Θεματολόγιο

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

24.3.10

Η Λογοτεχνία και οι Έλληνες Συγγραφείς της Διασποράς

Το άρθρο που αναδημοσιεύουμε αποτέλεσε τη «γέννηση» της «Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών Συγγραφέων των Πέντε Ηπείρων-ΕΕΛΣΠΗ», όταν η δημοσίευσή του στο διαδίκτυο αμέσως ενεργοποίησε Συγγραφείς απ’ όλα τα σημεία του Πλανήτη όπου μέσα σε λίγες μέρες συγκροτηθήκαμε σε «Επιτροπή Πρωτοβουλίας»


Βάιος Φασούλας
Αφιέρωμα στη Λογοτεχνία και στους Έλληνες, Απόδημους και Γηγενείς  Λογοτέχνες
του Βάιου Φασούλα

Το άρθρο που αναδημοσιεύουμε αποτέλεσε τη «γέννηση» της «Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών Συγγραφέων των Πέντε Ηπείρων-ΕΕΛΣΠΗ», όταν η δημοσίευσή του στο διαδίκτυο αμέσως ενεργοποίησε Συγγραφείς απ’ όλα τα σημεία του Πλανήτη όπου μέσα σε λίγες μέρες συγκροτηθήκαμε σε «Επιτροπή Πρωτοβουλίας». Η αγάπη, ο πόθος, η λαχτάρα και ο ενθουσιασμός για τα Κάλλη της Λογοτεχνίας ήταν τόσο μεγάλη, που πριν ακόμα ιδρυθεί η ΕΕΛ-ΣΠΗ, εκδώσαμε την πρώτη μας Ανθολογία. Λίγους μήνες μετά και αφού επεξεργαστήκαμε το Καταστατικό, ακολουθώντας όλες τις νόμιμες διαδικασίες του Ομόσπονδου Γερμανικού Κράτους και με το δικαίωμα να δρούμε παντού στην υφήλιο, ιδρύσαμε την ΕΕΛΣΠΗ με έδρα τη Γερμανία.

Την δε αφορμή για το άρθρο που ακολουθεί την έδωσε ένα περίφημο «επαναστατικό» θέμα: «Ο ρόλος της λογοτεχνίας στη διαμόρφωση της πολιτιστικής ταυτότητας των Ελλήνων της διασποράς, όπως αυτή εμφανίζεται στα κείμενα των Ελλήνων Λογοτεχνών-Συγγραφέων Β` και Γ` γενιάς στο παράδειγμα της Γερμανίας».

«Αυτό ήταν το θέμα που ο εξαίρετος φίλος, καθηγητής Β΄θμιας Εκπαίδευσης με ειδικότητα στη Νεοελληνική Λογοτεχνία και πολυετή διδακτική πείρα, διανοούμενος και υπερα-σπιστής των γραμμάτων και του λόγου, κ. Γιώργος Τσακιρίδης, που από διακαή αγάπη για το αντικείμενό του εγγράφηκε στο Λουδοβίκειο Πανεπιστήμιο του Μονάχου (L.U.M.).Στην αξιόλογη και επίπονη προσπάθειά του για το ρόλο της Λογοτεχνίας ζήτησε από Έλληνες συγγραφείς της Γερμανίας τις απόψεις τους καθώς και του γράφοντα τις οποίες, θα εκθέσω». (Σήμερα, εννιά περίπου χρόνια μετά απ’ το πολυσέλιδο άρθρο, ας μου επιτραπεί να το εκθέσω αποσπασματικά και αυθεντικά).
«Πολλοί επιστήμονες και διανοούμενοι του κόσμου ασχολήθηκαν και δε θα πάψουν να ασχολούνται με το θαύμα της Λογοτεχνίας και γενικότερα του Ελληνικού Πολιτισμού. Βέβαια αυτό δε σημαίνει ότι η Ελληνική Λογοτεχνία αποτελεί «μονοπώλιο» για την ελληνική πραγματικότητα και ότι άλλες Χώρες και Λαοί έμειναν στο περιθώριο. Θα ήμουν άδικος και εκτός πραγμάτων αν υποστήριζα κάτι τέτοιο.

