ΟΡΥΚΤΑ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΣΕ ΑΝΘΗΣΗ
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΙΟΥΣΗ
Περλίτης Μήλου, μπεντονίτης Κιμώλου, κίσσηρις Γυαλιού, ποζολάνη Πέλλας, ατταπουλγίτης Κοζάνης, τάλκης Δράμας, χαλαζίας Θεσσαλονίκης. Γνωστά ως μη μεταλλικά ορυκτά ή αλλιώς βιομηχανικά ορυκτά. Λάμπουν... και ας μην είναι χρυσός, σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία για τη χώρα μας.
Σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, ο παραγωγικός αυτός κλάδος όχι απλώς επιβιώνει αλλά παρουσιάζει εντυπωσιακά οικονομικά μεγέθη- εμφάνισε στο 9μηνο του 2010 αυξήσεις κύκλου εργασιών μεταξύ 20-30% σε σχέση με το 2009.
Ο κλάδος φαίνεται να απολαμβάνει εντυπωσιακή ανάπτυξη, ειδικά αν αυτή συγκριθεί με τα στοιχεία της παραπαίουσας ελληνικής οικονομίας. Το μυστικό είναι απλό: «Ο κλάδος είναι έντονα εξωστρεφής. Οι εξαγωγές αντιπροσωπεύουν πάνω από το 65% των πωλήσεών του. Και δεύτερον: ο κλάδος είναι κομμάτι του πρώτου κρίκου της παγκόσμιας αλυσίδας παραγωγής.
Ετσι, τα σημάδια ξεπεράσματος της κρίσης και ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας γίνονται πρώτα απ' όλα ορατά σε αυτόν τον πρώτο κρίκο», εξηγεί ο Δημήτρης Καλιαμπάκος, καθηγητής της Σχολής Μηχανικών Μεταλλείων - Μεταλλουργών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Ετσι, δεν είναι περίεργο που η παραγωγή του μπεντονίτη, ενός βασικού βιομηχανικού ορυκτού που παράγει η χώρα μας, μέσα σε λίγους μήνες έχει φτάσει σε ύψη ρεκόρ (1.420.000 τόνοι), επιστρέφοντας σε επίπεδα όχι μόνο πριν από την κρίση αλλά και ψηλότερα του 2006, μια χρονιά σταθμό για τη διεθνή βιομηχανία ορυκτών πρώτων υλών!
Τι είναι τα βιομηχανικά
Οι ορυκτοί πόροι διακρίνονται σε μεταλλικά ορυκτά, από τα οποία εξάγονται τα μέταλλα (όπως για παράδειγμα ο βωξίτης, από τον οποίο παράγεται το αλουμίνιο), σε ενεργειακά ορυκτά, που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ενέργειας (όπως π.χ. ο λιγνίτης), και στα βιομηχανικά ορυκτά. Τα τελευταία περιλαμβάνουν όλα τα υπόλοιπα ορυκτά τα οποία λόγω των φυσικών και άλλων ιδιοτήτων τους μπορούν να αξιοποιηθούν σε πληθώρα βιομηχανικών εφαρμογών, όπως η τσιμεντοβιομηχανία, οι κατασκευές, η χαλυβουργία, η γεωργία, οι βιομηχανίες χημικών, χαρτιού, καλλυντικών, η βιομηχανία πλαστικών και χρωμάτων, η βιομηχανία πλακιδίων, ειδών υγιεινής και κεραμικών, η βιομηχανία τροφίμων κ.ά.
