Αύξηση του ενδιαφέροντος για τις κλασικές σπουδές και δη τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό και τη γλώσσα τα τελευταία χρόνια διαπιστώνει ο Βρετανός καθηγητής, Πολ Κάρτλετζ, πρώτος κάτοχος της έδρας Α.Γ. Λεβέντη για τον Ελληνικό Πολιτισμό στο πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ. Μιλώντας στο kathimerini.gr με αφορμή πρόσφατη διάλεξή του στο Λονδίνο για το ρόλο του Ηρόδοτου στη διαμόρφωση μιας αντίληψης για τη «Δύση», ο καθηγητής Κάρτλετζ τονίζει επίσης ότι ο «πατέρας της Ιστορίας» προσφέρει πολύτιμα και επίκαιρα μαθήματα κατανόησης και ανοχής των άλλων.
Ως πρώτος κάτοχος της έδρας Λεβέντη για τον ελληνικό πολιτισμό, σε ποια κατάσταση εκτιμάτε ότι βρίσκονται οι ελληνικές κλασικές σπουδές στη Βρετανία σε σύγκριση με το παρελθόν;
«Μπορούμε να ορίσουμε μια διαχωριστική γραμμή στη δεκαετία του 1960. Μέχρι τότε η διδασκαλία αρχαίων ελληνικών στα σχολεία - δημόσια και ιδιωτικά - ήταν ακόμα ευρέως διαδεδομένη και των λατινικών ακόμα περισσότερο. Άλλωστε η επιτυχία στις εξετάσεις λατινικών ήταν ακόμα προϋπόθεση εισαγωγής στην Οξφόρδη και το Κέιμπριτζ. Αλλά από τότε και έπειτα η διδασκαλία αρχαίων ελληνικών άρχισε να δέχεται πιέσεις, καθώς ήρθε η εποχή της τεχνολογίας και της επιστημονικής 'προόδου' και τη δεκαετία του 1990 τόσο τα ελληνικά όσο και τα λατινικά αποκλείστηκαν ως κλασικά μαθήματα από την ύλη διδασκαλίας που εισήγαγε στα κρατικά σχολεία η κυβέρνηση των Συντηρητικών. Για να αντεπεξέλθουν στην αλλαγή αυτή, όλα τα πανεπιστήμια που προσέφεραν διπλώματα στις 'Κλασικές Σπουδές' άρχισαν να διδάσκουν 'ελληνικά από το μηδέν' ή 'ελληνικά για αρχάριους', συμπεριλαμβανομένου του Κέιμπριτζ από τη δεκαετία του 1970. Από την άλλη πλευρά, χάρη στην τηλεόραση και άλλα μαζικά μέσα, όπως οι ταινίες του Χόλιγουντ, το ενδιαφέρον για τον αρχαιοελληνικό κόσμο μεγάλωσε και όλο και περισσότεροι μαθητές και φοιτητές σπούδαζαν 'κλασικούς πολιτισμούς' χωρίς να διδάσκονται παράλληλα τις αρχαίες γλώσσες».
Πόσο δύσκολο είναι να τονίσετε την επίδραση του αρχαιοελληνικού πολιτισμού στις σύγχρονες κοινωνίες;
«Είναι μια μεγάλη πρόκληση - και μία μεγάλη ευκαιρία. Ακριβώς για το λόγο στον οποίο αναφέρθηκα στην προηγούμενη απάντησή μου, δηλαδή ότι πολλοί φοιτητές έχουν σπουδάσει κλασικούς πολιτισμούς χωρίς να γνωρίζουν την αντίστοιχη αρχαία γλώσσα, υπάρχει όλο και μεγαλύτερη ανάγκη και ευτυχώς όλο και περισσότερη ζήτηση για διαλέξεις και βιβλία σαν τα δικά μου, τα οποία βασίζονται σε πρωτογενές υλικό, με χρήση της αρχαίας γλώσσας, αλλά είναι προσβάσιμα στο ευρύ κοινό, που δεν έχει ειδίκευση πάνω σε τέτοια θέματα. Βιβλία που ασχολούνται με θέματα τα οποία έχουν μια αρχαιοελληνική διάσταση, όπως είναι η ομοφυλοφιλία και η δημοκρατία, τα οποία ωστόσο είχαν εντελώς διαφορετική έννοια στην αρχαία Ελλάδα από αυτή που έχουν σήμερα».