Ωστόσο μια από τις μεγάλες αξίες του Ελληνικού Πολιτισμού είναι και η Λογοτεχνία-Ποίηση που διαδραμάτισε υπεράνθρωπους ρόλους στην πορεία των αιώνων και των λαών. Στην πατρίδα μας θα δούμε το Λόγο καθοδηγητή και οδηγητή, εμπνευστή και διαμορφωτή, υπερασπιστή και αγωνιστή και ως Έλληνες έχουμε να δώσουμε πολλά δείγματα γραφής στην ανθρωπότητα και σε έργα και σε λόγια. Άλλωστε αυτός είναι, αυτός πρέπει να είναι, ο σκοπός του Λόγου. Να «περπατά» στην οικουμένη όπως ο ήλιος, να απλώνεται όπως η θάλασσα, να βροντά όπως ο κεραυνός και να δημιουργεί με τη θέρμη, τη δροσιά, τη φύλαξη και τα αναρίθμητα Κάλλη του, όχι μόνο θαυμαστές-αναγνώστες, αλλά και μιμητές. Εδώ είναι και η γοητεία της τέχνης.

Θεωρώ ότι τον  Λ ό γ ο   ο Έλληνας τον έχει μέσα του. Τα χαρακτηριστικά του, όπως η σοφία και ο στοχασμός, η ψυχική και κοινωνική ανατομία και η ποίηση, το θέατρο και το τραγούδι, όσο και αν οι κοινωνίες μεταβάλλονται από οάσεις ανάπαυλας, πνευματικής ανάτασης και ηρεμίας σε αποξηραντικούς λάκκους περιτριγυρισμένοι από άγριους του σήμερα, είναι και μένουν ζωντανά σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής.   

Λοιπόν, ο ρόλος της Λογοτεχνίας στη διαμόρφωση της πολιτιστικής ταυτότητας των Ελλήνων της Διασποράς, είναι ένα ευγενές θέμα που, δυστυχώς, μετατράπηκε σε πρόβλημα πολυδιάστατο όπως: Στη γενική στασιμότητα της Ελληνικής Λογοτεχνίας, στον περιορισμό της στους κλασικούς συγγραφείς (δεν αμφισβητείται το έργο τους, προτιμώνται απ’ τα μεγάλα… παζάρια, αλλά εδώ πρόκειται για κέρδη των εκδοτών!) και η αδιαφορία της Πολιτείας-Κράτους και των κυκλωμάτων της, αφορά ιδιαίτερα τους νέους (άγνωστους) Έλληνες Συγγραφείς της Διασποράς ως προς την αναγνώρισή τους.

Σε μια εποχή που η πνευματική τροφή της Λογοτεχνίας καθίσταται αναγκαία όσο ποτέ για την Παγκόσμια Ιστορία και οφείλει να αντιπαρατεθεί στις αντίξοες καταστάσεις της καταναλωτικής και… Παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας μας και ιδιαίτερα το Ελληνικό στοιχειό, δυστυχώς, δε γίνεται τίποτα. Στο δικό μας χώρο, η Μητρόπολη στηριζόμενη στα μόνιμα πόδια τής αδιαφορίας και της εγκατάλειψης έχει γίνει πλέον στερεότυπη και φτάνει στο σημείο να γίνεται αποκρουστική. Παρόλο που ακούγονται διάφορα πολιτιστικά προγράμματα από διάφορους οργανισμούς και παράγοντες (Υπ. Πολιτισμού, Γ.Γ.Α.Ε, ΣΑΕ, κλπ.) δεν έχω ακούσει ποτέ λέξη για τους Συγγραφείς της Διασποράς. Πού τέλος πάντων ανήκει ο δικός μας χώρος; Και παρά το γεγονός ότι κατά καιρούς έχουν φτάσει στα χέρια διάφορων αρμόδιων υπουργών βιβλία μας και γνωρίζουν το έργο μας, δυστυχώς, δεν καταδέχτηκαν να απαντήσουν ούτε ότι τα έλαβαν. Αχαριστία, αδιαφορία, αγένεια, μικροπρέπεια, αμορφωσιά ή… ανειλημμένες υποχρεώσεις, αποτελεί μια επιπλέον παράμετρο στο πολυδιάστατο πρόβλημα.

