Θεματολόγιο

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

20.5.10

Η Σάμος των αρχαίων θεών




Πατρίδα του Πυθαγόρα και της Ηρας, το νησί με τη μακραίωνη ιστορία έχει να επιδείξει μια πολυσήμαντη διαδρομή, η οποία αποτυπώνεται στα αξιόλογα αρχαιολογικά της μνημεία.

Κείμενο: Ελενα Κατερίνη, Φωτογραφίες: Νίκος Εξαρχόπουλος
ΣΚΙΕΡΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΠΥΚΝΑ ΠΕΥΚΟΔΑΣΗ, αμπελώνες και ελιές ώς τη θάλασσα, βοτσαλωτές ακρογιαλιές και βουεροί καταρράκτες. Η Σάμος είναι ένας τόπος παραδεισένιος. Από εκείνους που λες: δεν μπορεί, κάποια μαργιόλα θεά θα 'χει βάλει το θαυματουργό της χεράκι. Εδώ γεννήθηκε η Ηρα, εδώ μεγάλωσε, εδώ γνώρισε τον Δία. Μέσα στις καλαμιές του Ιμβρασσου κυνηγιόταν μαζί του πριν την πάρει στον Ολυμπο και την κάνει βασίλισσα. Το νησί της όμως δεν το ξέχασε. Το προίκισε με όλα τα καλά του κόσμου κι αυτό τράνεψε και τη δόξασε.
Το αεροπλάνο φτάνει απομεσήμερο στο Πυθαγόρειο, στη νότια πλευρά του νησιού, μία ανάσα από τα τουρκικά παράλια. Η διαδρομή από το αεροδρόμιο ώς το λιμάνι είναι σπαρμένη με αρχαία. Ο οικισμός, όπου κάποτε γεννήθηκε ο μεγάλος φιλόσοφος και μαθηματικός Πυθαγόρας, συμπίπτει απόλυτα με την αρχαία Σάμο. Σήμερα αποτελεί έναν από τους αγαπημένους ταξιδιωτικούς προορισμούς των Βορειοευρωπαίων. Φοράω δερμάτινα σανδάλια, που τσίμπησα για την περίσταση από το Μοναστηράκι, και κατεβαίνω για σουλάτσο στην πλακόστρωτη προκυμαία. Η ατμόσφαιρα έχει κάτι από την Ελλάδα του '70. Ενα γαλανό καΐκι αράζει ήσυχα και ξανθά πρόσωπα, χορτασμένα ήλιο, πηδούν στη στεριά. Δίπλα μου μια παρέα Γερμανών διαφωνεί για την αυριανή εξόρμηση: βουτιές στη Σαμιοπούλα ή επίσκεψη στο Κουσάντασι. Με 30 ευρώ και διαβατήριο βλέπεις αυθημερόν την αρχαία Εφεσο και απολαμβάνεις και ένα γεύμα εν πλω. Μπροστά από τα ιστιοπλοϊκά, οι καφετέριες και τα μπαρ υποκλίνονται και αυτά στα '70s: μπαμπού καρέκλες, ξεβαμμένα εμπριμέ, γύψινα αγάλματα. Ευτυχώς, χάρη στα πλακόστρωτα δρομάκια και τα λιγοστά νεοκλασικά, ο οικισμός -έτσι καθώς σκαρφαλώνει αμφιθεατρικά στο λόφο με το πρόσωπο στη θάλασσα- διατηρεί μια ομορφιά που δύσκολα εξαλείφεται. Μέσα στα στενά σταματώ στο παντοπωλείο του κυρ Δήμου για μισή οκά σαπούνι πράσινο. Θρονιάζομαι στο κατώφλι και τον τσιγκλάω να μου διηγηθεί καμιά πικάντικη ιστορία για τις πρώτες Σκανδιναβές τουρίστριες…
Το επόμενο πρωί, νωρίς - νωρίς, για να μη με πιάσει η κάψα του μεσημεριού, φτάνω στον αρχαιολογικό χώρο του Ηραίου, κάπου 10 χιλιόμετρα δυτικά του Πυθαγορείου. Στο άλλοτε διάσημο Ιερό της Ηρας, κάποια από τα μνημεία πνίγονται στα καλάμια και τα ξερόχορτα. «Καιροί δύσκολοι γενικότερα, και τα χρήματα που δόθηκαν για τους καθαρισμούς των χώρων λιγοστά», μου λέει ο φύλακας. Τίποτε όμως δεν μπορεί να μειώσει το δέος που νιώθω μπροστά στα απομεινάρια της αρχαίας μητρόπολης, που αποστήθιζα ως φοιτήτρια. Με μυθικό οικιστή τον αργοναύτη Αγκαίο, η Σάμος πήρε το όνομά της από τα ψηλά βουνά και τη φοινικική λέξη «σαμά», που σημαίνει ψηλός. Αποικήθηκε από τους Ιωνες και χάρη στη σημαντική της θέση εξελίχθηκε σε πλούσιο κέντρο της Μεσογείου.
