Τα σενάρια που διατυπώθηκαν για την αντιμετώπιση της διαστρωματικής τρύπας του Όζοντος - Από συνέδριο του Σαν Φρανσίσκο
Γράφει ο Γιώργος Εχέδωρος
Μερικοί επιστήμονες πιστεύουν πως ρίχνοντας χημικές ουσίες στη θάλασσα και στον ουρανό θα μπορέσουν να προστατέψουν με τον τρόπο αυτό το στρώμα του όζοντος και να αντιστρέψουν την παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας- γνωστή ως φαινόμενο του θερμοκηπίου.
Την περασμένη Δευτέρα, μια ομάδα ερευνητών αντέδρασε σε αυτόν τον προτεινόμενο σχεδιασμό που τον θεωρεί ατελέσφορο αλλά και επικίνδυνο.
«Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του σχεδιασμού αποτελεί σενάριο μιας επιστημονικής φαντασίας» δήλωσε ο Φ. Σέργουντ Ρόουλαντ που είναι χημικός με εξειδίκευση στην ατμόσφαιρα και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Ίρβιν της Καλιφόρνιας.
Πολλοί άνθρωποι, σε όλον τον κόσμο, πιστεύουν πως οι ερευνητές θα μπορέσουν να βρουν μια μέθοδο, έναν τρόπο, εξυγίανσης του περιβαλλοντικού προβλήματος του πλανήτη.
Αρκετοί ικανοί επιστήμονες έχουν εξετάσει το κλιματολογικό ζήτημα και κατά πόσο ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα παρέμβασης. Κανένας, δυστυχώς, δεν έχει βρεί τίποτα που θα μπορούσε να είναι εφικτό αλλά και αποτελεσματικό.
«Ο μόνος τρόπος για να μειωθεί η υπερθέρμανση του πλανήτη και να διατηρηθεί το προστατευτικό στρώμα του όζοντος είναι να χρησιμοποιηθούν άλλες μορφές ενέργειας ώστε να μειωθούν οι εκπομπές ρυπογόνων αερίων».
Τη θέση αυτή εξέφρασε ο Ρόουλαντ στο συνέδριο των Αμερικάνικης Γεωφυσικής Ένωσης.
Ενώ ο Ρίτσαρντ Τάρκο που είναι ερευνητής για την γήινη ατμόσφαιρα και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, Λος Άντζελες, δήλωσε πως: «Για πρώτη φορά οι επιστήμονες ασχολήθηκαν, σοβαρά, με το περιβαλλοντικό πρόβλημα και ιδιαίτερα με τρόπους που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν μέσα στα πλαίσια της εφαρμοσμένης μηχανικής για να το αντιμετωπίσουν».
Η βιομηχανική δραστηριότητα έπαιξε σοβαρό ρόλο στην παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας. Η αύξηση αυτή που δεν είναι τόσο ορατή σήμερα, αναμένεται, όμως, να επιφέρει αναστάτωση τις επόμενες δεκαετίες με εκτεταμένες ζημίες στη γεωργία και στην αύξηση της στάθμης της θάλασσας.
Προκαλείται από την καύση κυρίως της κηροζίνης και άλλων ρυπογόνων καυσίμων.
«Το διοξείδιο του άνθρακα που εκπέμπεται καθώς και μια σειρά άλλων αερίων παγιδεύουν τη θερμότητα του ήλιου μέσα στην ατμόσφαιρα της γης, όπως παγιδεύεται η θερμοκρασία μέσα στα θερμοκήπια.»
Μερικοί επιστήμονες έχουν προτείνει τη δυνατότητα μείωσης του παγκόσμιου κινδύνου με αερόλυμα βασισμένο στο θείο, με το οποίο θα ψεκαστεί η ατμόσφαιρα που θα εξωστρακίσει ένα ποσοστό ηλιακής ακτινοβολίας έξω από το γήινο περιβάλλον.
Ο καθηγητής Τάρκο εξέφρασε την άποψη πως «θα έπρεπε να ριχτεί τόση μεγάλη ποσότητα του αερολύματος αυτού, ώστε να καλυφθεί το γαλάζιο του ουρανού. Ο ουρανός θα γινόταν άσπρος, γαλακτώδης και τα θειούχα συστατικά έχουν μια αηδιαστική οσμή».
Άλλοι επιστήμονες πρότειναν την ‘λίπανση’ των ωκεανών με σίδηρο ώστε να δοθεί η δυνατότητα αύξησης των φυκιών, του πλαγκτού για να αποκατασταθεί η περιβαλλοντική ζημιά.
Με την αύξηση αυτή θα μπορούσε να μειωθεί κατά ένα ποσοστό το διοξείδιο του άνθρακα της ατμόσφαιρας. (Τα φύκια και το πλαγκτόν είναι ‘ισορροπιστές’ της φύσης αφού απορροφούν το διοξείδιο του άνθρακα).