«Ο ελλαδικός χώρος αποτελεί μια προικισμένη περιοχή με μεγάλο πλούτο βιομηχανικών ορυκτών που οφείλεται στις γεωλογικές διεργασίες που έλαβαν χώρα στα βάθη των αιώνων», αναφέρει η Μαρία Μενεγάκη, λέκτορας ΕΜΠ. «Βιομηχανικά ορυκτά απαντούν σε πολλές περιοχές της χώρας και είναι χαρακτηριστικό πως η Ελλάδα, παρά το μικρό της μέγεθος, κατέχει σημαντική θέση στην παραγωγή βιομηχανικών ορυκτών, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Ο κλάδος των βιομηχανικών ορυκτών παίζει σημαντικό ρόλο στη σύγχρονη κοινωνία αφού ένα πλήθος προϊόντων που χρησιμοποιούμε καθημερινά χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη βιομηχανικά ορυκτά. Αλλά και νέες χρήσεις ανακαλύπτονται συνεχώς: μικροεπεξεργασμένοι περλίτες χρησιμοποιούνται για την παραγωγή θερμομονωτικών σοβάδων, ζεόλιθοι στον καθαρισμό του νερού, χουντίτες ως επιβραδυντικά καύσης των πλαστικών κ.λπ. Το εύρος των εφαρμογών των βιομηχανικών ορυκτών είναι εκπληκτικά μεγάλο και συχνά αποδεικνύεται ότι μια ιδιότητα ενός βιομηχανικού ορυκτού που θεωρείται μειονέκτημα για μια χρήση, αποτελεί πλεονέκτημα για κάποια άλλη».
Αξιοποίηση
Υπάρχει όμως το ερώτημα: «Αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου ή προστασία του περιβάλλοντος».
Ο κ. Καλιαμπάκος, με ειδικότητα στα θέματα των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της εξορυκτικής βιομηχανίας, απαντάει: «Ενα τέτοιο δίλημμα δεν έχει λογική βάση. Πρώτα απ' όλα, δεν υπάρχει κανενός τύπου σύγχρονη κοινωνία που να μην έχει την ανάγκη από σημαντικές ποσότητες πρώτων υλών. Ακόμα και η ίδια η προστασία του περιβάλλοντος απαιτεί εξαιρετικά σημαντικές ποσότητες πρώτων υλών: μπεντονίτη για την προστασία των υπόγειων νερών, περλίτη και άλλα υλικά για την εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια, χουντίτη στην πυροπροστασία των δασών κ.λπ. Από την άλλη, η δύσκολη οικονομική συγκυρία δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως άλλοθι για να επαναληφθούν αντι-περιβαλλοντικές πρακτικές στην εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου». *
ΒΟΡΕΙΑ ΕΛΛΑΔΑ
Θαμμένα 20 δισ. ευρώ
Της ΜΑΙΡΗΣ ΠΙΝΗ
«Τα κοιτάσματα του ορυκτού πλούτου της Βόρειας Ελλάδας μπορεί να ξεπεράσουν τα 20 δισ. ευρώ και να προσφέρουν ένα τεράστιο άλμα στην ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας και της ανάπτυξης και να συμβάλουν στην έξοδό μας από την κρίση.
Χρυσός, άργυρος, χαλκός, νικέλιο, χρώμιο κ.ά. αποτελούν την ελπίδα μιας εκμετάλλευσης παλαιών και νέων περιοχών, που έχουν ανιχνευτεί και εντοπιστεί από τους ερευνητές του ΙΓΜΕ».
Την επισήμανση αυτή κάνει ο διευθυντής του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ) Κων. Παπαβασιλείου, διευκρινίζοντας ότι δύο ερευνητικά προγράμματα του ΙΓΜΕ έχουν ενταχθεί στο ΕΣΠΑ.
«Η αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της Βόρειας Ελλάδας στερεί από την περιοχή επενδύσεις τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ σε πρώτη φάση, αλλά και τη δημιουργία εκατοντάδων θέσεων εργασίας. Ηδη αυτή τη στιγμή υπάρχουν δύο πολύ σοβαρές προτάσεις, που από αύριο το πρωί είναι έτοιμες να φέρουν άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα, για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων χρυσού στην Ολυμπιάδα και στο Στρατώνι (της Χαλκιδικής), αλλά και στο Πέραμα της Θράκης (περιοχή έξω από την Αλεξανδρούπολη). Τα κεφάλαια των εταιρειών είναι αγγλοσαξονικά (ΗΠΑ, Βρετανία, Καναδάς) στα οποία θα συμμετέχουν και ελληνικές εταιρείες όπως ο "Ακτωρ"».