Αιώνες πριν η Σπάρτη εμφανιστεί δυναμικά στο προσκήνιο, πριν ακόμη η Αθήνα γνωρίσει το Χρυσό της αιώνα, τα πλοία της όργωναν τις θάλασσες από την Αίγυπτο ώς την Ισπανία και τα εργαστήριά της παρήγαγαν αριστουργήματα γλυπτικής και μεταλλοτεχνίας. Στα χρόνια του τυράννου Πολυκράτη (δεύτερο μισό του 6ου π.Χ. αι.) η Σάμος έφτασε στο απόγειο της ακμής της. «Πρώτη μεταξύ όλων των πόλεων, ελληνίδων και βαρβάρων», την ονομάζει ο Ηρόδοτος και περιγράφει εκστασιασμένος τα τρία μεγάλα τεχνικά της έργα: το Ευπαλίνειο Υδραγωγείο, το μόλο για την προστασία του λιμανιού και το μεγάλο ναό της Ηρας. Στέκομαι πλάι στη μοναδική όρθια κολόνα του κολοσσιαίου ναού, που σηματοδότησε τη γέννηση του ιωνικού ρυθμού στην αρχιτεκτονική. Ψάχνω το σηκό όπου στεκόταν το ξύλινο ξόανο της Ηρας τυλιγμένο με κλαδιά λυγαριάς, το γιγάντιο βωμό όπου θυσίαζαν τα ζώα για χάρη της, την ιερά οδό με τα αφιερώματα που έφτανε ώς την αρχαία πόλη…
Κάτω από μια μουριά, ο Νίκος, ο φωτογράφος, μου κάνει νόημα. Βιάζεται να δει το ευπαλίνειο όρυγμα. Του 'χω πάρει το κεφάλι με αυτό. «Εσκιζε υπόγεια το βουνό, για να φέρει νερό στην πόλη», του ανέφερα σχετικά. Αφήνουμε το αυτοκίνητο στο Πυθαγόρειο και ανεβαίνουμε με τα πόδια το λόφο ακολουθώντας τις πινακίδες. Η διαδρομή διαρκεί κάπου μισή ώρα. Στροφές πάνω στην άσφαλτο, ο ήλιος χτυπάει κατακέφαλα, αλλά η θέα προς τα παράλια, έτσι καθώς παίρνουμε ύψος, μας αποζημιώνει. Στη στενή είσοδο του ορύγματος στριμώχνομαι ιδρωμένη, σκύβοντας το κεφάλι κάτω από την πυραμιδωτή οροφή. Λίγα μέτρα ακόμη και χώνομαι για τα καλά στη δροσερή ησυχία της σήραγγας. Πατάω προσεκτικά πάνω στην εσχάρα, μήπως μου φύγει κανένα σανδάλι, και σκύβω πάνω από το βαθύ αυλάκι με τους σωλήνες του νερού. Στα υγρά τοιχώματα διακρίνονται τα κόκκινα σημάδια από τις μετρήσεις του μηχανικού. Η μόνη καθοδήγηση για τα συνεργεία, που μέσα στη μισοσκότεινη πνιγηρή ατμόσφαιρα έσκαβαν μέρα - νύχτα με σφυρί και καλέμι την καρδιά του βράχου.
