(Κοινωνικός Ανθρωπολόγος Υποψήφιος Διδάκτωρ Παντείου Παν/μίου)
Κάθε έθνος προκειμένου να δημιουργήσει κράτος και να στεγάσει σ΄αυτό την κυρίαρχη ιδεολογία και την κεντρική εξουσία, απαιτείται πρώτα να δημιουργήσει μια εθνική ταυτότητα.
Σύμφωνα με τον Anthony D. Smith τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά συστατικά στοιχεία μιας τέτοιας ταυτότητας είναι:
«μια ιστορική εδαφική επικράτεια – η πατρίδα, κοινοί μύθοι και ιστορικές μνήμες, μια κοινή, μαζική δημόσια κουλτούρα, κοινά νομικά δικαιώματα και υποχρεώσεις για όλα τα μέλη, κοινή ονομασία και ελευθερία μετακίνησης εντός της επικράτειας» [1]
Αυτά πράγματι είναι εν δυνάμει τα στοιχεία που συνθέτουν αυτήν την φαντασιακή και τόσο αφηρημένη έννοια.
Κατ’ επέκταση σύμφωνα πάλι με τον ίδιο συγγραφέα:
« το έθνος μπορεί να οριστεί ως κατονομασμένος ανθρώπινος πληθυσμός που μοιράζεται μια ιστορική εδαφική επικράτεια, κοινούς μύθους και ιστορικές μνήμες, μια μαζική δημόσια κουλτούρα, κοινή οικονομία και κοινά για όλα τα μέλη νομικά δικαιώματα και υποχρεώσεις» [2]
Οι ορισμοί που έχουν δοθεί για το ζήτημα του έθνους και της εθνικής ταυτότητας είναι πολυάριθμοι, κινούνται όμως όλοι -παρά τις διαφοροποιήσεις τους- σε μια γενική παραδοχή που θέλει την ταυτότητα να αντλεί στοιχεία από χώρους όπως η κουλτούρα, η θρησκεία, η γλώσσα η κοινή καταγωγή, η ιστορική συνέχεια..
Όπως έγινε και με την δική μας ταυτότητα, όπου δεν υπήρχε ιστορική συνέχεια, η διανόηση του νεοελληνικού διαφωτισμού ανέλαβε να καλύψει το κενό και να δημιουργήσει εδαφική και ιστορική αναγωγή και πορεία την μητέρας πατρίδας ανά τους αιώνες, δανειζόμενη στοιχεία από τον κλασικό αρχαιοελληνικό πολιτισμό, κάνοντας προσεκτικές αναφορές στο Βυζάντιο και φτάνοντας ώς την εποχή της επανάστασης, δημιουργώντας έτσι το ιδεολογικό και πολιτισμικό εποικοδόμημα μιας αλυτρωτικής ταυτότητας και ενός περήφανου και καταπιεσμένου λαού που έπρεπε να εξεγερθεί, για να δημιουργήσει το δικό του εθνικό κράτος μέσα στην αχανή Οθωμανική αυτοκρατορία.
Οι αρχές του 19ου αιώνα είναι η περίοδος της πτώσης των αυτοκρατοριών και της δημιουργίας στη Δύση των "καθαρών" εθνικών κρατών.
Κατ’ επέκταση σύμφωνα πάλι με τον ίδιο συγγραφέα:
« το έθνος μπορεί να οριστεί ως κατονομασμένος ανθρώπινος πληθυσμός που μοιράζεται μια ιστορική εδαφική επικράτεια, κοινούς μύθους και ιστορικές μνήμες, μια μαζική δημόσια κουλτούρα, κοινή οικονομία και κοινά για όλα τα μέλη νομικά δικαιώματα και υποχρεώσεις» [2]
Οι ορισμοί που έχουν δοθεί για το ζήτημα του έθνους και της εθνικής ταυτότητας είναι πολυάριθμοι, κινούνται όμως όλοι -παρά τις διαφοροποιήσεις τους- σε μια γενική παραδοχή που θέλει την ταυτότητα να αντλεί στοιχεία από χώρους όπως η κουλτούρα, η θρησκεία, η γλώσσα η κοινή καταγωγή, η ιστορική συνέχεια..
Όπως έγινε και με την δική μας ταυτότητα, όπου δεν υπήρχε ιστορική συνέχεια, η διανόηση του νεοελληνικού διαφωτισμού ανέλαβε να καλύψει το κενό και να δημιουργήσει εδαφική και ιστορική αναγωγή και πορεία την μητέρας πατρίδας ανά τους αιώνες, δανειζόμενη στοιχεία από τον κλασικό αρχαιοελληνικό πολιτισμό, κάνοντας προσεκτικές αναφορές στο Βυζάντιο και φτάνοντας ώς την εποχή της επανάστασης, δημιουργώντας έτσι το ιδεολογικό και πολιτισμικό εποικοδόμημα μιας αλυτρωτικής ταυτότητας και ενός περήφανου και καταπιεσμένου λαού που έπρεπε να εξεγερθεί, για να δημιουργήσει το δικό του εθνικό κράτος μέσα στην αχανή Οθωμανική αυτοκρατορία.