Πώς μπορεί να γίνει εφικτή η παρουσία των Ελλήνων Συγγραφέων της Γερμανίας όταν η Μητρόπολη όχι μόνο αδιαφορεί, αλλά δεν έχει ούτε άποψη, ούτε εικόνα αν υπάρχουμε κι ας… είμαστε πρέσβεις, όπως μας λένε; Και ιδιαίτερα ως Ελλάδα με τεράστια Πολιτιστική Κληρονομιά που τη ζηλεύουν όλοι, δεν της επιτρέπεται να μένει ούτε αδιάφορη, ούτε ξένη. Ως Απόδημοι Έλληνες ντρεπόμαστε και ως Συγγραφείς λυπούμαστε.
Σίγουρα η πτώση της Λογοτεχνίας, εκτός της Μητροπολιτικής αδιαφορίας, οφείλεται και σε άλλους αρνητικούς και κατασταλτικούς παράγοντες που ξεκινούν από το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, την οποία τραυμάτισαν θανάσιμα με «τεχνολογικά» όπλα της «νέας εποχής», έτσι ώστε η παρουσία της στον 21ο αιώνα να καθίσταται αμφίβολη ή και αδύνατη ενώ παράλληλα η αντικατάστασή της από διάφορες εμπορικές σαχλότητες δεδομένη. Τα Κάλλη του Λόγου αντικαθίστανται απ’ τη «μοντέρνα» εποχή. Σε πολλές περιπτώσεις γίνεται χρήση του Λόγου με τρόπο άγριο, πρόστυχο και επιπόλαιο, έτσι που η παγίδευση του αναγνωστικού κοινού σε συμπληγάδες αντικοινωνικών αποπροσανατολισμών, συν τις ατέρμονες πολιτικές των πολιτειών, που αποτελούν και τον κύριο μοχλό, μοιραία οδηγούν την Λογοτεχνία καθώς και την Ποίηση στους τάφους τους και το αναγνωστικό κοινό στη μεθοδευμένη πνευματική απομάκρυνση και απομόνωση.

Κανείς δεν πρέπει να πτοείται. Στη σημερινή συγκυρία, όσο και αν από κάθε άποψη εξελίσσεται δύσκολη και επικίνδυνη,  κ α ν ε ί ς  Έλληνας δεν έχει δικαίωμα να πτοηθεί. Και ο  Λ ό γ ο ς μέσα από Πεζά και Ποιητικά κείμενα πρέπει να πρωτοστατεί. Και όχι μόνο. Η επιβαλ-λόμενη έξοδός του από το συγγραφικό του «καβούκι» και η παρέμβασή του,-ανάλογα με τις περιστάσεις των κακών κειμένων του καιρού μας- με ποικιλόμορφες μορφές, καθίσταται αναγκαία και την οφείλει. Μέσα από εφημερίδες, περιοδικά, τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς πρέπει να προβάλλονται οι απόψεις του, έτσι που να καταστεί μπορετό, αν όχι η αλλαγή του ρου των πραγμάτων, τουλάχιστον η βελτίωσή τους. Γιατί εκτός από Συγγραφείς είμαστε και Πολίτες.

