Του Σάββα Ιακωβίδη
Ο Ιωάννης Θ. Μάζης, καθηγητής Οικονομικής Γεωγραφίας-Γεωπολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αναλύει τους βαθύτερους λόγους και γιατί πρέπει να ισχύσουν οι κανόνες του Διεθνούς Δικαίου περί θαλάσσης
Η Κυπριακή Δημοκρατία, με την ιστορική απόφαση-ενέργεια του Τάσσου Παπαδόπουλου να αρχίσει την οριοθέτηση της κυπριακής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ), που είχε ως συνέπεια την υπογραφή συμφωνιών με την Αίγυπτο και το Ισραήλ, και να εκκρεμεί με το Λίβανο, άνοιξε και έδειξε το δρόμο στην Ελλάδα. Ατυχώς, η Αθήνα καθυστερεί στην οριοθέτηση της ελληνικής ΑΟΖ με παρενέργειες στα ελληνικά συμφέροντα, εξαιτίας της τουρκικής επιθετικότητας. Ο Ιωάννης Θ. Μάζης, καθηγητής Οικονομικής Γεωγραφίας-Γεωπολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο σημερινό δεύτερο μέρος της συνέντευξής του στη «Σ», αναλύει τους λόγους και προτείνει λύσεις.
Γιατί η Ελλάδα δεν οριοθέτησε ακόμα τη δική της ΑΟΖ; Τι συμβαίνει με το Καστελλόριζο;
Θα εκκινήσουμε εκ της παραδοχής ότι η Ελλάς δεν είναι «αναθεωρητική χώρα» και ρυθμίζει την εξωτερική της πολιτική βάσει των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου. Εάν η Ελλάς παύσει να βασίζεται εις αυτούς και επιλέξει τον ολισθηρόν κατήφορον των «πολιτικών» καλουμένων λύσεων με την Τουρκία, τότε δύο τινά δύνανται να συμβούν: Είτε η Ελλάς να αποδεχθεί τελικώς τον κανόνα της ισχύος και να αντιμετωπίσει αποτελεσματικώς ενδεχόμενο κίνδυνο θερμών προκλήσεων από την Άγκυρα εις το Αιγαίο και την Ν/Α Μεσόγειο, είτε να απωλέσει, ακόμη και άνευ αυτών των προκλήσεων, εθνικήν κυριαρχία εις το Ανατολικόν Αιγαίο, την Θράκη και την Ν/Α Μεσόγειο (Καστελλόριζο). Η ελληνική διστακτικότης βασίζεται, κατά την γνώμη μου, στα εξής τέσσερα σημεία:
Το πρώτο σημείον - κατά την γνώμην μου - κατά τινές, μπορεί να δημιουργήσει ασάφειες, οι οποίες θα απαιτούσαν μάλλον «πολιτικού τύπου προσεγγίσεις» και όχι - κατά βάσιν - νομικού. Πρόκειται διά το άρθρον 74, εις το οποίο η νέα Σύμβασις (1982) προβλέπει σύναψη Συμφωνίας «συμφώνως προς το Διεθνές Δίκαιον, όπως αυτό καθορίζεται στο άρθρο 38 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου, προς τον σκοπόν καταλήξεως εις δικαίαν (επιεική) λύση». Η «δημιουργική ασάφεια», λοιπόν, την οποίαν φαίνεται να επικαλούνται ορισμένοι αναλυταί, προκύπτει ακριβώς εδώ. Εδώ, όμως, η Κύπρος έδειξε τον δρόμο, με την ενέργεια του αειμνήστου Τάσσου Παπαδόπουλου για την εξαγγελία της κυπριακής ΑΟΖ, πράγμα που αναλύσαμε ανωτέρω, κ. Ιακωβίδη.
