Θεματολόγιο

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

19.10.09

Αυστραλία- Ντοκιμαντέρ για τις εμπειρίες των χρόνων της μαζικής μετανάστευσης

του Σ. Χατζημανώλη
H ομογενής Ολυμπία Παναγιωτοπούλου, για να γιορτάσει τη σημαντική επέτειο των 90 χρόνων των γενεθλίων της μητέρας της, Γιαννούλας, επινόησε ένα πρωτότυπο δώρο.
Εκτός από το οικογενειακό πάρτι που οργάνωσε, σε μια προσπάθεια να γυρίσει μισό αιώνα πίσω, καταχώρησε μια αγγελία στην ομογενειακή εφημερίδα, "Νέος Κόσμος", με την οποία καλούσε ομογενείς που μπάρκαραν τον Αύγουστο του 1955 από τον Πειραιά με το πλοίο "Τασμανία", να επικοινωνήσουν μαζί της.
Στόχος της ήταν μια επανασύνδεση επιβατών, για να μοιραστούν μνήμες και αναμνήσεις από το υπερπόντιο ταξίδι τους στη χώρα του Νότου. To ταξίδι εκείνο το είχε κάνει και η μάνα της. Στόχος της κας Παναγιωτοπούλου είναι να κάνει και ένα ντοκιμαντέρ με θέμα τα ταξίδια της μαζικής μεταπολεμικής μετανάστευσης.

Την Κυριακή 23 Αυγούστου 2009 - 54 χρόνια μετά, ημέρα της επανασύνδεσης, η σκηνοθέτιδα Ολυμπία είπε στους παλαίμαχους "πρωταγωνιστές":
"… Ονειρευόμουνα πολύ καιρό αυτή τη μέρα της επανασύνδεσης. Άκουσα για τη φτώχια που ζήσατε και τα όνειρα που κάνατε για καλύτερη ζωή για τα παιδιά σας. Για τις δύσκολες στιγμές που περάσατε σε μια ξένη χώρα χωρίς γλώσσα, χρήματα και φίλους.
Σας ευχαριστώ για όσα έχετε προσφέρει σε αυτή τη χώρα. Προσωπικά σας θαυμάζω, σας σέβομαι και εκτιμώ το κουράγιο, τη δύναμη, την πίστη σας, γιατί με το μοναδικό σας τρόπο κάνατε την Αυστραλία ένα καλύτερο μέρος.
Ελπίζω η συνάντηση, οι ιστορίες, οι φωτογραφίες που βγάλατε από το χρονοντούλαπο και το ντοκιμαντέρ που θα ακολουθήσει, να γίνουν η αρχή καταγραφής και άλλων ιστοριών".
Τώρα, η ίδια ζητά να έρθει σε επαφή και με άλλους ομογενείς που ταξίδευσαν στην Αυστραλία την εποχή εκείνη με πλοία για να εμπλουτίσει το ντοκιμαντέρ της.
Για το ταξίδι, με το υπερωκεάνιο "Τασμανία" - πρώην "Anna Salen" - με ημερομηνία αναχώρησης την 23η Αυγούστου του 1955 από τον Πειραιά για τη Μελβούρνη και όλα όσα επακολούθησαν, ομογενείς που ήταν επιβάτες του θυμούνται, ανάμεσα στα άλλα:
Γιαννούλα Παναγιωτοπούλου, από το Χρυσοχώρι Μεσσηνίας:
"Το καράβι πλεύρισε στην αποβάθρα του Port Melbourne, στις 23 Σεπτεμβρίου του 1955. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, ένα μέρος είχε πιάσει φωτιά και φοβηθήκαμε. Είχαμε βλέπετε και τα τέσσερα παιδιά μας, τα δίδυμα - το Δημήτρη και τον Παναγιώτη- την Αλεξάνδρα και τον Ανδρέα, που απεβίωσε. Αργότερα γεννήθηκε η Ολυμπία.
Θυμάμαι ότι μαζί με άλλους συνταξιδιώτες, μας φόρτωσαν στο τρένο και μάς πήγαν στο Κέντρο Υποδοχής Μεταναστών, στη Μπονεγκίλα.