Θα μπορούσα να μεταφέρω πολλές απόψεις ανθρώπων-κάθε ηλικίας και κοινωνικής-επαγγελματικής θέσης- από συζητήσεις για τη Λογοτεχνία. Ο σημερινός νέος λέει: «Υπάρχει ενδιαφέρον για Λογοτεχνία, δεν υπάρχει όμως χρόνος. Τα ενδιαφέροντα είναι πια αλλού: Στην τηλεόραση, Computer-Internet, καθώς και σε βιβλία με πόρνο και έγκλημα. Δεν είναι η εποχή του βιβλίου. Αυτοί που διαβάζουν είναι αυτοί που ήταν και δε βλέπω να γίνονται περισσότεροι…» Και η σημερινή ελληνίδα νοικοκυρά επισημαίνει: «Πού να βρεις το χρόνο. Οι εξελίξεις τρέχουν, οι δυσκολίες μεγαλώνουν, τα οικονομικά χειροτερεύουν. Λίγος χρόνος για ειδήσεις, άντε να δεις και λίγο τηλεόραση, βάλε και τη διαφήμιση που μας βομβαρδίζει, πάει ο χρόνος. Πού ο παλιός καλός καιρός! Ευτυχώς, έχω λίγα αποθεμένα μέσα μου μυθιστορήματα. Και άλλωστε σήμερα τι να διαβάσεις…!»

Επίσης αρνητικό παράγοντα αποτελεί και η εμπορευματοποίηση του βιβλίου. Όσο η ποιότητα ενός Λογοτεχνικού έργου κρίνεται από οικονομικά συμφέροντα και όχι από την αξία του, η δεδομένη εμπορευματοποίηση του βιβλίου έχει ως επακόλουθα τη «σύγκρουση» με την εσκεμμένη ή μεθοδευμένη απομόνωσή του από τη μια και από την άλλη, το σχηματισμό-δημιουργία άλλων νοοτροπιών στην αναγνωστική νοημοσύνη του κοινού, οι οποίες τον απομακρύνουν και τον μεταβάλλουν σε επιλογέα άλλων «πνευματικών» υλών, όπως: Η ανάγνωση ενός εγκληματικού κειμένου, ενός «ερωτικού» ή «σεξ», ενός μυθιστορηματικού έργου, που σε κάποιες περιπτώσεις, το χρησιμοποιημένο λεξιλόγιο (σθεναρά πρόστυχο) για λόγους εντυπώσεων, δείχνει την ασχήμια του με αποτέλεσμα να αμαυρώνουν τη Λογοτεχνία και πολύ περισσότερο να διαμορφώνεται η ψυχική υπόσταση και ακόμα ο εξωτερικός χαρακτήρας του αναγνώστη.

Πώς λοιπόν θα αναδειχτεί ο ρόλος της Ελληνικής Λογοτεχνίας Ελλήνων Συγγραφέων στη Γερμανία; Υλικό υπάρχει αρκετό και η μήτρα της Ελλάδας δεν έχει σύνορα. Παρόλα αυτά μέσα από τα ακούσματα της καμπάνας που θυμίζει Μεγαλοβδόμαδο, καλείται και οφείλει να παίξει το ρόλο της και η Λογοτεχνία της Διασποράς, μήπως και προλάβει να σώσει κάτι. Πρέπει να γίνει πρωτοπόρος. Και για να το πετύχει αυτό χρειάζεται την υλική συμπαράσταση από τη Μητρόπολη. Τη θέλει αρωγό και χορηγό, προπαγανδιστή, προβολέα και διακινητή. Και η Μητρόπολη διαθέτει όλα τα μέσα. Έτσι θα μπορέσει ο ρόλος της Λογοτεχνίας στη διαμόρφωση της πολιτιστικής ταυτότητας των Ελλήνων της Διασποράς, όπως αυτή εμφανίζεται στα κείμενα των Ελλήνων Λογοτεχνών-Συγγραφέων Β` και Γ` γενιάς να σταθεί στα πόδια της, να παράγει έργο, (μπορεί και έχει) να το παραδώσει στα ανθρώπινα πλήθη και σαν πνευματική παρακαταθήκη να το κληρονομήσει η νέα γενιά.

