λύκο που έχει μασκαρευτεί σαν γιαγιά, στην κινεζική μια τίγρη αντικαθιστά το λύκο, ενώ στην ιρανική, όπου δεν είναι νοητό ένα κοριτσάκι να περπατά μόνο του στο δάσος, ο πρωταγωνιστής είναι αγοράκι.
Αντίθετα με την κυρίαρχη άποψη ότι η «Κοκκινοσκουφίτσα» κατάγεται από τη Γαλλία, λίγο πριν ο Τσαρλς Περό παρουσιάσει την πρώτη γραπτή εκδοχή της ιστορίας κατά τον 17 αιώνα, την οποία στον 190 αιώνα ξαναέγραψαν οι αδελφοί Γκριμ, η έρευνα του δρα Τεχράνι κατέληξε ότι στην πραγματικότητα διάφορες παραλλαγές της ίδιας ιστορίας μοιράζονται κάποιον κοινό «πρόγονο», που υπήρξε τουλάχιστον πριν 2.600 χρόνια. Συνολικά σε όλο τον κόσμο εντοπίστηκαν 70 παραλλαγές στους πρωταγωνιστές και στο «σενάριο» της «Κοκκινοσκουφίτσας».
Ο άγνωστος κοινός «πρόγονος» εκτιμάται ότι πρέπει να έμοιαζε με μια άλλη ιστορία, το «Λύκο και τα Παιδιά», όπου ο λύκος προσποιείται ότι είναι μια κατσικούλα για να μπορέσει να τρυπώσει σε ένα σπίτι γεμάτο κατσίκες. Οι διάφορες αφρικανικές παραλλαγές της «Κοκκινοσκουφίτσας» θεωρείται ότι προέρχονται από αυτή την συγγενική ιστορία, οι παραλλαγές του Ιράν αποτελούν στενό «συγγενή» της ευρωπαϊκής «Κοκκινοσκουφίτσας», ενώ οι παραλλαγές που συναντώνται στην Ιαπωνία, την Κορέα, την Κίνα και τη Βιρμανία, αποτελούν μια ξεχωριστή ασιατική οικογένεια.
Όπως δήλωσε ο Τεχράνι, «διαχρονικά αυτές οι λαϊκές ιστορίες έχουν αδιόρατα αλλάξει και έχουν εξελιχτεί, προσαρμοζόμενες όπως ένας βιολογικός οργανισμός. Επειδή πολλές καταγράφηκαν πολύ μετά την αρχική δημιουργία τους, έχουν επανεφευρεθεί από εκατοντάδες γενιές. Η μελέτη της εξάπλωσης και των μεταβολών αυτών των ιστοριών μάς μαθαίνει διάφορα πράγματα για την ανθρώπινη ψυχολογία και για το είδος των πραγμάτων που θεωρούμε αξιομνημόνευτα».
Άγνωστο παραμένει με ποιο τρόπο η ιστορία της «Κοκκινοσκουφίτσας» πέρασε από τη μια χώρα στην άλλη, αλλά είναι πιθανό αυτό να συνέβη κατά μήκος των διακρατικών εμπορικών οδών της αρχαιότητας και μέσω της συνεχούς μετακίνησης ανθρώπων από τόπο σε τόπο. Σύμφωνα με μια θεωρία, η εξάπλωση αυτών των ιστοριών είχε και μια άλλη μισο-συνειδητή αιτία: την επιθυμία να περάσουν στις νεότερες γενιές μια σειρά από ιδέες και συμβουλές για καλύτερη επιβίωση, π.χ. για την αντιμετώπιση της βίας και της απάτης.
Η αρχαιότερη ιστορία που βρέθηκε μέχρι σήμερα, σύμφωνα με τους βρετανούς μελετητές, είναι ένας μύθος του Αισώπου, που χρονολογείται από τον 6ο αι. π.Χ περίπου. Συνεπώς, όπως ανέφεραν, ο κοινός πρόγονος όλων αυτών των παιδικών ιστοριών πρέπει να αναζητηθεί ακόμα πιο πίσω στον χρόνο. «Ψάχνουμε μια πολύ αρχαία ιστορία που εξελίχτηκε με το πέρασμα του χρόνου», ανέφερε ο Τεχράνι, ο οποίος θα παρουσιάσει την έρευνά του στο Βρετανικό Φεστιβάλ Επιστήμης αυτή την εβδομάδα.
ANA-MPA
Μια νέα μελέτη από ανθρωπολόγους, υπό τον ιρανικής καταγωγής δρα Τζέιμι Τεχράνι του βρετανικού πανεπιστημίου του Ντέραμ, σύμφωνα με τη βρετανική «Τέλεγκραφ», αναζήτησε την καταγωγή των πιο διάσημων παιδικών και λαϊκών ιστοριών, υιοθετώντας νέες τεχνικές που συνήθως χρησιμοποιούν οι βιολόγοι για να κατατάξουν τα διάφορα είδη στο «δέντρο της ζωής» και έτσι να εντοπίσουν τις διαδοχικές φάσεις της εξέλιξης μέχρι έναν κοινό πρόγονο στο απώτατο παρελθόν.