Και συνέχισε ο κ. Παπαβασιλείου: «Πάνω σε αυτό το πλαίσιο, το ΙΓΜΕ σχεδίασε να υλοποιήσει μέσω του ΕΣΠΑ πρόγραμμα ανίχνευσης περαιτέρω πολύτιμων και αξιοποιήσιμων μεταλλευμάτων, ύψους 2.700.000 ευρώ. Πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η Ελλάδα είναι πρώτη παγκοσμίως στα κοιτάσματα και στην παραγωγή νικελίου, λευκολίθου, χουντίτη. Επίσης έρχεται πρώτη στην Ε.Ε. στην παραγωγή νικελίου, βωξίτη, αλουμίνας, ψευδαργύρου, χρωμίτη κ.ά.
Τα ελληνικά κοιτάσματα είναι πολύ καλής ποιότητας, πλούσια σε περιεκτικότητα. Ακολουθούν η Φινλανδία και η Γαλλία, οι οποίες παράγουν όσες ποσότητες παράγουμε κι εμείς».
Επίσης κοιτάσματα σπάνιων γαιών έχουν παρατηρηθεί εκεί όπου εκβάλλουν ποταμοί, όπως ο Στρυμόνας, ο Νέστος και ο Εβρος. Τα ποτάμια αυτά μεταφέρουν τέτοια βαριά μέταλλα και τα εναποθέτουν στη θάλασσα. Η υποθαλάσσια έρευνα στην υφαλοκρηπίδα αυτών των περιοχών (βρίσκεται εντός των 6 ναυτικών μιλίων της αιγιαλίτιδας ζώνης) θα μπορεί να μας δώσει περισσότερες πληροφορίες. Τα ορυκτά αυτά έχουν μεγάλο ειδικό βάρος και δεν μπορούν να προχωρήσουν πολύ μακριά μέσα στη θάλασσα και για το λόγο αυτό συναντώνται κοντά στην ακτή, όπου καταβυθίζονται, και μέσα στο γεωλογικό χρόνο δημιουργούν σιγά σιγά συγκεντρώσεις μεγάλες.
Οι αρχαίοι τα 'παιζαν στα δάχτυλα
Πολύς λόγος γίνεται το τελευταίο διάστημα για αξιοποίηση του ορυκτού μας πλούτου, όμως οι αρχαίοι Ελληνες και Ρωμαίοι συγγραφείς αναφέρουν 26 έργα ορυκτολογίας, από τα οποία μόνο 5 έχουν σωθεί.
Αυτά είναι τα «Λιθικά» και τα «Λιθικά Κηρύγματα» των Ορφικών, το «Περί Λίθων» των Σωκράτους και Διονυσίου, το «Περί Λίθων» του Θεόφραστου και το «Περί Ποταμών και όρων επωνυμίας» του Πλούταρχου. Φως σε αυτό τον πλούτο ρίχνει ο πολυγραφότατος και πολυβραβευμένος μαθηματικός-συγγραφέας Ευάγγελος Σπανδάγος μέσα από το βιβλίο του «Η Ορυκτολογία στην Αρχαία Ελλάδα», εκδόσεις «Αίθρα».
Οπως τονίζει ο Ε. Σπανδάγος: «Οι Αρχαίοι Ελληνες είχαν εκμεταλλευθεί, με αξιοθαύμαστο από τεχνικής απόψεως τρόπο, τα μεταλλεία αργύρου του Λαυρίου και της Θάσου, τα μεταλλεία χρυσού στο όρος Παγγαίο και στη νήσο Σίφνο. Μεταλλεργεία, δηλαδή εργαστήρια εξαγωγής μετάλλων, υπήρχαν σε πολλές πόλεις και περιοχές της Ελλάδος: Λαύριο, Σίφνο, Παγγαίο, Αρκαδία και Θορικό. Η αρχαιολογική έρευνα έχει δείξει ότι κατά τη Νεολοθική εποχή (8ος-7ος π.Χ. αιώνας) υπήρχαν οι απαιτούμενες γνώσεις για αναγνώριση διαφόρων μεταλλευμάτων».