Βγαίνοντας μισοκλείνω τα μάτια μου στον καυτό ήλιο. Προχωρημένο μεσημέρι, οι αισθήσεις ατονούν, αλλά εγώ τραβάω τον Νίκο από το χέρι, να του δείξω από ψηλά τα «Τρία Δόντια», τα τοιχάρια μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής που σώζεται δίπλα από το ξενοδοχείο μας, το Doryssa Bay. «Φτάνει», μου λέει εκείνος αγανακτισμένος, «δεν έχει άλλα αρχαία για σήμερα. Σου 'χω κλείσει χαλαρωτικό μασάζ στο spa του ξενοδοχείου και δείπνο πλάι στη θάλασσα, κάτω από τα αρμυρίκια. Δεν θα κουνηθούμε από κει μέχρι αύριο».
Την επόμενη μέρα διασχίζουμε την ενδοχώρα με κατεύθυνση βόρεια. Το νησί είναι ορεινό, καταπράσινο και φαίνεται τελευταία να έχει συνέλθει από τις πυρκαγιές που το κατέκαψαν πριν από μερικά χρόνια. Μόλις 15 χιλιόμετρα από το Πυθαγόρειο, σε μία στροφή του δρόμου εμφανίζεται μπροστά μας η πρωτεύουσα του νησιού, η Σάμος, απλωμένη αμφιθεατρικά γύρω από τον κόλπο. Κατηφορίζουμε τις στροφές, προσπερνάμε τις καπναποθήκες των Σούτηδων και πιάνουμε την παραλιακή οδό με τα νεοκλασικά: τη Δημοτική Βιβλιοθήκη, την Εμπορική Τράπεζα, το Δημαρχείο και το Αρχαιολογικό Μουσείο, την εκκλησία των Καθολικών, την πλατεία με το λιοντάρι. Εικόνες αστικής ακμής του 19ου αιώνα... Μετά το 1453, όταν η Σάμος αλώθηκε από τους Τούρκους, οι περισσότεροι κάτοικοι την εγκατέλειψαν. Χρειάστηκαν 100 χρόνια, η προστασία ενός Τούρκου ναυάρχου και ένα σουλτανικό φιρμάνι για να κατοικηθεί εκ νέου. Οι πρώτοι οικισμοί χτίστηκαν σε υψώματα για το φόβο των πειρατών. Στο βορειοανατολικό όρμο του νησιού, ανάμεσα στους λόφους Κουτσόμυλο και Βαρελά, χτίστηκε το Βαθύ με ένα μικρό αγκυροβόλιο χαμηλά στη θάλασσα. Μέσα στο 19ο αιώνα το μικρό σκάλωμα εξελίχθηκε σε μεγάλο εμπορικό λιμάνι και πρωτεύουσα του νησιού. Πρώτα τα διάσημα από την αρχαιότητα γλυκά σαμιώτικα κρασιά και έπειτα τα μυρωδάτα καπνά από σμυρναίικα και αιγυπτιακά χαρμάνια έφεραν πλούτη και έκαναν τη Σάμο γνωστή σε όλο τον κόσμο. Ο Ακης Τζιβανάκης μάς δείχνει στο γραφείο του τη συλλογή του από πανέμορφα μεταλλικά τσιγαρόκουτα. Τα περισσότερα φέρουν το θυρεό της ηγεμονίας, του ιδιότυπου καθεστώτος που γνώρισε η Σάμος από το 1834 έως το 1912, όταν διοικούνταν από χριστιανό διοικητή διορισμένο από το σουλτάνο.