Οι άνδρες, όμως, ζητούσαν δουλειά. Έτσι, σε δυο βδομάδες μαζέψαμε ξανά τα λιγοστά μας πράγματα και μας πήγαν στο Τάουνσβιλ (Townsville). Ο άνδρας μου εργαζόταν στην κατασκευή δρόμων κι εγώ φρόντιζα τα παιδιά. Η ζέστη ήταν ανυπόφορη και είχε πολλά κουνούπια. Επίσης δεν υπήρχε καθαρό νερό. Η περιοχή είχε πολλούς ιθαγενείς. Έπειτα από τρεις μήνες και με 70 λίρες στο χέρι, πήραμε το τρένο για τη Μελβούρνη.
Και εδώ άρχισε άλλος Γολγοθάς. Δυσκολευτήκαμε πολύ να ενοικιάσουμε δωμάτια. Δεν μας ήθελαν γιατί ήμασταν έξι άτομα. Τελικά κι αφού ο σύζυγός μου τακτοποιήθηκε στην Τζένεραλ Μότορς (General Motors), μαζέψαμε τις οικονομίες μας και αγοράσαμε το πρώτο μας σπίτι, που ήταν στη βόρεια Μελβούρνη.
Χαρά της ζωής μου είναι σήμερα τα δεκατρία μου εγγόνια και τα δεκατέσσερα δισέγγονά μου".
Δημήτρης Παρασκευόπουλος, από το Πυρί Γορτυνία:
"Μόλις είχα απολυθεί από το στρατό. Υπηρέτησα μάλιστα και έντεκα μήνες στο σώμα της Ελλάδας με τους Συμμάχους στην Κορέα. Για την Αυστραλία, το μόνο που γνώριζα ήταν ότι θα φιλοξενούσε την επόμενη χρονιά τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Από το χωριό μου είχαν φύγει μια οικογένεια με δυο παιδιά και δυο παλικάρια. Τους ακολούθησα μέσω της Διακυβερνητικής Επιτροπής Μεταναστεύσεως εξ Ευρώπης (ΔΕΜΕ).
Στο Κέντρο έμεινα 18 μέρες. Δεν ήταν άσχημα. Ήμασταν όλοι νέοι και διψούσαμε για μεροκάματο. Μας πήγαν στη Βρισβάνη σε ένα εργοστάσιο που φορτώναμε τσιμέντα. Η δουλειά ήταν σκληρή. Με την πρώτη ευκαιρία λοιπόν, χωρίς χρήματα και γλώσσα, σκαρφάλωσα σε ένα βαγόνι και έφτασα στη Μελβούρνη. Παρακινδυνευμένο, αλλά το τόλμησα.
Εδώ εργάστηκα σκληρά, όπως άλλωστε και όλοι μας. Τις Κυριακές εκκλησιαζόμασταν στον Ευαγγελισμό επί της Βικτόρια Παρέιντ (Victoria Parade) στην Ανατολική Μελβούρνη. Εκεί, είχαμε την ευκαιρία να δούμε και κανένα κορίτσι. Η εκκλησία, όπως μας έλεγαν, χτίστηκε με τη συνδρομή των πρώτων σκαπανέων το 1897.
Είμαι ευχαριστημένος από τη ζωή. Έκανα οικογένεια και τώρα μαζί με τη σύζυγό μου, Σταματία, χαιρόμαστε τα οκτώ εγγονάκια μας".
Θεόδωρος Σπανός, από το Λεωνίδιο Κυνουρίας:
"Η γνωριμία μου με την Αυστραλία και τους Αυστραλούς έγινε το 1950, όταν υπηρέτησα στην 1η αποστολή του Τάγματος της Ελλάδας με το Συμμαχικό στρατό στην Κορέα. Έτσι, όταν αποφάσισα για το μεγάλο ταξίδι, νόμισα πως θα πήγαινα σε τόπο… γνώριμο.
Από την Μπονεγκίλα, μας πήγαν στην Κεντρική Αυστραλία, εργάτες στην κατασκευή δρόμων. Οι συνθήκες ήταν δύσκολες, η ζέστη τρομερή, αλλά κάναμε υπομονή. Έπρεπε να δουλέψουμε. Εκεί έμεινα γύρω στους τέσσερις μήνες. Μετά, μαζί με άλλα παιδιά, κατεβήκαμε στην πόλη.
