Ο τέταρτος αιώνας είναι η εποχή στην οποία η ελληνική γλυπτική διαμορφώνεται στην εκδοχή που επηρέασε περισσότερο την ευρωπαϊκή τέχνη είκοσι αιώνες αργότερα. The 300΄s, όπως θα έλεγαν οι trendies, ήταν ένας αιώνας μεγάλων αναζητήσεων και ακόμη μεγαλύτερων αλλαγών.
Το πρώτο μεγάλο όνομα που συναντάμε είναι ο Πραξιτέλης, με τον περίφημο Ερμή του (στην εικόνα αριστερά και στο τέλος του άρθρου) να δείχνει την πορεία της γλυπτικής στον 4ο αιώνα. Είναι ο κατ΄ εξοχήν εκφραστής της νέας τάσης : η κάμψη του σώματος γίνεται τώρα εντονότερη, τα κεφάλια μικραίνουν, οι μορφές μοιάζουν πιο ευλύγιστες και τα χαρακτηριστικά του προσώπου είναι λιγότερο ολύμπια και περισσότερο χαριτωμένα.
Ωστόσο, όλα αυτά δεν γίνονται χωρίς τίμημα. Αυτό που θυσίασε ο Πραξιτέλης ήταν η αυτόνομη στάση των μορφών του. Καθώς τα σώματα κάμπτονται ολοένα και περισσότερο, γίνεται πολύ δύσκολο το να σταθούν χωρίς βοηθήματα - και στον Ερμή του αυτό είναι ξεκάθαρο, με το στήριγμα μεταξύ των μορφών να μαρτυρά την αδυμανία της νέας τάσης.
Ο Πραξιτέλης πρωτοτυπεί και σε κάτι άλλο : η Αφροδίτη της Κνίδου (βλ. εικόνα) είναι η πρώτη γυμνή Αφροδίτη στην ιστορία της γλυπτικής και ένα νέο και δημοφιλέστατο ανά τους αιώνες μοτίβο χρωστά την ύπαρξή του σ΄ αυτόν το γλύπτη.
Το επόμενο βήμα έγινε από τον Λεωχάρη μετά το 340 π.Χ. Αυτό που επιτεύχθηκε ήταν η αίσθηση του βάθους, η κατάκτηση της τρίτης διάστασης. Τα γλυπτά αποκτούν πολύ μεγαλύτερη αίσθηση κίνησης, οι στάσεις γίνονται πιο αντιθετικές και εξεζητημένες, σπάει πλήρως η στοιβαρότητα και η μετωπικότητα. Όλα αυτά φαίνονται αμέσως με μια ματιά στον Απόλλωνα Belvedere (βλ. εικόνα) (από τα πρότυπα του μεγαλύτερου γλύπτη όλων των εποχών, του Michelangelo).
Ο τρίτος της παρέας είναι ο Σκόπας, ο οποίος μαζί με το Λεωχάρη είχε δουλέψει στη διακόσμηση του Μαυσωλείου της Αλικαρνασσού, ενός εκ των επτά θαυμάτων του αρχαίου κόσμου. Ο Σκόπας πήγε την γλυπτική ένα βήμα παραπέρα : απέδωσε το πάθος στην πέτρα. Οι περισσότερες μορφές που βγήκαν από τα χέρια του μοιάζουν θλιμμένες και ταραγμένες, σε κατάσταση μεγάλης έντασης.
Ο πιο σημαντικός γλύπτης του 4ου αιώνα ωστόσο είναι ο Λύσιππος. Είναι ο καλλιτέχνης που ολοκλήρωσε και τελειοποίησε την απόδοση της τρίτης διάστασης στη γλυπτική. Στην εποχή του δοξάστηκε ως ο κορυφαίος γλύπτης στον κόσμο, ενώ κατείχε και τον άτυπο τίτλο του αγαλματοποιού του Αλεξάνδρου (βλ. εικόνα). Τα έργα του Λυσίππου μαρτυρούν τις τεράστιες αλλαγές που συντελέστηκαν τον 4ο αιώνα. Αρκεί να συγκρίνει κανείς τον Κουρασμένο Ηρακλή του (βλ. εικόνα) όχι μόνο με έργα του Φειδία, αλλά ακόμη και με κάποια του Πραξιτέλη, για να αντιληφθεί το μέγεθος των αλλαγών και το διάστημα που διένυσε η τέχνη σε τόσο λίγο χρόνο.
Ο Ερμής του Λυσίππου (βλ.εικόνα) είναι πια περίοπτος : μπορεί να ειδωθεί από όλες τις πλευρές, όχι μόνο από την εμπρόσθια συνήθως κύρια όψη. Ας σημειωθεί ότι ο Λύσιππος είναι υπεύθυνος για ένα κλασικότατο μοτίβο στην τέχνη : είναι ο πρώτος που απέδωσε τον Έρωτα με παιδικά χαρακτηριστικά, αποφεύγοντας τη διαδεδομένη πρακτική του παιδικού σώματος με τα χαρακτηριστικά ενηλίκου (βλ. εικόνα).
Το πιο διάσημο και χαρακτηριστικό έργο του μοιάζει πάντως κάπως πιο συντηρητικό. Ο Αποξυόμενος (βλ. εικόνα) παριστάνει έναν αθλητή που βγάζει με ένα όργανο τη λάσπη που κόλλησε στο λαδωμένο σώμα του. Αντιπροσωπεύει την ακτάκτηση της τρίτης διάστασης, ενώ η μορφή αναγκαστικά έπρεπε να φαίνεται όμορφη από περισσότερες οπτικές γωνίες, καθότι απλώνεται στο χώρο.
Ο Λύσιππος αποτελεί ορόσημο για τη γλυπτική. Στέκεται στο κατώφλι μιας νέας εποχής, ενώ σηματοδοτεί το τέλος της προηγούμενης. Με αυτόν τελειώνει η κλασική γλυπτική και ξεκινά η ελληνιστική. Με αυτήν θα ασχοληθούμε στο τρίτο μέρος της σειράς...