Αργά το απόγευμα ανεβαίνουμε τα στενά στο Βαθύ. Πυκνή ακανόνιστη δόμηση, λιθόστρωτα καλντερίμια, διαβατικά και στενά πλατώματα, κεραμοσκεπές, ακόμη και στα παλιότερα δωμοσκέπαστα σπίτια φαλτσογωνίες και μακεδονίτικα σαχνισιά για την εξοικονόμηση χώρου, ξυλόγλυπτες κορνίζες και φεγγίτες πάνω από τα παράθυρα. Η ιδιότυπη αρχιτεκτονική του Βαθέος έχει επιδράσεις από την παράδοση της ηπειρωτικής Ελλάδας αλλά και της Μικράς Ασίας. Εξω από την Αγία Παρασκευή, όπου ήταν και ο αρχικός πυρήνας του οικισμού, συναντάμε τον Στέφανο Φραντζή, δημοτικό σύμβουλο. Μας φέρνει βόλτες καμαρώνοντας για τις προσπάθειες του δήμου να αναστηλώσει και να νοικοκυρέψει το Βαθύ χάρη σε ένα πρόγραμμα της περιφέρειας Βορείου Αιγαίου. «Κάποιοι καχύποπτοι αρνούνται να συμμετάσχουν», λέει. Τον κοιτάω έκπληκτη και του δείχνω τα καλώδια που σκίζουν τον ορίζοντα στον κουκλίστικο οικισμό. Στην πλατεία της Παναγίτσας με την κρήνη του Μουσούρου αποχωριζόμαστε. «Το βράδυ θα 'ρθετε από το σπίτι. Σας έχω φυλάξει γιορτή». «Τι είναι αυτό;», ρωτάει ο Νίκος. «Γίδα με στάρι και κρεμμύδια. Το φτιάχνουμε στις μεγάλες γιορτές και χθες ήταν της Αναλήψεως». Πριν προλάβω να ανοίξω το στόμα μου, ακούω τον Νίκο να κανονίζει για την ώρα. Ακουμπάω την πλάτη μου στον τοίχο και δαγκώνω ένα ξινούτσικο δαμάσκηνο, ζεστό ακόμη από το μεσημεριάτικο ήλιο.
H Eλενα Kατερίνη είναι αρχαιολόγος στη ΛΓ΄ Eφορεία Προϊστορικών και Kλασικών Aρχαιοτήτων Πρέβεζας - Aρτας.
ΕΥΠΑΛΙΝΕΙΟ ΥΔΡΑΓΩΓΕΙΟ
Εργο του μηχανικού Ευπαλίνου από τα Μέγαρα, έφερνε νερό στην αρχαία Σάμο από την πηγή των Αγιάδων, που βρισκόταν πίσω από το βουνό με την οχυρωμένη ακρόπολη. Κατασκευάστηκε στα μέσα του 6ου αι. π.Χ. και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα τεχνικά έργα της αρχαιότητας. Το πιο θαυμαστό και τολμηρό του κομμάτι ήταν το όρυγμα, μία σήραγγα που λαξεύτηκε διασχίζοντας το βράχο αντί να τον παρακάμψει. Με μήκος 1.036 μ. άρχισε να ανοίγεται ταυτόχρονα από τις δύο αντίθετες πλευρές του βουνού και συναντήθηκε, έπειτα από εργασίες περίπου οκτώ χρόνων, κάτω ακριβώς από τη ράχη του με ελάχιστη απόκλιση. Στο δάπεδο ανοίχτηκε ένα δεύτερο παράλληλο κανάλι με κλίση 0,45% και βάθος που φτάνει ώς τα 8,50 μ., μέσα στο οποίο περνούσε ο πήλινος αγωγός του νερού. Ετσι, υπόγειο σε όλη του τη διαδρομή, το νερό κατέληγε με ασφάλεια μέσα από τα τείχη της πόλης.
ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΩΝ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΩΝ
«Μακάρων Νήσος» η Σάμος κατά τον Διόδωρο τον Σικελιώτη, δηλαδή Νησί των Ευτυχισμένων, των καλότυχων, την εποχή που τη διοικούσε ο τύραννος Πολυκράτης, ένας από τους ισχυρότερους και ικανότερους άνδρες του καιρού του. Οταν ο φαραώ Αμασις της Αιγύπτου τον συμβούλεψε να προκαλέσει ο ίδιος κάποια λύπη στον εαυτό του για να μειώσει το φθόνο των ανθρώπων για την τόση ευτυχία, ο Πολυκράτης πέταξε στη θάλασσα το αγαπημένο του δαχτυλίδι. Λίγες μέρες μετά ο μάγειρας του παλατιού, καθώς ετοίμαζε το δείπνο του αφέντη, το ξαναβρήκε στην κοιλιά ενός ψαριού. Μόλις πληροφορήθηκε το γεγονός, ο Αμασις έκοψε κάθε επαφή με τον Πολυκράτη φοβούμενος για τα δεινά που επρόκειτο να συμβούν στον φίλο του. Χρόνια μετά ο Πολυκράτης σταυρώθηκε από έναν Πέρση σατράπη στην κορυφή του όρους Μυκάλη.