Οι αρχές του 19ου αιώνα είναι η περίοδος της πτώσης των αυτοκρατοριών και της δημιουργίας στη Δύση των "καθαρών" εθνικών κρατών.
Η Ελληνική Εθνική ταυτότητα από τον αλυτρωτισμό πέρασε στον επεκτατισμό, ακολουθώντας αντίθετη πορεία και προσπαθώντας να οικοδομήσει αυτοκρατορία εκεί όπου υπήρχε Ελληνισμός, το εγχείρημα κορυφώθηκε με την μικρασιατική εκστρατεία και σφραγίστηκε με την καταστροφή του 1922, η οποία αποτέλεσε και τον αιφνίδιο θάνατο του μεγαλοϊδεατισμού , χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι έσβησε άμεσα και όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά στοιχεία μιας εθνικής ταυτότητας αλυτρωτικής και ταυτόχρονα ιμπεριαλιστικής. Αυτή η σύγκρουση, προκάλεσε τον διχασμό της ελληνικής εθνικής συνείδησης που βιώνουμε μέχρι και σήμερα και τούτο γιατί οι επιδράσεις των χαρακτηριστικών που συνθέτουν έναν εθνικισμό - ο οποίος σε κάποιες συγκεκριμένες στιγμές της ιστορίας κρίνεται απαραίτητος για την δημιουργία έθνους κράτους - μετεξελίσσονται δύσκολα και επίσης σβήνουν δύσκολα, πόσο μάλλον όταν ο συγκεκριμένος εθνικισμός έληξε τόσο άδοξα, τόσο απότομα και βίαια.
Μπορεί ο Οιδίποδας να μην είχε εθνική ταυτότητα και να ζούσε σε μια πόλη κράτος που συναγωνιζόταν τις υπόλοιπες πολιτείες της τότε ελληνικής επικράτειας, εμείς σήμερα όμως διαθέτουμε εθνική συνείδηση και ταυτότητα, η οποία προσβάλλεται στην σκέψη μας βάναυσα, από την χρήση του ονόματος Μακεδονία από μια γειτονική εθνότητα, η οποία μάχεται για την ύπαρξη της.
Αυτό συμβαίνει διότι η FYROM όντας σε ένα χώρο που δεν έχει μεγάλη ιστορική συνέχεια με ανομοιογενή πληθυσμό και βγαίνοντας από μια σοσιαλιστική Γιουγκοσλαβία η οποία για δεκαετίες είχε αναστείλει οποιαδήποτε προσπάθεια για αυτοδιάθεση των εθνοτήτων που την αποτελούσαν, κάνει τώρα αυτό που εμείς είχαμε πράξει στα τέλη του 18ου αιώνα, προσπαθεί να δημιουργήσει την δική της ιστορική συνέχεια, την δική της επικράτεια, την δική της αλυτρωτική ταυτότητα, η διαφορά εδώ είναι ότι η οικοδόμηση αυτή γίνεται σε σχέση με τον γείτονα και ο αυτοπροσδιορισμός τελείται με δανεισμό στοιχείων από αυτόν.
Έτσι διαμορφώνεται μια μακεδονική εθνική ταυτότητα για ένα μακεδονικό κράτος. Μπορεί η Μακεδονική ταυτότητα να μην υπήρξε ποτέ σαν έννοια και να μην διαμορφώθηκε ποτέ από τον ελληνικό εθνικισμό όπως έγινε και με τα υπόλοιπα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας μας, η προσπάθεια όμως αυτή της FYROM προσκρούει όχι απλά στο συναίσθημα των Ελλήνων αλλά σε ένα κομμάτι της άδικα χαμένης αλυτρωτικής τους συνείδησης για την μεγάλη Ελλάδα των βαλκανικών πολέμων και της μικρασιατικής εκστρατείας.
Οι τραυματικές αυτές μνήμες, τροφοδοτούνται από την ιμπεριαλιστική προπαγάνδα κύκλων των Σκοπίων, που κάνουν λόγο για την μεγάλη ενιαία Μακεδονία, καθιστώντας έτσι οποιαδήποτε προσπάθεια διαλεκτικής και αποδοχής, εξαιρετικά δυσχερή.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι ο όρος Μακεδονία αν και αυτό μπορεί να φαντάζει οξύμωρο- λόγω των αναφορών στους αρχαίους Μακεδόνες και τον Μέγα Αλέξανδρο- στην Ελληνική πραγματικότητα και ιστορία είναι πλέον ταυτισμένος με την ορθοδοξία κάτι που κάνει την προσπάθεια εξεύρεσης κοινών σημείων ακόμη δυσκολότερη με δεδομένο το θρήσκευμα των κατοίκων της FYROM.