Μια και μιλούμε για τους Έλληνες Συγγραφείς της Γερμανίας, απ’ όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω, άλλοτε μεγαλύτερα και άλλοτε μικρότερα τα ίδια προβλήματα αντιμετωπίζουν και συνάδελφοι-άγνωστοι Γερμανοί Λογοτέχνες, Ποιητές κλπ. Ο καθένας γνωρίζει ότι «ο Πολιτισμός δεν έχει Σύνορα» και στις διαμορφούμενες πολυπολιτισμικές κοινωνίες του σήμερα (πέρα από το ότι είμαστε φορολογούμενοι Πολίτες) οποιαδήποτε μορφή αδιαφορίας των Κρατών-κυβερνήσεων καθίσταται απαράδεκτη και εγκληματική.

Για το μέλλον της Λογοτεχνίας ο αξιόλογος φίλος και καθηγητής Μαθηματικών κ. Παναγιώτης Γιωτάκης έχει την άποψη ότι: « Η άνοιξη της Ελληνικής λογοτεχνίας-από Έλληνες Λογοτέχνες της Διασποράς-δεν έχει κάνει ακόμα την εμφάνισή της. Και κατά τα φαινόμενα θα αργήσει πολύ… Λογοτεχνικά βιβλία γραμμένα από ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών που ζουν και δραστηριοποιούνται στη Γερμανία κυκλοφορούνε ελάχιστα. Κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Και πρέπει να πω ότι οι Έλληνες της Διασποράς για ευνόητους λόγους έχουν περισσότερη ανάγκη το καλό Λογοτεχνικό βιβλίο απ’ ότι οι συμπατριώτες μας που ζουν στην Ελλάδα. Πρώτο ζητούμενο λοιπόν είναι: να γραφτούν(από Έλληνες του εξωτερικού)και να κυκλοφορήσουν αρκετά λογοτεχνικά έργα (μυθιστορήματα, ποιήματα, νουβέλες κλπ.) Δεύτερο και εξίσου σημαντικό (αν όχι σημαντικότερο): να βρεθούν τρόποι ώστε το καλό βιβλίο να φτάσει στο παιδί, στον συνταξιούχο, στον εργάτη, στη γυναίκα και γενικά σε όσους ζουν και εργάζονται εδώ. Για να ανέβει το επίπεδό μας λίγο ψηλότερα… Για να φωτίσουμε λίγο τα σκοτεινά μερόνυχτα της ξενιτιάς… Για να γεμίσουμε δημιουργικά τις άδειες ώρες… Για να αλλάξει τελικά-προς το καλλίτερο- η ζωή μας. -Νυρεμβέργη 23.03.2001 Π. Γ».

Ο επίσης αξιόλογος φίλος, Δόκτωρ Ευθύμιος Παπαχρήστος, επισημαίνει ότι: Ο Έλληνας Λογοτέχνης στη Γερμανία ως κριτικός παρατηρητής της ζωής, προσεκτικός αφουγκριστής των ανησυχιών του κόσμου δε θα ’πρεπε να επεξεργάζεται πλέον καλαισθητικά αποκλειστικά ή κυρίως τον ξεριζωμό των ελλήνων μεταναστών πριν μερικές δεκαετίες, την μεμψιμοιρία για την ξενιτιά και την ελπίδα για παλιννόστηση. Θαρρώ πως κατά κόρον έγινε. Τουναντίον φαντάζομαι τη Λογοτεχνία στο κατώφλι του 21ου αιώνα να έχει στο επίκεντρο τα σύγχρονα θέματα, προβλήματα παρουσιαζόμενα με όλα τα καλλιτεχνικά εργαλεία που διαθέτει ο συγγραφέας. Αναμένω συγγραφή κειμένων που ν’ αγγίζουν από νέους και με τη θεματολογία και με τη γλώσσα. Όχι γλώσσα ενός ρεπόρτερ-αναμεταδότη ειδήσεων ή συλλογισμών, αλλά γλώσσα υψηλότερου επιπέδου. Ο Λογοτέχνης δε χειρίζεται μόνο το λόγο, αλλά και παράγει λόγο» -Νυρεμβέργη 23.03.2001.