Ο Στράβων αναφέρει στο έργο του «Γεωγραφικά» διάφορα πετρώματα και γεωλογικούς μετασχηματισμούς. Γράφει για εξάρσεις και συνιζήσεις διαφόρων χωρών, εξηγεί, λόγω σεισμών, το χωρισμό διαφόρων νησιών της Ιταλίας, ενώ αποδίδει τη γένεση των νησιών της Γης σε ηφαίστειες ενέργειες. Γράφει ακόμα για τις εκρήξεις των ηφαιστείων και θεωρεί τα ηφαίστεια ως ασφαλιστικές δικλίδες της Γης. Ο Πυθαγόρας και οι μαθητές του αναφέρονται στο φαινόμενο του σχηματισμού των κοιλάδων από τα ρέοντα ύδατα. Ο Πυθαγόρας, ο Ξενοφάνης, ο Πίνδαρος, ο Ηρόδοτος και ο Στράβων παραδέχονται ότι τα διάφορα απολιθώματα, τα οποία έβρισκαν οι άνθρωποι, ήταν λείψανα ζώων, ψαριών, φυτών, οστράκων κ.ά. που είχαν προϋπάρξει και ότι τα βουνά ή οι λόφοι στα οποία ανευρίσκονταν ήταν άλλοτε καλυμμένα από νερά.
Γ.Α.Κ.
ΑΝΕΣΤΗΣ ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ, καθηγητής ΑΠΘ
Κοιτάσματα στο σκοτάδι
Του ΣΑΚΗ ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗ
Αγνωστος και ανεκμετάλλευτος παραμένει ο ορυκτός πλούτος της χώρας, ο οποίος έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των πόλεων όχι μόνο κατά την αρχαιότητα αλλά από την προϊστορική ακόμη περίοδο.
Οπως επισημαίνει σε έρευνά του ο καθηγητής Οικονομικής Γεωλογίας και Γεωχημείας του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Ανέστης Φιλιππίδης, το υπέδαφος της Ελλάδας φιλοξενεί ένα μεγάλο αριθμό μεταλλευμάτων και βιομηχανικών και διακοσμητικών ορυκτών και πετρωμάτων που, αν η διαχείρισή τους γίνει σωστά, μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην εθνική οικονομία.
Σημαντικά κοιτάσματα μεταλλευμάτων όπως χρυσού, αργύρου, χαλκού, μολύβδου, ψευδαργύρου, σιδήρου, μαγγανίου, νικελίου, αλουμινίου, χρωμίου και άλλων βασικών, ευγενών και σπάνιων μετάλλων βρίσκονται στο υπέδαφος της Ελλάδας. Στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν έχουν υπολογιστεί τα βέβαια αποθέματα, απαραίτητη προϋπόθεση για την εκμετάλλευση των μετάλλων.
Ο Α.Φιλιππίδης συγκέντρωσε στοιχεία για τη μείωση της εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου της χώρας από το 1987 μέχρι και το 2006, αλλά και για τους πόρους που χάθηκαν στο διάστημα αυτό.