Ο Χόρχε Σαρμιέντο γεωχημικός και ωκεανολόγος του Πανεπιστημίου του Πρίνσετον βρήκε το σχέδιο αυτό μη πραγματοποιήσιμο λόγω του ότι με την πρακτική αυτή θα μπορούσε να μειωθεί μόνο το 10% του πλεονάζοντος διοξειδίου του άνθρακα. Ενώ συγχρόνως θα είχαμε τρομακτική ανάπτυξη του πλαγκτού με αποτέλεσμα σε πάρα πολλές περιοχές των ωκεανών θα παρουσιάζονταν μεγάλη έλλειψη οξυγόνου, με αποτέλεσμα, τη θάνατο της υδρόβιας ζωής. Επιπλέον, η έλλειψη του οξυγόνου θα έφερνε μια αλυσιδωτή ανάπτυξη άλλων αερίων που επιδρούν αρνητικά στα περιβαλλοντικά προβλήματα.
Μια σοβαρή μείωση του στρώματος του όζοντος προκαλείται από τις χημικές ουσίες ψυκτικών μηχανημάτων που αποκαλούνται CFC. Βέβαια έχει δρομολογηθεί μια πολιτική αντικατάστασης τους με άλλα που είναι φιλικά στο περιβάλλον. Αρκούν όμως μόνον αυτά;
Το απομένον λεπτό στρώμα του όζοντος δεν είναι ικανό να συγκρατήσει την βλαβερή ηλιακή ακτινοβολία και αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του δέρματος, αποτελεί συγχρόνως απειλή για τη γεωργική παραγωγή.
Τρεις επιστήμονες του Πανεπιστημίου Ίρβιν πρότειναν τον περασμένο μήνα τη δημιουργία ενός στόλου αεροπλάνων ώστε να ψεκάζουν κάθε τόσο, 50.000 τόνους προπανίου ή αιθάνιου, πάνω από το Νότιο Πόλο, ώστε να πυροδοτήσουν χημικές αντιδράσεις που θα αποτρέψουν περαιτέρω ή θα επουλώσουν την τρύπα του όζοντος πάνω από την Ανταρκτική.
Αλλά η ιδέα αυτή δεν είναι εφικτή «γιατί δεν υπάρχει εμπορικό αεροπλάνο που θα μπορούσε να πλησιάσει σε τέτοιο ύψος, όπου σχηματίζεται η τρύπα του όζοντος» συμπλήρωσε ο Ρόουλαντ που, σημειωτέον, είναι από τους πρώτους που εντόπισαν την έλλειψη του όζοντος στη δεκαετία του ‘70.
Γράφει ο Γιώργος Εχέδωρος
Μερικοί επιστήμονες πιστεύουν πως ρίχνοντας χημικές ουσίες στη θάλασσα και στον ουρανό θα μπορέσουν να προστατέψουν με τον τρόπο αυτό το στρώμα του όζοντος και να αντιστρέψουν την παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας- γνωστή ως φαινόμενο του θερμοκηπίου.
Την περασμένη Δευτέρα, μια ομάδα ερευνητών αντέδρασε σε αυτόν τον προτεινόμενο σχεδιασμό που τον θεωρεί ατελέσφορο αλλά και επικίνδυνο.
«Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του σχεδιασμού αποτελεί σενάριο μιας επιστημονικής φαντασίας» δήλωσε ο Φ. Σέργουντ Ρόουλαντ που είναι χημικός με εξειδίκευση στην ατμόσφαιρα και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Ίρβιν της Καλιφόρνιας.
Πολλοί άνθρωποι, σε όλον τον κόσμο, πιστεύουν πως οι ερευνητές θα μπορέσουν να βρουν μια μέθοδο, έναν τρόπο, εξυγίανσης του περιβαλλοντικού προβλήματος του πλανήτη.
Αρκετοί ικανοί επιστήμονες έχουν εξετάσει το κλιματολογικό ζήτημα και κατά πόσο ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα παρέμβασης. Κανένας, δυστυχώς, δεν έχει βρεί τίποτα που θα μπορούσε να είναι εφικτό αλλά και αποτελεσματικό.
«Ο μόνος τρόπος για να μειωθεί η υπερθέρμανση του πλανήτη και να διατηρηθεί το προστατευτικό στρώμα του όζοντος είναι να χρησιμοποιηθούν άλλες μορφές ενέργειας ώστε να μειωθούν οι εκπομπές ρυπογόνων αερίων».
Τη θέση αυτή εξέφρασε ο Ρόουλαντ στο συνέδριο των Αμερικάνικης Γεωφυσικής Ένωσης.
Ενώ ο Ρίτσαρντ Τάρκο που είναι ερευνητής για την γήινη ατμόσφαιρα και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, Λος Άντζελες, δήλωσε πως: «Για πρώτη φορά οι επιστήμονες ασχολήθηκαν, σοβαρά, με το περιβαλλοντικό πρόβλημα και ιδιαίτερα με τρόπους που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν μέσα στα πλαίσια της εφαρμοσμένης μηχανικής για να το αντιμετωπίσουν».