Παρεμπιπτόντως ας μου επιτραπεί να εισάγω στο θέμα μας και μια άλλη διάσταση. Με όσα συμβαίνουν στις μέρες μας, έχω την άποψη ότι η Μητροπολιτική Ελλάδα έχει περιοριστεί στο αθηναϊκό της «όστρακο» και από κει μέσα προσπαθεί να συμμετάσχει στα Παγκόσμια οικονομικά γίγνεσθαι, «ξεχνώντας» τις υποχρεώσεις της, τις αποστολές και τους θησαυρούς της. Στη σημερινή εποχή που η αφετηρία της βρίσκεται αρκετές δεκαετίες πίσω μας, οι σημερινές κοινωνίες, ιδιαίτερα της Δύσης καθώς εγκλωβίζονται στην… τεχνολογία, η συνέπεια που προκύπτει είναι η συνεχής αποσάθρωση των κοινωνιών του Κόσμου και η άλλοτε Πρωτοπόρος και Μήτρα του Φωτός και του Πνεύματος Ελλάδα, πληρώνει το μεγαλύτερο τίμημα. Και αυτό διαπιστώνεται σε όλες τις εκφάνσεις της εφήμερης ζωής μας.

Από τη μια έχουμε μια κατηγορία ξένων διανοούμενων και επιστημόνων, εξαίρετοι από κάθε άποψη και υμνητές του Ελληνικού Πολιτισμού. Και από την άλλη επίσης μια κατηγορία «πολεμιστών» και ανήθικων που αμφισβητούν ή παραβλέπουν τον Ελληνικό Πολιτισμό.

Ποιος ή ποιοι θα προστατέψουν τους Πολιτισμούς του Κόσμου, τον δικό μας και τη Λογοτεχνία; Ποιος ή ποιοι θα προστατέψουν τους νέους του Πλανήτη μας που μεταβάλλονται σε κλέφτες και πόρνες, που εξελίσσονται σε χρήστες και καταλήγουν σε εγκληματίες; Ποιος ή ποιοι θα κρατήσουν τις κοινωνίες, που εν ονόματι, τάχαμου, της Δημοκρατίας και των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τις μεταβάλλουν σε ρατσιστικές και τους λαούς σε «όχλο»; Ποιος ή ποιοι θα αποτρέψουν τους Πολέμους και θα προστατέψουν την ειρήνη; Ποιος ή ποιοι θα φροντίσουν τα 800 εκατομμύρια πεινασμένων συνανθρώπων μας στον πλανήτη με τα 180 εκατομμύρια παιδιά, και ποιος θα νοιαστεί για τη σωτηρία της οικολογικής καταστροφής του πλανήτη; Οι στρατοί, τα πάθη και τα μίση ή οι πολιτικές των πολιτικών; Όσο κι αν είναι αρνητικές και αντίξοες οι κοινωνίες μας, πιστεύω πως για το χώρο της Λογοτεχνίας προσφέρονται. Μέσα από τους αντικοινωνικούς λαβυρίνθους, δυσκολίες και αδιέξοδα μπορεί να αναδειχτεί ο ρόλος της Λογοτεχνίας για τη διαμόρφωση της πολιτιστικής ταυτότητας των Ελλήνων της Διασποράς. Ο καθένας από το μετερίζι του και όλοι μαζί οφείλουμε αυτή τη διαμόρφωση, που πέραν των άλλων που θα προκύψουν, θα πρυτανεύσει και το χαμένο απαύγασμα του ΛΟΓΟΥ. Του δικού μας Λόγου».