Ευθιδικία και Διεθνές Δίκαιο
Το δεύτερον, είναι η αρχή της ευθιδικίας/equity, η οποία εμπεριέχει και την αρχήν «των ειδικών περιπτώσεων», τις οποίες ασαφώς και αβασίμως από νομικής πλευράς, επικαλείται η Τουρκία. Εδώ πρέπει να λάβουμε υπ' όψιν όλα τα ανωτέρω, τα οποία και αποτελούν σαφώς ελληνική πολιτική επιλογή διαπραγματευτικής στρατηγικής, με βάση πάντοτε το πρόταγμα του raison d' ?tat. Και πάντως, και η περίπτωση της «δικαίας λύσεως/ευθιδικίας» οφείλει, κατά νόμον, να είναι απόρροια του Διεθνούς Δικαίου και σύμφωνη ως προς αυτό. Και διά την πλήρη διασαφήνιση του ζητήματος πρέπει να σημειωθούν τα εξής:
Συμφώνως προς την Σύμβαση του 1982 (άρθρο 121) οι Νήσοι διαθέτουν πλήρη δικαιώματα Υφαλοκρηπίδος και ΑΟΖ. Εξαιρούνται μόνον οι βραχονησίδες οι οποίες «δεν δύνανται να κατοικηθούν» (προσοχή, δεν ομιλεί ο νόμος περί «μη κατοικουμένων», αλλά περί «μη δυναμένων να κατοικηθούν»!) «ή δεν έχουν ιδική των οικονομική ζωή, και οι οποίες δικαιούνται να έχουν μόνον χωρική θάλασσα και συνορεύουσα ζώνη». Κοντολογίς, οι βραχονησίδες αυτές δικαιούνται να έχουν μέχρι 12 ν.μ. εύρος Χωρικής Θαλάσσης και ακόμη άλλα 12 ν.μ. Συνορεύουσας Ζώνης! Να σημειωθεί εδώ, ότι η Τουρκία δεν αναγνωρίζει ανάλογα δικαιώματα καν εις το Καστελόριζο!
Δεν αναγνωρίζει, λοιπόν, η γείτων, «φίλη» και «σύμμαχος», δικαίωμα Χωρικών Υδάτων και, φυσικά, ούτε Συνορεύουσας Ζώνης στις βραχονησίδες αλλά ούτε καν εις τις Νήσους του παρακτίου Κράτους το οποίον και τις διαθέτει, και δεν δέχεται να ακολουθήσει τις επιταγές του Δικαίου της Θαλάσσης το οποίο, όμως, όπως απαιτεί η οιαδήποτε λύσις, ακόμη και ευθιδικίας, οφείλει να συντελείται με σαφή τήρηση των υπ' αυτό προβλεπομένων κανόνων! Τι να συζητήσωμε, λοιπόν, επ' αυτού και βάσει ποίας «ευθιδικίας», πέραν των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου με την Τουρκία;
Κλειστές θάλασσες
Το τρίτον αφορά στα άρθρα 122 και 123 της Συνθήκης του 1982, τα οποία προτείνουν κάποιες εξαιρέσεις από τις παραδεδεγμένες και κοινώς αποδεκτές λύσεις του Δικαίου της Θαλάσσης, αφορώσες τις περιπτώσεις των λεγομένων «κλειστών ή ημικλείστων Θαλασσών». Πρέπει να τονίσουμε ότι η ρύθμισις αυτή έχει χαρακτήρα συστάσεως και όχι δεσμευτικό, και προβλέπει απλώς συνεργασία στους τομείς της
ι) εξερευνήσεως, διατηρήσεως και εκμεταλλεύσεως των «ζώντων φυσικών πόρων» (δηλαδή: αλιεία), των Θαλασσών αυτών όπως και εις τους τομείς
ιι) της θαλασσίας επιστημονικής ερεύνης και της προστασίας του Θαλασσίου περιβάλλοντος (περιβαλλοντική προστασία). Συνεπώς, τα οποιαδήποτε επιχειρήματα της Τουρκίας περί της Ημικλείστου Θαλάσσης του Αιγαίου δεν δύνανται, ακόμη και εάν εγίνοντο, παρ' ελπίδα, αποδεκτά από την Αθήνα, να επεκταθούν σε τομείς συνεκμεταλλεύσεως υποθαλασσίου πλούτου (υδρογονανθράκων), ούτε βέβαια εκχωρήσεως εθνικής κυριαρχίας στους τομείς της Υφαλοκρηπίδος, διότι κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται κατ' ουδένα τρόπο από την Σύμβαση του 1982!