Έχουν οι κλασικές σπουδές κάτι να προσφέρουν στη σημερινή εποχή της αβεβαιότητας και της αμφισβήτησης αξιών;
«Δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις, από καμία πηγή. Αυτό που μπορεί να προσφέρει η μελέτη του παρελθόντος, οποιουδήποτε παρελθόντος, είναι να καταστήσει πιο κατανοητή την τρέχουσα κρίση. Να κατανοήσουμε τι είναι καινούριο σε αυτή την κρίση και ποιες είναι οι αναλογίες προς το παρελθόν. Η μελέτη της Ιστορίας του Ηρόδοτου για παράδειγμα αποκαλύπτει πολύ γρήγορα ότι η ύπαρξη πολύ διαφορετικών, ακόμα και ακραία αντίθετων αξιών μεταξύ διαφορετικών κοινωνιών, ιδίως σε ό,τι αφορά τη θρησκεία, δεν είναι καθόλου νέο φαινόμενο».
Ποια στοιχεία στην ποιότητα της έρευνας του Ηρόδοτου μπορούμε να πούμε ότι είναι επίκαιρα ακόμα και σήμερα;
«Πάνω απ' όλα, η αντίληψή του ότι οι ανθρώπινες κοινωνίες τείνουν να θεωρούν πως οι αξίες τις οποίες ασπάζονται, θρησκευτικές, κοινωνικές, πολιτικές, οποιεσδήποτε, είναι οι καλύτερες όχι μόνο για τις ίδιες, αλλά για όλους - κάτι που τείνει να τους κάνει να χάνουν την ανοχή τους για τις αξίες των άλλων. Ο Ηρόδοτος αντίθετα ήταν ένας εξαιρετικά ανεκτικός άνθρωπος. Για παράδειγμα θεωρούσε ότι το να πας στον πόλεμο δεν ήταν απαραίτητα καλό, καθώς όπως αναφέρει 'στην ειρήνη οι γιοι θάβουν τους πατέρες τους, αλλά στον πόλεμο οι πατέρες θάβουν τους γιους τους', σε ανατροπή της τάξης».
Πόσο αντικειμενικός ήταν;
«Όσο αντικειμενικός μπορεί να είναι οποιοσδήποτε ιστορικός σε μια δεδομένη εποχή και χρονική περίοδο. Μην ξεχνάμε ότι ήταν και ο ίδιος μέρος της ιστορίας που επέλεξε να διηγηθεί».
Έχουν δίκιο όσοι τον έχουν χαρακτηρίσει «Πατέρα της Ιστορίας»; Και όσοι επικριτές τους τον έχουν περιγράψει ως «Πατέρα του Ψεύδους»;
«Ήταν και τα δύο. Αλλά πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πρώτον ότι με τον όρο 'Ιστορία' εννοούμε κάτι σαν μια αυθεντικά αντικειμενική έρευνα για να διαπιστώσουμε την αλήθεια για όσα συνέβησαν στο παρελθόν και όχι μια απόπειρα να γίνει πολιτική ή θρησκευτική ή άλλου είδους προπαγάνδα με βάση μια προκατειλημμένη θεώρηση του παρελθόντος - και δεύτερον ότι τα ψεύδη που είπε δεν ήταν ηθελημένα και απόπειρες παραπλάνησης, αλλά μάλλον μη εσκεμμένα λανθασμένες απόψεις προερχόμενες από ανεπαρκή έρευνα».
Γιατί δεν είναι τόσο γνωστός στον υπόλοιπο κόσμο όσο οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι ή ο Όμηρος ή οι τραγωδοί; Θα έπρεπε να είναι εξίσου διάσημος;
«Το έργο του δεν είναι γραμμένο σε έμμετρη μορφή και είναι μακροσκελές, το πιο παλαιό διατηρημένο έργο σε ελληνικό πεζό λόγο. Μα ήταν πολύ διάσημος στην αρχαιότητα και ήταν μάλιστα γνωστός ως ο Όμηρος του πεζού λόγου. Η Ιστορία των Ελληνοπερσικών Πολέμων είναι ένα είδος αληθινού έπους ισάξιο με τον Τρωικό Πόλεμο του Ομήρου. Για μεγάλο χρονικό διάστημα στην πρόσφατη ιστορία είχε επισκιαστεί από το Θουκυδίδη, τον πιο γνωστό άμεσο διάδοχό του αν και πολύ διαφορετικό τύπο ιστοριογράφου, αλλά αυτή η κατάσταση σταδιακά αλλάζει».