Νυρεμβέργη-Γερμανία  - Απρίλης του 2001
Κοινοποίηση: Στον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, στον Πρωθυπουργό της Χώρας, στον Πρόεδρο της Ελληνικής Βουλής, στους Υπουργούς Πολιτισμού, Εξωτερικών, Παιδείας και Θρησκευμάτων. Στους αρχηγούς των ελληνικών πολιτικών κομμάτων, στα Μ.Μ.Ε. Στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών, στη Γ.Γ.Α.Ε, στον Πρόεδρο του Σ.Α.Ε. (Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού) κ. Andrew A. Athens και στους συντονιστές του Σ.Α.Ε. του Πλανήτης μας. Στον Ημερήσιο Τρικαλινό Τύπο, στο Σ.Α.Τ. (Συμβούλιο Αποδήμων Τρικαλινών), στον Τύπο Λαρίσης και Καρδίτσας. Στον αγαπητό φίλο μου Καθηγητή του 2ου Λυκείου Μονάχου, Γιώργο Τσακιρίδη και στο Λουδοβίκειο Πανεπιστήμιο του Μονάχου. Επίσης στον Πρόεδρο της Γερμανικής Δημοκρατίας, στο Γερμανό Καγκελάριο, σε βουλευτές κομμάτων, στα Μ.Μ.Ε. Νυρεμβέργης, στο Σύλλογο Ελλήνων Λογοτεχνών Γερμανίας και σε πολλές Ιστοσελίδες».

Ε, εσείς, απόγονοι του Ομήρου, τι κάνετε;
Κι είμαστε κάμποσοι, γυναίκες και άντρες ξεχασμένοι, άγονοι και θαμμένοι με χώμα ξερό
Είμαστε κάμποσοι, που αδιάκοπα υφαίνουμε το νήμα της ζωής
Κι ας μένουνε στη λησμονιά, γυμνοί και διψασμένοι
 
Στους αργαλειούς μας συντροφιά οι Μούσες μας κρατούν
Αυτές ακούμε πα στα ξεσπάσματα τ’ αγέρα, αυτές θωρούμε μητέρες και αδερφές
Αυτές μας φροντίζουν και μας αγαπούν  /  Στ’ αχνάρια του Ομήρου μάς οδηγούν

Ανά τους αιώνες δάδες πυρός, φωτός στα χέρια τους κρατούν
Για να πυρώνουν τις καρδιές μας και να φωτίζουνε το νου
Και φέγγουν γύρα τ’ ανθρώπινα σκοτάδια να γίνονται γλυκό κι ήρεμο λυκαυγές
Αυτά τα σκοτάδια, τα φτιαχτά από χέρια απογόνων του Ομήρου. 


Κι είμαστε κάμποσοι εμείς…
Οι Μούσες μάς αφαίρεσαν την πολυτέλεια της σιγής, της σήψης και της υποταγής
Μαζί τους έχουμε και τις θεές /  Κι όλες μαζί, με λάβαρά τους τη σοφία, την αρετή και την αγάπη
Για χάρη μας σκιάξανε ως και το θάνατο
Για να ζούμε εμείς, οι ξεχασμένοι και άγονοι, ως απόγονοι του Αθάνατου 
Κρατώντας στα χέρια μας Ομηρικά λυχνάρια
Ανοίγουμε με τις βοές μας περάσματα, μέσα απ’ του κόσμου τα χαλάσματα

Στους ξεραμένους τόπους μας, όπου εδράζεται το φως και η πυρά
Απάνωθέ μας άλαλα πετούνε τα πουλιά 
Ζητούν να ακούσουν τις σκεπασμένες από σκόνες δικές μας μελωδίες   
Που κι αυτές, πάνω στα αβάκιά μας, τα φωτισμένα μ’ αθάνατο φως και πνεύμα
τις χρωματίζουμε χρυσές  / Σβήνοντας με τέχνη τις κακίες, τις κάνουμε στολίδια και αρετές
Και στολίζουμε τον κόσμο, όπως και τ’ άστρα απέραντα το σύμπαν
Έτσι κι εμείς αντικρούουμε σθεναρά του Αιόλου τις σφοδρές επιδρομές
Που σύγχρονοι απόγονοι του Ομήρου άνοιξαν τους ασκούς του
Και φυτεύουμε αιωνόβια δέντρα σοφίας  / Για σας, άσπρα πουλιά, που πια δεν τραγουδάτε