Στη Μελβούρνη, το '55, οι Έλληνες ήταν λιγοστοί. Υπήρχε όμως αλληλοβοήθεια. Εργάστηκα σκληρά και όπως όλοι, με υπερωρίες. Η ξεκούραση ερχόταν την Κυριακή, με μια βόλτα κοντά στο Εξιμπίσιον Μπίλντινγκ (Exhibition Building), για να δούμε κάποιο συγχωριανό ή συμπατριώτη. Δεν μετάνιωσα για τίποτε. Στόχος μου ήταν να φτιάξω μια καλύτερη ζωή και τα κατάφερα. Έκανα πολλά ταξίδια στη γενέτειρα".
Γεώργιος Λέως, από το Μαρί Κυνουρίας:
"Στην καμπίνα ήμασταν γύρω στα 45 άτομα. Οι σκάλες που συνέδεαν τις καμπίνες με την τραπεζαρία, ήταν απότομες κι έτσι προτιμούσα να κοιμάμαι σε μια πολυθρόνα στο κατάστρωμα. Θυμάμαι ότι ήταν περισσότεροι οι άνδρες, λιγοστές οι γυναίκες και καμιά δεκαριά ανδρόγυνα.
Ένα βράδυ εκεί στην ερημιά και τη σκοτεινιά του ωκεανού, η θάλασσα άρχισε να φουσκώνει. Αν και η πλώρη πάλευε περήφανα με τα κύματα, εμείς φοβηθήκαμε. Μας είπαν ότι ήταν κυκλώνας, ένα φαινόμενο που σχηματίζεται στα νερά των τροπικών περιοχών και προκαλεί μεγάλη θαλασσοταραχή.
Στη Μελβούρνη, που ρίξαμε άγκυρα, εργάστηκα όπως και οι περισσότεροι σκληρά. Η ψυχαγωγία ήταν περιορισμένη. Με τους συγχωριανούς μου συναντιόμασταν πού και πού σε σπίτια και τα λέγαμε.
Για έξοδο, είχαμε τον κινηματογράφο. Θυμάμαι, στο Νίκολας Χολ (Nicholas Hall) που ήταν δίπλα από την Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης, προβάλλονταν ελληνικές ταινίες. Ήταν μια παρηγοριά για μας τους μετανάστες.
Μετά φυσικά ήλθε η οικογένεια και η ευτυχία μου και της συζύγου μου, Φρειδερίκης, επιστεγάστηκε με τη γέννηση των δύο εγγονών μας.
Το πρώτο μας σπίτι ήταν στο Μπρουνσγουίκ (Brunswick) και η πρώτη δουλειά στην Τζένεραλ Μότορς (General Motors). Πιστεύω πως αν αυτή η βιομηχανία μπορούσε να μιλήσει, θα είχε να πει πολλά…".
Γεώργιος Θεοδωρόπουλος, από το Δυρράχιο Μεγαλουπόλεως Αρκαδίας:
"Ταξίδεψα μαζί με τέσσερις συγχωριανούς μου μέσω της ΔΕΜΕ. Φτάσαμε βράδυ στο λιμάνι. Δυστυχώς δεν με περίμενε κανένας. Έτσι από το πλοίο, μαζί με άλλους, μας έβαλαν κατευθείαν στο τρένο και μας μετέφεραν στο Μεταναστευτικό Κέντρο στην Μπονεγκίλα.
Εκεί μας υποδέχθηκαν με ζεστασιά, μας έδωσαν καμπίνες και το πρωί, ω τι χαρά! Αντικρίσαμε για πρώτη φορά το φως της Αυστραλίας.
Ακολούθησε ένα γρήγορο ταξίδι στο Πορτ Πίρι (Port Pirie) της Νότιας Αυστραλίας. Η δουλειά στα μεταλλεία ήταν πολύ σκληρή. Έτσι επέστρεψα στο Κέντρο. Κατά καλή μου τύχη, μού βρήκαν δουλειά σε μια φάρμα στο Μπρόουντμεντοους (Broadmeadows). Ήμουν ο μόνος εργάτης. Το συμβόλαιο που μού έκλεισε το Κέντρο ήταν για 12 λίρες την εβδομάδα. Μετά την κράτηση του φόρου, του ενοικίου και της διατροφής είχα στο χέρι 9 λίρες και 2 σελίνια. Το κράτησα για ενθύμιο. Φέρει ημερομηνία 10/10/1955. Πρέπει να προσθέσω πως πέρασα καλά. Μάλιστα η θυγατέρα των φαρμαδόρων, με μάθαινε αγγλικά. Με είχαν σαν μέλος της οικογένειας τους.