Η βιομηχανική δραστηριότητα έπαιξε σοβαρό ρόλο στην παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας. Η αύξηση αυτή που δεν είναι τόσο ορατή σήμερα, αναμένεται, όμως, να επιφέρει αναστάτωση τις επόμενες δεκαετίες με εκτεταμένες ζημίες στη γεωργία και στην αύξηση της στάθμης της θάλασσας.
Προκαλείται από την καύση κυρίως της κηροζίνης και άλλων ρυπογόνων καυσίμων.
«Το διοξείδιο του άνθρακα που εκπέμπεται καθώς και μια σειρά άλλων αερίων παγιδεύουν τη θερμότητα του ήλιου μέσα στην ατμόσφαιρα της γης, όπως παγιδεύεται η θερμοκρασία μέσα στα θερμοκήπια.»
Μερικοί επιστήμονες έχουν προτείνει τη δυνατότητα μείωσης του παγκόσμιου κινδύνου με αερόλυμα βασισμένο στο θείο, με το οποίο θα ψεκαστεί η ατμόσφαιρα που θα εξωστρακίσει ένα ποσοστό ηλιακής ακτινοβολίας έξω από το γήινο περιβάλλον.
Ο καθηγητής Τάρκο εξέφρασε την άποψη πως «θα έπρεπε να ριχτεί τόση μεγάλη ποσότητα του αερολύματος αυτού, ώστε να καλυφθεί το γαλάζιο του ουρανού. Ο ουρανός θα γινόταν άσπρος, γαλακτώδης και τα θειούχα συστατικά έχουν μια αηδιαστική οσμή».
Άλλοι επιστήμονες πρότειναν την ‘λίπανση’ των ωκεανών με σίδηρο ώστε να δοθεί η δυνατότητα αύξησης των φυκιών, του πλαγκτού για να αποκατασταθεί η περιβαλλοντική ζημιά.
Με την αύξηση αυτή θα μπορούσε να μειωθεί κατά ένα ποσοστό το διοξείδιο του άνθρακα της ατμόσφαιρας. (Τα φύκια και το πλαγκτόν είναι ‘ισορροπιστές’ της φύσης αφού απορροφούν το διοξείδιο του άνθρακα).
Ο Χόρχε Σαρμιέντο γεωχημικός και ωκεανολόγος του Πανεπιστημίου του Πρίνσετον βρήκε το σχέδιο αυτό μη πραγματοποιήσιμο λόγω του ότι με την πρακτική αυτή θα μπορούσε να μειωθεί μόνο το 10% του πλεονάζοντος διοξειδίου του άνθρακα. Ενώ συγχρόνως θα είχαμε τρομακτική ανάπτυξη του πλαγκτού με αποτέλεσμα σε πάρα πολλές περιοχές των ωκεανών θα παρουσιάζονταν μεγάλη έλλειψη οξυγόνου, με αποτέλεσμα, τη θάνατο της υδρόβιας ζωής. Επιπλέον, η έλλειψη του οξυγόνου θα έφερνε μια αλυσιδωτή ανάπτυξη άλλων αερίων που επιδρούν αρνητικά στα περιβαλλοντικά προβλήματα.
Μια σοβαρή μείωση του στρώματος του όζοντος προκαλείται από τις χημικές ουσίες ψυκτικών μηχανημάτων που αποκαλούνται CFC. Βέβαια έχει δρομολογηθεί μια πολιτική αντικατάστασης τους με άλλα που είναι φιλικά στο περιβάλλον. Αρκούν όμως μόνον αυτά;
Το απομένον λεπτό στρώμα του όζοντος δεν είναι ικανό να συγκρατήσει την βλαβερή ηλιακή ακτινοβολία και αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του δέρματος, αποτελεί συγχρόνως απειλή για τη γεωργική παραγωγή.
Τρεις επιστήμονες του Πανεπιστημίου Ίρβιν πρότειναν τον περασμένο μήνα τη δημιουργία ενός στόλου αεροπλάνων ώστε να ψεκάζουν κάθε τόσο, 50.000 τόνους προπανίου ή αιθάνιου, πάνω από το Νότιο Πόλο, ώστε να πυροδοτήσουν χημικές αντιδράσεις που θα αποτρέψουν περαιτέρω ή θα επουλώσουν την τρύπα του όζοντος πάνω από την Ανταρκτική.
Αλλά η ιδέα αυτή δεν είναι εφικτή «γιατί δεν υπάρχει εμπορικό αεροπλάνο που θα μπορούσε να πλησιάσει σε τέτοιο ύψος, όπου σχηματίζεται η τρύπα του όζοντος» συμπλήρωσε ο Ρόουλαντ που, σημειωτέον, είναι από τους πρώτους που εντόπισαν την έλλειψη του όζοντος στη δεκαετία του ‘70.