Αυτή η πληγή προκαλεί έναν διχασμό ο οποίος είναι πάρα πολύ δύσκολο να ξεπεραστεί και άλλο τόσο δυσκολότερο να αποδεχτεί μια κατάσταση που φαντάζει εχθρική. Δεν γνωρίζω πια θα είναι τα οφέλη ή οι ζημιές στο Πολιτικό Χρηματιστήριο από τους χειρισμούς που η Ελληνική πολιτεία θα κάμει στο συγκεκριμένο θέμα, αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι στην συνείδηση του απλού πολίτη η οποιαδήποτε προσπάθεια «καπηλείας» ονόματος Ελληνικής γεωγραφικής περιοχής και ταυτόχρονα ιστορίας αυτής και κυρίως πολιτιστικής κληρονομιάς, θα φαντάζει πάντα υστερόβουλη, πόσο μάλλον όταν το 50% του πληθυσμού της Μακεδονίας μας είναι γόνοι ανθρώπων, που βίωσαν με τον χειρότερο τρόπο τον ξεριζωμό, το απόγειο ενός αλυτρωτισμού και μεγαλοϊδεατισμού και την τραγωδία της καταστροφής της πατρίδας τους της Μ. Ασίας. Αυτή η σπουδή μεταδόθηκε από γενιά σε γενιά, συντηρήθηκε από την κεντρική εξουσία και το εκπαιδευτικό σύστημα επί χρόνια και δεν είναι εύκολο να ατονήσει.
Ίσως αν η προσπάθεια των εθνοτήτων της πρώην Γιουγκοσλαβίας για αυτοδιάθεση τον 19ο και στις αρχές του 20ου δεν είχε ανασταλεί από την έλευση του κομουνισμού, ίσως τώρα η κατάσταση να ήταν διαφορετική. Είναι σίγουρο ότι τα καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης , δεν έδωσαν την πρέπουσα σημασία στις έννοιες του Έθνους και του Εθνικισμού και προσπάθησαν να ξεπεράσουν το πρόβλημα της διαφορετικότητας θέτοντάς το σε οικονομική βάση και δίνοντας έμφαση στην οικονομική και κοινωνική τάξη.
Δεν μπορεί κανείς να παραγνωρίσει σ’ αυτή την προσέγγιση τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα σήμερα των μεγάλων δυνάμεων στην περιοχή πρέπει όμως να αποδεχθούμε ότι οι δυνάμεις αυτές ίσως να βοήθησαν στην αναζωπύρωση μια φωτιάς που κρυφόκαιγε. Δεν γνωρίζω αν η μονομερής ανακήρυξη της ανεξαρτησίας από το Κόσσοβο άνοιξε το κουτί της Πανδώρας, αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι ζούμε ξανά εν μέσω πλήρους παγκοσμιοποίησης και κατάργησης των συνόρων, όψιμους εθνικισμούς που άργησαν να εκδηλωθούν έναν αιώνα.
Σημειώσεις:
[1] Anthony D. Smith Εθνική Ταυτότητα εκδ. Οδυσσέας
Μπορεί ο Οιδίποδας να μην είχε εθνική ταυτότητα και να ζούσε σε μια πόλη κράτος που συναγωνιζόταν τις υπόλοιπες πολιτείες της τότε ελληνικής επικράτειας, εμείς σήμερα όμως διαθέτουμε εθνική συνείδηση και ταυτότητα, η οποία προσβάλλεται στην σκέψη μας βάναυσα, από την χρήση του ονόματος Μακεδονία από μια γειτονική εθνότητα, η οποία μάχεται για την ύπαρξη της.
Αυτό συμβαίνει διότι η FYROM όντας σε ένα χώρο που δεν έχει μεγάλη ιστορική συνέχεια με ανομοιογενή πληθυσμό και βγαίνοντας από μια σοσιαλιστική Γιουγκοσλαβία η οποία για δεκαετίες είχε αναστείλει οποιαδήποτε προσπάθεια για αυτοδιάθεση των εθνοτήτων που την αποτελούσαν, κάνει τώρα αυτό που εμείς είχαμε πράξει στα τέλη του 18ου αιώνα, προσπαθεί να δημιουργήσει την δική της ιστορική συνέχεια, την δική της επικράτεια, την δική της αλυτρωτική ταυτότητα, η διαφορά εδώ είναι ότι η οικοδόμηση αυτή γίνεται σε σχέση με τον γείτονα και ο αυτοπροσδιορισμός τελείται με δανεισμό στοιχείων από αυτόν.