Ανακόλουθη τουρκική στάση δύο μέτρων και δύο σταθμών
Πρέπει, όμως, να σημειώσουμε ακόμη μίαν ανακόλουθη στάση της Τουρκίας, η οποία αποδεικνύει την γνωστήν εις τους Τούρκους μέθοδος των «καλών και συμφερόντων» και μάλιστα διά της μεθόδου «των δύο μέτρων και δύο σταθμών»:
ι) Η Τουρκία ούτε υπέγραψε αλλά και ούτε επικύρωσε τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θαλάσσης. Ωστόσο, υιοθέτησε, περί το τέλος του 1986, ΑΟΖ στη Μαύρη Θάλασσα και ήρθε σε συμφωνία με την τότε Σοβιετική Ένωση για τις επικαλυπτόμενες περιοχές, χρησιμοποιώντας τη... μέθοδο της μέσης γραμμής (!).
ιι) Αργότερα η Τουρκία άρχισε συνομιλίες με την Βουλγαρία και την Ρουμανία για το ίδιο θέμα και ήρθε σε αναλόγου μορφής και περιεχομένου συμφωνία με αυτήν την οποίαν είχε συνάψει με τους Σοβιετικούς. Έτσι, ενώ η Τουρκία έχει προχωρήσει, σε συνεργασία με παρευξείνια κράτη, στην οριοθέτηση της ΑΟΖ στη Μαύρη Θάλασσα - μιας "περίκλειστης ή ημιπερίκλειστης θαλάσσης", όπως ισχυρίζεται ότι είναι και η Μεσόγειος - αρνείται να πράξει το ίδιο και εις την... Μεσόγειο, έχοντας όμως η ίδια δημιουργήσει προηγούμενο εις την Μαύρη Θάλασσα. Αυτά αποτελούν ισχυρά όπλα στα χέρια της ελληνικής διπλωματίας, αρκεί να της δοθεί η εντολή να τα χρησιμοποιήσει...
Το τέταρτον σημείον είναι η αποκαλούμενη «Συμφωνία της Μαδρίτης του Ιουλίου του 1997», επί Κυβερνήσεως Κ. Σημίτη, είναι ακόμη ένα σημείο, το οποίο η Αθήνα οφείλει να συνεκτιμήσει και να χειρισθεί αναλόγως στην κρίσιμη συγκυρία των ελληνο-τουρκικών συνομιλιών, αλλά και για το θέμα της χαράξεως της ελληνικής ΑΟΖ. Στη συμφωνία αναφέρεται ότι: «Και οι δύο χώρες θα αναλάβουν προσπάθεια να προωθήσουν διμερείς σχέσεις, που θα βασίζονται μεταξύ άλλων και σε:
ΙV ) Σεβασμό στα νόμιμα ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα της κάθε χώρας στο Αιγαίο, τα οποία έχουν μεγάλη σημασία για την ασφάλεια και την εθνική κυριαρχία τους.
V ) Δέσμευση αποφυγής μονομερών ενεργειών στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού και της επιθυμίας, ώστε να αποτραπούν συγκρούσεις οφειλόμενες σε παρεξήγηση
Οι δύο αυτές παράγραφοι είναι οι επίμαχες και εκείνες οι οποίες χρησιμοποιούνται ή/και υπονοούνται από την ισλαμική κυβέρνηση της Άγκυρας ως βάση νομιμοποιήσεως των διεκδικήσεών της εις το Ανατολικό Αιγαίο και βεβαίως εις το Καστελόριζο. Ένα λαμπρό δείγμα αυτής της τουρκικής αναλύσεως μάς έδωσε, ήδη από τον Ιούνιο του 2007, ο Τούρκος Πρόεδρος κ. Γκιουλ, όταν εις το περιθώριο της Συνόδου του ΟΣΕΠ δήλωσε στην εφημερίδα «Καθημερινή» ότι:
«Η Τουρκία και η Ελλάδα έχουν νομικά και ζωτικά συμφέροντα και ανησυχίες στο Αιγαίο, με μεγάλη σημασία για την ασφάλεια και την εθνική κυριαρχία τους. Έχουν δεσμευθεί με τη Συμφωνία της Μαδρίτης του 1997 να σέβονται τις αρχές αυτές και να διευθετούν τις μεταξύ τους διενέξεις με ειρηνικά μέσα και με αμοιβαία συναίνεση».
