Οι πτήσεις των αφγανικών αερογραμμών προς την Καμπούλ, τον τελευταίο καιρό είναι άδειες. Είναι τόσο ελάχιστος ο κόσμος που επισκέπτεται αυτές τις μέρες το Αφγανιστάν, ώστε οι Αφγανοί τελωνειακοί μπορούν και πάνε στα ολόκαινουργια γκισέ τους αρκετή ώρα μετά τους λιγοστούς επιβάτες που περιμένουν στον έλεγχο διαβατηρίων.
Στην άλλη άκρη του αεροδρομίου ωστόσο, η ουρά εκείνων που εγκαταλείπουν τη χώρα είναι κάτι παραπάνω από μεγάλη. Και μια βόλτα στους δρόμους της αφγανικής πρωτεύουσας, μαζί με συζητήσεις στους σκονισμένους δρόμους της πόλης, επιβεβαιώνει τους φόβους που κυριαρχούν στο μυαλό πολλών (ντόπιων και ξένων) εν όψη των προεδρικών εκλογών της ερχόμενης Πέμπτης. Ο φόβος για ανεξέλεγκτη βία στους δρόμους, για διαδηλώσεις πολύ πιο βίαιες απο εκείνες μετά τις προεδρικές εκλογές στο Ιράν και τρομοκρατικές επιθέσεις από τους Ταλιμπάν έκαναν πολλούς ξένους να εγκαταλείψουν, προσωρινά τουλάχιστον, την Καμπούλ.Όσο για τους ίδιους τους Αφγανούς, 17 εκατομμύρια καλούνται να προσέλθουν στις κάλπες για να εκλέξουν τη νέα κυβέρνηση που ελπίζουν να τους δώσει αυτό που αναζητούν εδώ και 30 χρόνια: ειρήνη και δουλειά. Για την κυβέρνηση Ομπάμα και τους συμμάχους της, μια επιτυχημένη εκλογική διαδικασία στο Αφγανιστάν μπορεί να μη μπορέσει να σβήσει τις χαμένες ευκαιρίες και τα λάθη του παρελθόντος, θα μπορούσε όμως να δείξει πως μετά από οκτώ χρόνια πολέμου, έγινε άλλο ένα, μικρό ίσως, βήμα για περισσότερη σταθερότητα στη χώρα και την περιοχή.
Πολλοί Αφγανοί όμως είναι πεπεισμένοι πως το νικητή θα αναδείξουν οι ξένες δυνάμεις και όχι οι ίδιοι και παρά τη δυσαρέσκεια τους με την κυβέρνηση Καρζάι δεν θα πάνε να ψηφίσουν καθόλου. Κι αυτό γιατί όπως εξηγεί ο νεαρός Ριάζ, "το Αφγανιστάν ήταν πάντα ένα παιχνίδι στα χέρια κάποιων, οι οποίοι δε νοιάστηκαν ποτέ για τους ανθρώπους του.
Πολλοί Αφγανοί όμως είναι πεπεισμένοι πως το νικητή θα αναδείξουν οι ξένες δυνάμεις και όχι οι ίδιοι και παρά τη δυσαρέσκεια τους με την κυβέρνηση Καρζάι δεν θα πάνε να ψηφίσουν καθόλου. Κι αυτό γιατί όπως εξηγεί ο νεαρός Ριάζ, "το Αφγανιστάν ήταν πάντα ένα παιχνίδι στα χέρια κάποιων, οι οποίοι δε νοιάστηκαν ποτέ για τους ανθρώπους του.
"Το πόσο σημαντική είναι η ομαλή διεξαγωγή αυτών των εκλογών και το πόσο σοβαρά φαίνεται να παίρνουν τις όποιες απειλές τόσο η αφγανική κυβέρνηση όσο και η ISAF, φαίνεται στα μέτρα ασφαλείας που ήδη ισχύουν σε κάθε τετράγωνο της αφγανικής πρωτεύουσας και αναμένεται να γίνουν αυστηρότερα τις επόμενες ημέρες. Σήμεια ελέγχου και ένοπλοι φρουροί σε κάθε είσοδο και έξοδο της πόλης, δρόμοι περιορισμένης κυκλοφορίας, τσιμεντένια οδοφράγματα και συρματοπλέγματα, αναγνωριστικά αεροπλάνα στον ουρανό κάθε ώρα της μέρας και της νύχτας.
Παρόλα αυτά, η ζωή στην πόλη συνεχίζεται κανονικά καθώς οι Αφγανοί έχουν πια συνηθίσει τέτοια μέτρα ασφαλείας. Οι δρόμοι της Καμπούλ ασφυκτιούν από τις φωτογραφίες των υποψηφίων και τα πόστερ που είναι κολλημένα σε κάθε τοίχο, κολώνα ή τζάμι. Κι όμως, οι περισσότεροι κάτοικοι δε μπορούν να αναγνωρίσουν πάνω από έξι. Από τους 41 υποψήφιους για την προεδρία (αναμεσά τους και λιγότερες από 10 γυναίκες), μόνο τρεις έχουν πιθανότητες να εκλεγούν.