Έτσι διαμορφώνεται μια μακεδονική εθνική ταυτότητα για ένα μακεδονικό κράτος. Μπορεί η Μακεδονική ταυτότητα να μην υπήρξε ποτέ σαν έννοια και να μην διαμορφώθηκε ποτέ από τον ελληνικό εθνικισμό όπως έγινε και με τα υπόλοιπα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας μας, η προσπάθεια όμως αυτή της FYROM προσκρούει όχι απλά στο συναίσθημα των Ελλήνων αλλά σε ένα κομμάτι της άδικα χαμένης αλυτρωτικής τους συνείδησης για την μεγάλη Ελλάδα των βαλκανικών πολέμων και της μικρασιατικής εκστρατείας.
Οι τραυματικές αυτές μνήμες, τροφοδοτούνται από την ιμπεριαλιστική προπαγάνδα κύκλων των Σκοπίων, που κάνουν λόγο για την μεγάλη ενιαία Μακεδονία, καθιστώντας έτσι οποιαδήποτε προσπάθεια διαλεκτικής και αποδοχής, εξαιρετικά δυσχερή.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι ο όρος Μακεδονία αν και αυτό μπορεί να φαντάζει οξύμωρο- λόγω των αναφορών στους αρχαίους Μακεδόνες και τον Μέγα Αλέξανδρο- στην Ελληνική πραγματικότητα και ιστορία είναι πλέον ταυτισμένος με την ορθοδοξία κάτι που κάνει την προσπάθεια εξεύρεσης κοινών σημείων ακόμη δυσκολότερη με δεδομένο το θρήσκευμα των κατοίκων της FYROM.
Αυτή η πληγή προκαλεί έναν διχασμό ο οποίος είναι πάρα πολύ δύσκολο να ξεπεραστεί και άλλο τόσο δυσκολότερο να αποδεχτεί μια κατάσταση που φαντάζει εχθρική. Δεν γνωρίζω πια θα είναι τα οφέλη ή οι ζημιές στο Πολιτικό Χρηματιστήριο από τους χειρισμούς που η Ελληνική πολιτεία θα κάμει στο συγκεκριμένο θέμα, αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι στην συνείδηση του απλού πολίτη η οποιαδήποτε προσπάθεια «καπηλείας» ονόματος Ελληνικής γεωγραφικής περιοχής και ταυτόχρονα ιστορίας αυτής και κυρίως πολιτιστικής κληρονομιάς, θα φαντάζει πάντα υστερόβουλη, πόσο μάλλον όταν το 50% του πληθυσμού της Μακεδονίας μας είναι γόνοι ανθρώπων, που βίωσαν με τον χειρότερο τρόπο τον ξεριζωμό, το απόγειο ενός αλυτρωτισμού και μεγαλοϊδεατισμού και την τραγωδία της καταστροφής της πατρίδας τους της Μ. Ασίας. Αυτή η σπουδή μεταδόθηκε από γενιά σε γενιά, συντηρήθηκε από την κεντρική εξουσία και το εκπαιδευτικό σύστημα επί χρόνια και δεν είναι εύκολο να ατονήσει.
Ίσως αν η προσπάθεια των εθνοτήτων της πρώην Γιουγκοσλαβίας για αυτοδιάθεση τον 19ο και στις αρχές του 20ου δεν είχε ανασταλεί από την έλευση του κομουνισμού, ίσως τώρα η κατάσταση να ήταν διαφορετική. Είναι σίγουρο ότι τα καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης , δεν έδωσαν την πρέπουσα σημασία στις έννοιες του Έθνους και του Εθνικισμού και προσπάθησαν να ξεπεράσουν το πρόβλημα της διαφορετικότητας θέτοντάς το σε οικονομική βάση και δίνοντας έμφαση στην οικονομική και κοινωνική τάξη.
Δεν μπορεί κανείς να παραγνωρίσει σ’ αυτή την προσέγγιση τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα σήμερα των μεγάλων δυνάμεων στην περιοχή πρέπει όμως να αποδεχθούμε ότι οι δυνάμεις αυτές ίσως να βοήθησαν στην αναζωπύρωση μια φωτιάς που κρυφόκαιγε. Δεν γνωρίζω αν η μονομερής ανακήρυξη της ανεξαρτησίας από το Κόσσοβο άνοιξε το κουτί της Πανδώρας, αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι ζούμε ξανά εν μέσω πλήρους παγκοσμιοποίησης και κατάργησης των συνόρων, όψιμους εθνικισμούς που άργησαν να εκδηλωθούν έναν αιώνα.
Σημειώσεις:
[1] Anthony D. Smith Εθνική Ταυτότητα εκδ. Οδυσσέας
[2] Α.D. Smith Εθνική Ταυτότητα εκδ. Οδυσσέας, Rustow (1967 Κεφ 1), Connor (1978)
www.athensvoice.gr
www.athensvoice.gr