Μελοποιείστε τους στίχους και τους λόγους μας και κάντε τα τραγούδια
Πάρτε τα και σκορπίστε σε όλα τα σημεία του ορίζοντα
Να ακούνε από έξω για μας, που όσο κι αν ξεχαστήκαμε και διψάσαμε
Όσο κι αν γίναμε ένα με την ξεραμένη γη   
Μέσα απ’ τις χαραματιές μας δε θα πάψουμε ποτέ να καταδιώκουμε τους απογόνους
του Ομήρου και να φωνάζουμε:  Ε! Εσείς! Απόγονοι του Ομήρου, τι κάνετε;

Κι όπως αυτό γίνεται κάθε φορά στους τόπους της ξηρασίας μας  / Χιλιάδες φτάνουν γύρα μας σκιές
Μας δίνουν τα χέρια, αγγίζουν το νου μας κι αμέσως παίρνουν μορφές
Κι ένα φωτεινό Συμπόσιο ξεκινά
Και μια μορφή, σαν δικαστής, μες στο κατάλευκο πανωφόρι της καλεί σε αναφορά 
Όλους τους απογόνους τους θέλει εδώ, μπροστά  
Κι όπως η ξεραμένη γη μαλάκωσε και οι χαραγματιές άνοιξαν διάπλατα και τα πουλιά
άλαλα κούρνιασαν γύρα μας από τ’ άστραμμα / Καθώς μας κράταγαν τα χέρια, βρεθήκαμε έξω

Κι αμέσως μια φωνή ακούστηκε, που έσκισε τους αιθέρες, γονάτισε τα δέντρα και έσεισε τη γη
Μια φωνή, που δυνάμωνε το εκθαμβωτικό άστραμμα και σύγκορμα έσκυψαν πάνω μας
τα ουράνια αστέρια  / Και κάποιες σκιές λιγοστές, σαν μαύρα πουλιά, που κατασπαράζουν
το θήραμα, πέταξαν τρομαγμένες  /  Αφήνοντας πίσω τους αιχμηρά τσαπιά και λισγάρια:
Μ’ αυτά που ανοίγουν τάφους και σκεπάζουν το φως

Ε! Εσείς! Απόγονοι του Ομήρου, τι κάνετε;
Ε! Εσείς! που θέλετε να λέγεστε απόγονοί μου, σταθείτε…

Κι αυτοί οι κάμποσοι, είμαστε και οι πολλοί και οι λίγοι / Και οι φωτισμένοι και οι αφώτιστοι.
Και οι δώθε και οι πέρα  / Είμαστε αυτοί, που προικιστήκαμε να ξεχωρίζουμε το φως από το σκότος   Κι έχουμε χρέος ως πολίτες του Ομήρου και του κόσμου
Ως Εραστές και Οπλίτες των Μουσών μας να το πράττουμε
Να μένουμε Δραγάτες και να φυλάμε τα αιωνόβια Δέντρα μας
Από σκιές και άγρια πουλιά, που θρέφονται με κορφές και ρίζες 
Αφήνοντας τον κορμό να τον κάψει ο χρόνος και να τον σκεπάσει η σκόνη
Κι ας είμαστε κάμποσοι, γυναίκες και άντρες, που μείναμε ξεχασμένοι,
ξεχασμένοι, άγονοι και θαμμένοι με χώμα  ξερό
Είμαστε εμείς που θα πάρουμε τα τσαπιά και τα λισγάρια απ’ τα θηρία
για να ανοίξουμε περάσματα μέσα απ’ του κόσμου τα χαλάσματα…
Θ’ ανοίξουμε με τα νύχια μας τρύπες, να φανεί ο ήλιος… 

Πηγή: Βerlin Athen