Η πεζογράφος Αμάντα Μιχαλοπούλου (στη φωτογραφία) που εδώ και μια εξαετία ζει στο Βερολίνο δημοσίευσε αυτή την εβδομάδα στην εφημερίδα Tagesspiegel ένα άρθρο ακριβώς γι' αυτή την ελληνογερμανική αναταραχή. Την αποδίδει, ανεξάρτητα από τα προφανή αίτια που όλοι γνωρίζουμε, και στις τριβές δυο διαφορετικών νοοτροπιών που ανέχεται η μια την άλλη, υπό την προϋπόθεση ότι θα τηρούνται οι αποστάσεις.
«Σε ένα μαιευτήριο της Αθήνας γεννήθηκε πρόσφατα ο ανιψιός μου. Ολόκληρη η οικογένεια δεν έκανε ρούπι από την αίθουσα αναμονής ανάμεσα στα μεσάνυχτα και στις έξι το πρωί. Την ίδια μέρα μια Γερμανίδα φίλη μού έλεγε ότι όταν την κόρη της την είχαν πιάσει οι ωδίνες είχαν λυγίσει τα γόνατά της από το φόβο και στριφογύριζε μέσα στο σπίτι της περιμένοντας την είδηση. Γεννιέται κανείς Έλληνας ή Γερμανός. Βλέπει το φως της μέρας στην αγκαλιά μιας εξωστρεφούς ή μιας εσωστρεφούς οικογένειας, στους κόλπους μιας παρορμητικής ή μιας διακριτικής κοινωνίας».
Θα έβρισκε άραγε κι άλλη μια τόσο χαρακτηριστική εικόνα, από τον ώριμο βίο πια για να διαγράψει αυτές τις διαφορές;
«Το κοινό μας ευρωπαϊκό όνειρο δημιούργησε τη φαντασίωση ότι ανήκουμε όλοι σε μια ανώτερη κατηγορία Ευρωπαίων πολιτών που ζουν και δρουν με τον ίδιο τρόπο. Κι όμως. Οι Έλληνες είναι Έλληνες επειδή δεν χωράει το μυαλό τους τι σημαίνει "πληρώνουμε χωριστά". Οι Έλληνες κερνάνε όποιον κάτσει στο τραπέζι τους και τραγουδάνε "Όλα είναι ένα ψέμα, μια ανάσα, μια πνοή – σα λουλούδι κάποιο χέρι θα μας κόψει μιαν αυγή".
Και οι Γερμανοί είναι Γερμανοί επειδή αναγνωρίζουν τον εαυτό τους στο στίχο της Ingeborg Bachmann «Η στολή της μέρας είναι η υπομονή».
Η Αμάντα Μιχαλοπούλου ζητά από τις στήλες της Tagespiegel επιτέλους μια ανακατανομή των νοοτροπιών. Μόνο ένας συγγραφέας μπορεί να σκαρφιστεί ένα τόσο προωθημένο ευρωπαϊκό όνειρο.
DEUTSCHE WELLE