Όπως διαπιστώθηκε, για παράδειγμα, η ευρωπαϊκή εκδοχή της «Κοκκινοσκουφίτσας» μιλά για ένα λύκο που έχει μασκαρευτεί σαν γιαγιά, στην κινεζική μια τίγρη αντικαθιστά το λύκο, ενώ στην ιρανική, όπου δεν είναι νοητό ένα κοριτσάκι να περπατά μόνο του στο δάσος, ο πρωταγωνιστής είναι αγοράκι.
Αντίθετα με την κυρίαρχη άποψη ότι η «Κοκκινοσκουφίτσα» κατάγεται από τη Γαλλία, λίγο πριν ο Τσαρλς Περό παρουσιάσει την πρώτη γραπτή εκδοχή της ιστορίας κατά τον 17 αιώνα, την οποία στον 190 αιώνα ξαναέγραψαν οι αδελφοί Γκριμ, η έρευνα του δρα Τεχράνι κατέληξε ότι στην πραγματικότητα διάφορες παραλλαγές της ίδιας ιστορίας μοιράζονται κάποιον κοινό «πρόγονο», που υπήρξε τουλάχιστον πριν 2.600 χρόνια. Συνολικά σε όλο τον κόσμο εντοπίστηκαν 70 παραλλαγές στους πρωταγωνιστές και στο «σενάριο» της «Κοκκινοσκουφίτσας».
Ο άγνωστος κοινός «πρόγονος» εκτιμάται ότι πρέπει να έμοιαζε με μια άλλη ιστορία, το «Λύκο και τα Παιδιά», όπου ο λύκος προσποιείται ότι είναι μια κατσικούλα για να μπορέσει να τρυπώσει σε ένα σπίτι γεμάτο κατσίκες. Οι διάφορες αφρικανικές παραλλαγές της «Κοκκινοσκουφίτσας» θεωρείται ότι προέρχονται από αυτή την συγγενική ιστορία, οι παραλλαγές του Ιράν αποτελούν στενό «συγγενή» της ευρωπαϊκής «Κοκκινοσκουφίτσας», ενώ οι παραλλαγές που συναντώνται στην Ιαπωνία, την Κορέα, την Κίνα και τη Βιρμανία, αποτελούν μια ξεχωριστή ασιατική οικογένεια.
Όπως δήλωσε ο Τεχράνι, «διαχρονικά αυτές οι λαϊκές ιστορίες έχουν αδιόρατα αλλάξει και έχουν εξελιχτεί, προσαρμοζόμενες όπως ένας βιολογικός οργανισμός. Επειδή πολλές καταγράφηκαν πολύ μετά την αρχική δημιουργία τους, έχουν επανεφευρεθεί από εκατοντάδες γενιές. Η μελέτη της εξάπλωσης και των μεταβολών αυτών των ιστοριών μάς μαθαίνει διάφορα πράγματα για την ανθρώπινη ψυχολογία και για το είδος των πραγμάτων που θεωρούμε αξιομνημόνευτα».
Άγνωστο παραμένει με ποιο τρόπο η ιστορία της «Κοκκινοσκουφίτσας» πέρασε από τη μια χώρα στην άλλη, αλλά είναι πιθανό αυτό να συνέβη κατά μήκος των διακρατικών εμπορικών οδών της αρχαιότητας και μέσω της συνεχούς μετακίνησης ανθρώπων από τόπο σε τόπο. Σύμφωνα με μια θεωρία, η εξάπλωση αυτών των ιστοριών είχε και μια άλλη μισο-συνειδητή αιτία: την επιθυμία να περάσουν στις νεότερες γενιές μια σειρά από ιδέες και συμβουλές για καλύτερη επιβίωση, π.χ. για την αντιμετώπιση της βίας και της απάτης.
Η αρχαιότερη ιστορία που βρέθηκε μέχρι σήμερα, σύμφωνα με τους βρετανούς μελετητές, είναι ένας μύθος του Αισώπου, που χρονολογείται από τον 6ο αι. π.Χ περίπου. Συνεπώς, όπως ανέφεραν, ο κοινός πρόγονος όλων αυτών των παιδικών ιστοριών πρέπει να αναζητηθεί ακόμα πιο πίσω στον χρόνο. «Ψάχνουμε μια πολύ αρχαία ιστορία που εξελίχτηκε με το πέρασμα του χρόνου», ανέφερε ο Τεχράνι, ο οποίος θα παρουσιάσει την έρευνά του στο Βρετανικό Φεστιβάλ Επιστήμης αυτή την εβδομάδα.
ANA-MPA