Ακόμα όμως και αυτό το επιχείρημα της ισλαμικής κυβερνήσεως της Άγκυρας δεν είναι επαρκές για να «γκριζάρει» το Αιγαίο και τη Ν/Α Μεσόγειο. Και αυτό διότι:
ι) η Τετάρτη Παράγραφος ομιλεί περί «νομίμων ζωτικών συμφερόντων και ενδιαφερόντων» των δύο χωρών. Δηλαδή συμφερόντων και ενδιαφερόντων των οποίων η διεκδίκηση ορίζεται από το Διεθνές Δίκαιο και στην περίπτωση αυτή, από το Διεθνές Δίκαιον της Θαλάσσης του 1982! και
ιι) η Πέμπτη Παράγραφος έχει ήδη πολλαπλώς καταρρακωθεί και εξευτελισθεί πλήρως από την τουρκική συμπεριφορά των διαρκών παραβιάσεων και υπερπτήσεων στο Αιγαίο, όπως και από μόνη την ύπαρξη του casus belli! Συνεπώς, η καταγγελία από ελληνικής πλευράς της Συμφωνίας αυτής είναι και εύκολη και επιβεβλημένη, ακριβώς λόγω των δύο ανωτέρω στοιχείων.
Να καταγγελθεί η Συμφωνία της Μαδρίτης
Ακριβώς λόγω της προκλητικής -και κάθε άλλο παρά ειρηνικής- συμπεριφοράς της Τουρκίας στο Αιγαίο, η Συμφωνία (της Μαδρίτης) έπρεπε ως ελάχιστο διπλωματικό μέτρο ή έστω διπλωματική ποινή, να καταγγελθεί από ελληνικής πλευράς στο σύνολό της. Επίσης, η ύπαρξη και μόνη του εισέτι ισχύοντος casus belli ακυρώνει πλήρως το ουσιαστικό περιεχόμενο των Παραγράφων Ι, ΙΙ και ΙΙΙ οι οποίες προβλέπουν αντιστοίχως:
ι) Αμοιβαία δέσμευση για την ειρήνη, την ασφάλεια και τη συνεχή ανάπτυξη σχέσεων καλής γειτονίας,
ιι) Σεβασμό της κυριαρχίας της κάθε χώρας και
ιιι) Σεβασμό των Αρχών του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Συνθηκών αλλά -και κυρίως- το γράμμα και το πνεύμα της Παραγράφου VI η οποία (τι ειρωνία...) προβλέπει «δέσμευση διευθέτησης των διαφορών τους με ειρηνικά μέσα, στη βάση αμοιβαίας συναίνεσης και χωρίς τη χρήση βίας ή την απειλή βίας». Ερωτώ λοιπόν, εάν το casus belli δεν αποτελεί «απειλή χρήσεως βίας», τότε τι αποτελεί; Ειρηνικό μέσο;
Για όλους λοιπόν τους ανωτέρω λόγους, από όποια πλευρά και αν ιδωθεί η Συμφωνία αυτή, παρά τις καλές προθέσεις της χώρας μας, δεν μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει έστω και ως κείμενο... Οφείλει η Ελλάδα να δείξει ότι δεν ανέχεται, επιτέλους, την κοροϊδία και τον ευτελισμό, και να δώσει ένα μήνυμα σοβαρότητος και εις το υπόλοιπο διεθνές της περιβάλλον...
Αυτή η κίνηση είναι αυστηρώς διπλωματική, καθόλου πολεμοκαπηλική, αλλά επαρκώς σαφής για τα κέντρα εκείνα που ενδιαφέρονται για την ειλικρίνεια των συμμάχων τους στην περιοχή, είτε όντως το εννοούν είτε όχι. Και κάτι ακόμα: εάν όλα αυτά δεν αρκούν εις την ελληνική εξωτερική πολιτική για να αντεπεξέλθει άνευ εθνικών παραχωρήσεων, τότε τίποτε δεν θα της αρκέσει. Δυστυχώς...
10/01/2011
η σημερινή