Κατά ποιον τρόπο «κατέκτησε τη Δύση», όπως υποστηρίξατε σε πρόσφατη διάλεξή σας στο Λονδίνο;
«Ο τίτλος της διάλεξης είχε και λίγο ως σκοπό να προκαλέσει ενδιαφέρον, ένα 'δόλωμα' όπως θα λέγαμε. Υπάρχει ένα κλασικό γουέστερν του Χόλιγουντ που ονομάζεται 'Πώς κατακτήθηκε η Δύση' - αλλά η Δύση στην οποία αναφέρομαι εγώ είναι αυτή που ορισμένες φορές αποκαλείται 'δυτικός πολιτισμός', ο οποίος μετά την 11η Σεπτεμβρίου του 2001 αποτελεί μια έννοια που συχνά ορίζεται με όρους σύγκρουσης πολιτισμών μεταξύ μιας δημοκρατικής, φιλελεύθερης, ορισμένες φορές χριστιανικής Δύσης και μιας λίγο ή πολύ αυταρχικής, μουσουλμανικής Ανατολής. Η Κίνα μοιάζει να μην είναι πια το αρχέτυπο της μοχθηρής Ανατολής και φαίνεται ότι τυγχάνει όπως και η Ιαπωνία συμπεριφοράς επίτιμου μέλους της Δύσης… Το συγκεκριμένο ακαδημαϊκό αντικείμενο το οποίο εξέτασα ήταν το κατά ποία έννοια μπορεί ο Ηρόδοτος να ειδωθεί όχι μόνο ως Πατέρας της Ιστορίας, αλλά συγκεκριμένα ως Πατέρας της Δυτικής Ιστορίας, πατέρας της ή μίας Ιδέας της Δύσης, όπως εκπροσωπούταν στη Συμμαχία των Αθηνών την περίοδο 480-479 π.Χ. Μιας Δύσης που μαχόταν για την ελευθερία και τον πολιτισμό και τη δημοκρατία ενάντια σε μια ανελεύθερη και μη δημοκρατική Ανατολή, την οποία αντιπροσώπευε η Περσική Αυτοκρατορία. Αυτό που επεσήμανα λοιπόν ήταν ότι πολλοί Έλληνες ήταν υπήκοοι της Περσίας και επομένως πολέμησαν στο πλευρό της Αυτοκρατορίας το 480-479, ότι ο ίδιος ο Ηρόδοτος είχε γεννηθεί υπήκοος της Περσίας όντας πιθανότατα μικτής ελληνο-ανατολικής καταγωγής και ότι εν τέλει δεν ήταν εχθρικά διακείμενος έναντι των μη-Ελλήνων εξ Ανατολής. Για παράδειγμα επαινεί τους Πέρσες ως άνδρες με θάρρος. Την ίδια στιγμή καθιστά σαφές ότι στην πλευρά της Δύσης δεν ήταν όλοι οι Έλληνες φιλελεύθεροι και δημοκράτες, σημειώνοντας μάλιστα ότι η κοινωνία των Σπαρτιατών είχε ορισμένα εντυπωσιακά 'ανατολίτικα' χαρακτηριστικά, πρόδηλα π.χ. σε εκφάνσεις του σπαρτιάτικου βασιλείου. Κατέληξα λοιπόν στο συμπέρασμα ότι εάν μία αντίληψη της Δύσης μπορεί να ανιχνευθεί τόσο πίσω όσο έως το 480-479 π.Χ., αυτή η αντίληψη κατά την παρουσίαση του Ηροδότου δεν ήταν μια πολωτική αντίθεση άσπρου εναντίον μαύρου, αλλά κάτι πολύ πιο θολό και δυσδιάκριτο».
www.kathimerini.gr