Ο τωρινός πρόεδρος Χαμίντ Καρζάι, από τη φυλή των Παστούν παραμένει πρώτος, με τον Αμπντάλα-Αμπντάλα να ακολουθεί (τον πρώτο Υπουργό Εξωτερικών της χώρας μετά το 2001, ο οποίος ανήκει στη φυλή των Τατζίκων και το όνομα του είναι συνδεδεμένο με τον Άχμεντ Σαχ Μασούντ και τη Βόρεια Συμμαχία) και τον Άσραφ Γκάνι (πρώην αξιωματούχος της κυβέρνησης Καρζάι) να έρχεται τρίτος.Οι φόβοι για βίαια επεισόδια μετά τις εκλογές, βασίζονται εν μέρει στις φυλετικές και εθνικιστικές διαφορές που χωρίζουν το Αφγανιστάν. Τον Καρζάι υποστηρίζουν οι Παστούν, οι οποίοι βρίσκονται κυρίως στο νότο και αποτελούν την πλειοψηφία των κατοίκων του Αφγανιστάν. Οι νότιες επαρχίες όμως, στο μεγαλύτερο βαθμό, ελέγχονται από τους Ταλιμπάν και είναι αμφίβολο πόσοι κάτοικοι σε επαρχίες που τον τελευταίο καιρό σφυροκοπούνται από τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ, θα μπορέσουν να ψηφίσουν.Οι Ταλιμπάν από την άλλη, έχουν ξεκινήσει σε επαρχίες όπως η Κανταχάρ και η Ζαμπούλ, μια τεράστια εκστρατεία εκφοβισμού των κατοίκων του νότου για να μπουκοτάρουν τις εκλογές. Έχουν δηλώσει πως έχουν 200 βομβιστές αυτοκτονίας έτοιμους για την ημέρα των εκλογών. Με φυλλάδια και μηνύματα μέσω ραδιοφώνου απειλούν πως όποιος προσέλθει στις κάλπες "θα τιμωρηθεί αυστηρά." Κι έτσι έαν οι κάτοικοι στο νότο δεν μπορέσουν να ψηφίσουν, θα αποξενωθούν ακόμα περισσότερο από την όποια κυβέρνηση αν αισθανθούν πως η φωνή τους δεν ακούγεται στην Καμπούλ.Την ίδια στιγμή, οι καταγγελίες για νοθεία πληθαίνουν. Η Επιτροπή Εκλογικών Παραπόνων του Αφγανιστάν ανακοίνωσε πως έχει ήδη δεχτεί 369 καταγγελίες για παρατυπίες στην εκλογική διαδικασία. Ανάμεσα στα 17 εκατομμύρια εκλογικά βιβλιάρια, έχουν εκδοθεί μέχρι και 3 εκατομμύρια διπλότυπα. Όλα αυτά, ανάγκασαν την επιτροπή υπεύθυνη για την διεξαγωγή των εκλογών, να αναγγείλει πως τα πρώτα αποτελέσματα θα ανακοινωθούν στις 3 Σεπττεμβρίου και τα τελικά δύο εβδομάδες αργότερα, έτσι ώστε να ελεγθούν πλήρως όλα τα παράπονα που έχουν κατατεθεί.Καθώς οι μέρες εδώ κυλάνε μέσα σε μια περίεργη και μερικές φορές τρομακτική ησυχία λίγες μέρες πριν τις εκλογές, οι μόνοι που έρχονται μαζικά τώρα στο Αφγανιστάν είναι οι δημοσιογράφοι. Κι αυτό δείχνει πως οι εκλογές της 20ης Αυγούστου είναι ένα γεγονός που η διεθνής κοινότητα δε μπορεί να αγνοήσει.Τα περισσότερα ξενοδοχεία έχουν ήδη γεμίσει και οι αιτήσεις για δημοσιογραφικές άδειες από το αρχηγείο της ISAF φτάνουν και τις 20 την ημέρα. "Παρά τις περικοπές στη Γαλλία, έχουν έρθει πάρα πολλοί Γάλλοι δημοσιογράφοι στην Καμπούλ για να καλύψουν τις προεδρικές εκλογές," λέει η Ντοροτέ Ολιερίκ, δημοσιογράφος του καναλιού France2.
"Η Γαλλία είναι ακόμα σοκαρισμένη από το θάνατο των 10 Γάλλων στρατιωτών στην Καπίσα, γιατί τότε όλοι κατάλαβαν πως η χώρα μας βρίσκεται σε πόλεμο. Το Αφγανιστάν έχει έρθει πλέον πολύ κοντά τους και τους ενδιαφέρει γιατί βλέπουν πόσο άμεσα τους επηρεάζει." Η Ντοροτέ συνεχίζει και μιλάει για τη δημοκρατία στο Αφγανιστάν και το πως αυτό θα επηρεάσει την παρουσία των ξένων στρατευμάτων εδώ. Για τους Αφγανούς όμως, δημοκρατία σημαίνει να μπορέσουν μια μέρα να σταματήσουν να φοβούνται, όχι μόνο για τη ζωή τους αλλά κυρίως για το αύριο.