Μετά κατέληξα όπως οι περισσότεροι στη Τζένεραλ Μότορς. Στην πατρίδα περίμεναν πρόσκληση οι τέσσερις αδελφές μου. Έγινε κι αυτό και όλοι έχουμε τις οικογένειες μας".
Δημήτριος Μαργάνης, από την Παναγίτσα Γορτυνίας:
"Μετανάστευσα με τη σύζυγό μου, Δήμητρα, και τα τρία παιδιά μας, μεταξύ δυο και πέντε ετών.
Στην Μπονεγκίλα μείναμε δεκαπέντε μέρες. Από εκεί, μας πήγαν με τρένο βόρεια για δουλειά, σε στρατιωτικές βάσεις. Επόμενος σταθμός ήταν το Τάουνσβιλ. Το Κουήνσλαντ τότε, ήταν γεμάτο φίδια. Φοβόμασταν. Το καθαρό νερό ήταν λιγοστό και η ζέστη αφόρητη. Έπρεπε όμως να δουλέψουμε.
Με τη βοήθεια κάποιου φίλου, βρήκαμε δωμάτιο στη Μελβούρνη - ακούγαμε πως είχε πολλές δουλειές και ένα πρωί πήραμε το τρένο και ήλθαμε. Μετά τις πρώτες δυσκολίες, πήραμε τη ζωή στα χέρια μας και συνεχίζουμε μέχρι σήμερα.
Μαζί με την οικογένεια, είχα φέρει και την άλλη μεγάλη μου αγάπη. Την κιθάρα μου. Θυμάμαι, όταν έπαιξα για πρώτη φορά στο Τάουνσβιλ, όλοι… έκλαιγαν από χαρά. Λίγο η κούραση, λίγο η νοσταλγία, λίγο το άγνωστο, νόμιζαν ότι βρίσκονταν στην πλατεία, σε ένα πανηγύρι του χωριού τους.
Ακολουθούσαν οικογενειακά γλέντια. Παίζαμε όμως για ένα χαρτζιλίκι. Αργότερα, έγινα στέλεχος της ορχήστρας "Αράχωβα" και μετά της "Χαραυγής". Έχω τις καλύτερες αναμνήσεις. Αυτά τα γλέντια και οι χοροί ήταν που κράτησαν ενωμένο τον ελληνισμό".
Παναγιώτης Τσαλακόπουλος από τη Φλώρινα:
"Είμαστε έξι αδέλφια. Όλοι, εκτός από το μικρότερο αδελφό, ζούμε στην Αυστραλία. Η αρχή έγινε το 1948 από την αδελφή μου. Ακολούθησε ο πατέρας μου Θεόδωρος και μέχρι το 1955 σμίξαμε όλη η οικογένεια κάτω από το ίδιο σπίτι στο Βόρειο Φίτζροι.
Θυμάμαι, ότι το πλοίο, ύστερα από 18 περίπου μέρες με ουρανό και θάλασσα, πλεύρισε στην ξηρά. Ήταν το Φριμάντλ της Δυτικής Αυστραλίας.
Η πρώτη εικόνα που έχει αποτυπωθεί στη μνήμη μου από τη Μελβούρνη ήταν οι καμινάδες από τα αμέτρητα εργοστάσια. Ήταν κάτι πρωτόγνωρο για μένα.
Στα 15, θεώρησαν οι δικοί μου ότι ήμουν λίγο μεγάλος για το Δημοτικό και κατά τι μικρός… για το Γυμνάσιο. Έτσι αφού το μπόι μου το επέτρεπε, με κατατάξανε στο εργατικό δυναμικό. Δουλειές υπήρχαν. Μόνο μπράτσα γερά και όρεξη χρειαζόταν.
Αρχικά, εργάστηκα σε υφαντουργείο στο Κόλινγκγουντ και μετά σε Φούρνο. Λόγω καταγωγής, πηγαίναμε τακτικά στις εκδηλώσεις του Συλλόγου "Αριστοτέλης". Τότε οι χοροί των Συλλόγων ήταν κοσμικό γεγονός. Αργότερα διευρύναμε τον κύκλο μας, ξανοιχτήκαμε και κάναμε φίλους και από άλλες εθνικότητες.
Τα πέντε εγγόνια που αποκτήσαμε, είναι η χαρά και η ζωή μου καθώς και της συζύγου μου Αγάπης".