Το 50% περίπου των Βιομηχανικών Ορυκτών Πετρωμάτων (ΒΟΠ) χρησιμοποιούνται για θεραπεία και προστασία του περιβάλλοντος. Το 1987 απασχολούνταν 12.311 εργαζόμενοι στον κλάδο. Το 2006 μειώθηκαν σε 5.385. Δηλαδή, μείωση 56,3%. Η ακαθάριστη αξία παραγωγής στην Ελλάδα το έτος 2006 ήταν 689,02 εκατ. ευρώ. Η κατώτερη εκτίμηση της ακαθάριστης αξίας -αν σήμερα υπήρχε εκμετάλλευση των γνωστών κοιτασμάτων που έχει η Ελλάδα- υπολογίζεται σε 2,43 δισ. ευρώ.Μεταλλεύματα: πρόκειται για τα αλουμίνιο, νικέλιο, χαλκό, ψευδάργυρο, μόλυβδο, σίδηρο, μαγγάνιο, χρώμιο, άργυρο, χρυσό.
Το 1987 απασχολούνταν 3.431 εργαζόμενοι στον κλάδο. Το 2006 είχαν μειωθεί σε 821. Δηλαδή, μείωση 76,1%. Η ακαθάριστη αξία παραγωγής στην Ελλάδα το έτος 2006 ήταν 166,85 εκατ. ευρώ. Η κατώτερη εκτίμηση της ακαθάριστης αξίας, εάν σήμερα υπήρχε εκμετάλλευση των γνωστών κοιτασμάτων που έχει η Ελλάδα, υπολογίζεται σε 1,09 δισ. ευρώ.
Γεωθερμία
Μόνο στη Μακεδονία και τη Θράκη υπάρχουν περίπου 20 αξιόλογα γεωθερμικά πεδία. Τα γεωθερμικά αποθέματα είναι τουλάχιστον 1.000 Mwt από τα οποία αξιοποιούνται μόνο τα 40 Mwt, δηλαδή μόνο το 4%. Η πλήρης αξιοποίηση των γεωθερμικών πεδίων θα οδηγούσε σε όφελος που υπερβαίνει το 1 δισ. ευρώ ετησίως, κατ' ελάχιστον.
Την ίδια στιγμή η Ελλάδα εισάγει από την Τουρκία τεράστιες ποσότητες ζεόλιθου, ορυκτό που είναι φυσικό καθαριστικό υδάτων, αν και διαθέτει άριστης ποιότητας κοιτάσματα. Αλλά το πρώην υπουργείο Ανάπτυξης και το νυν υπουργείο Περιβάλλοντος δεν δίνουν άδεια εκμετάλλευσης στην εταιρεία που έχει δεσμεύσει το κοίτασμα.
Ο ζεόλιθος έχει την ιδιότητα να δεσμεύει ανόργανες και οργανικές ουσίες, υψηλά ποσοστά από μέταλλα και οργανομεταλλικές ουσίες, τις οποίες καθηλώνει, και παράλληλα εμπλουτίζει τα νερά με οξυγόνο. Οι ιδιότητές του αυτές εξυγιαίνουν σε μεγάλο βαθμό τα κλειστά συστήματα υδάτων. Ομως, παρά το μεγάλο κοίτασμα στον Εβρο, το 2009 η Ελλάδα εισήγαγε από την Τουρκία 20.000 τόνους, πέρσι 60.000 και φέτος αναμένεται να είναι περισσότεροι. Η ποσότητα αυτή, κατά 50% χρησιμοποιείται στη Λάρισα, στις γεωργικές καλλιέργειες, γιατί αυξάνει την παραγωγή και βελτιώνει την ποιότητά τους.
Μικρότερη ποσότητα χρησιμοποιείται στις ζωοτροφές, όπου αναμειγνύεται σε ποσοστό 1,5-5% με την τροφή, περνάει στο στομάχι του ζώου και αυξάνει την παραγωγή κρέατος αλλά και την ποιότητά του. Στις γαλακτοκομικές αγελάδες διαπιστώθηκε ότι αύξησε κατά 19% την παραγωγή γάλακτος, ενώ εξαφάνισε και τις ασθένειες, καθώς δεσμεύει μύκητες και βακτήρια σε ποσοστό από 50% έως 92%, υπογραμμίζει ο κ. Φιλιππίδης.
http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=243910