Γράφει ο Γιώργος Εχέδωρος
ο Στρατηλάτης βασιλιάς Κωνσταντίνος όταν έφθασε στη Δοϊράνη πληροφορήθηκε για την απαγωγή του Έλληνα Επισκόπου και των προκρίτων της πόλης.
Ανακοινώθηκε, έτσι, επίσημα πως οι απαχθέντες από τους Βουλγάρους, ως όμηροι, ήταν :
Ο επίσκοπος
Πολυανής Φώτιος, ο ανεψιός του Δημ. Τσικμάκης, Γεώργιος Τσουμάκης,
Χρήστος Ψωμάς, Δημ. Χατζηιωάννου, Γ. Μοναστήρης, Γ. Αναστασίου, Σπύρος
Γρηγορίου, Βασίλειος Μπούρτσος, Κ. Μάρκου, Α. Μάρκου, Γ. Τερζιτάνης, Χρ.
Τερζιτάνης, Δ. Μάρκου, Κ. Λιόλης, Κ. Σαλαμάνης, Λ. Δεμπόλας, Α.
Νάτσικας, Ι, Ζανής και ο νυκτοφύλακας Γρηγόριος.
Εκτός από
τους παραπάνω πριν από την έναρξη των εχθροπραξιών οι Βούλγαροι
συνέλαβαν και έστειλαν στις Σέρρες που βρισκόταν τότε υπό την κατοχή
τους : τον ιερέα Παπαπέτρου, το Δημ. Αθανασιάδη, διευθυντή της Ελληνικής
Σχολής Δοϊράνης, Δημήτριο Καραουλάνη, Ν. Ζήνωνα, Ν. Πάϊκο. Λ.
Παπαγιαννάκη, Κ. Βογιατζή, Π. Χατζηνάκο και Γ. Χατζηγρηγορίου.
Η ελληνική Κυβέρνηση ζήτησε την απελευθέρωση των ομήρων και ενημέρωσε με τηλεγραφήματα τα διεθνή μέσα ενημέρωσης.
(φωτό)
Αναστάσιος Κ. Γιώτης, λοχαγός του 1ου Πεζικού Συντάγματος. Φονεύθηκε στη
Μάχη του Κιλκίς. Στη μάχη των Ιωαννίνων της 6ης Δεκεμβρίου είχε
τραυματιστεί δύο φορές, επανήλθε και μετείχε στην εκπόρθηση των
Ιωαννίνων.
Το πρώτο μέρος του ελληνοβουλγαρικού πολέμου έκλεισε με την κατάληψη της Δοϊράνης.
Ο
βουλγαρικός στρατός κατέφυγε προς την Στρώμνιτσα, όπου δημιούργησε
αμυντικές γραμμές σε όλο το μήκος των Στενών που οδηγούν στη Στρώμνιτσα.
Ενισχύθηκε μάλιστα από δυνάμεις που διατηρούσε στο Ιστίπ, το οποίο με την είδηση της κατάληψης της Δοϊράνης εγκαταλείφθηκε.
Στο μεταξύ
από την περιοχή της Στρώμνιτσας, οι Βούλγαροι, είχαν αρχίσει από μέρες
να μεταφέρουν πολεμικά υλικά σε ασφαλή τοποθεσία που ήταν η δεύτερη
αμυντική γραμμή βόρεια του όρους Κερκίνης, μεταξύ Μελενίκου και Πετριτσίου.
Η προέλαση του Ελληνικού Κέντρου από τη Δοϊράνη άρχισε αμέσως μετά τη μάχη της Δοϊράνης, από το πρωί της Τετάρτης 24ης Ιουνίου.
Η αμυνόμενη βουλγαρική μεραρχία του στρατηγού Τένεφ καθώς και τα τρία συντάγματα της 3ης Μεραρχίας υπό του Σαράφωφ προσπαθούσαν να κρατήσουν την πρώτη αμυντική γραμμή στα στενά του Ντεντελή.
Μέσα στις βουλγαρικές ομοβροντίες οι στρατιώτες του πεζικού του Κέντρου εφορμούν με τη λόγχη.
Το ελληνικό πυροβολικό αδυνατεί να εξελιχθεί λόγω της ανωμαλίας του εδάφους και παραμένει στην αμαξιτή οδό των Στενών.
Οι Βούλγαροι
αντιλήφθηκαν πως ήταν αδύνατο να κρατήσουν τα στενά του Ντεντελί όταν
είδαν δύο ελληνικές μεραρχίες που προσπαθούσαν να τους υπερφαλαγγίσουν।
Δίνουν το σύνθημα της οπισθοχώρησης για να βρουν το χρόνο να οργανωθούν
στη δεύτερη αμυντική γραμμή.
Οι Βούλγαροι αμύνονται στη 2η γραμμή
(25 Ιουνίου 1913)
Πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Εμπρός, Πέμπτη 27 Ιουνίου 1913. " Ο Στρατός μας στα στενά της Στρώμνιτσας''
Την
γραμμή αυτή αποτελούσαν οι δυτικοί πρόποδες της Κερκίνης, δια μέσω των
οποίων συνεχίζει η φυσική στενωπός για τη Στρώμνιτσα. Η βουλγαρική άμυνα
είχε απλωθεί σε ένα μήκος 14 χιλιομέτρων με κατεύθυνση από την ανατολή προς τη δύση. Άρχιζε από τα υψώματα 1063, 1135, πάνω από τις λοφοσειρές του χωριού Ορμανλί, έπιανε το ύψωμα Ταλ Οτμπούκ Tεπέ (ύψωμα 850) που δεσπόζει του στενωπού και συνεχίζει με το Γάβροβο (ύψωμα 140) και πάνω από τις βουνοσειρές του Βαλάντοβο.
Η μάχη η οποία θα άρχιζε ήταν πολύ κρίσιμη.
Στο κέντρο
δεν υπήρχε ελληνικό πυροβολικό και η θέση των Ελλήνων ήταν δύσκολη. Το
ελληνικό πεζικό ήταν υποχρεωμένο να καταλάβει δασώδη και απότομα μέρη
μέσα στα αναρίθμητα καταιγιστικά πυρά του βουλγαρικού πυροβολικού.
Η ψυχολογία όμως είναι το μεγαλύτερο όπλο. Έτσι,
στην κατάλληλη ψυχολογική στιγμή μεταδίδεται σε όλες τις ελληνικές
γραμμές ότι κατά την εκπόρθηση των πρώτων αμυντικών γραμμών του εχθρού,
σώματα ελληνικού πεζικού εφόρμησαν με τη λόγχη και κατέλαβαν τρεις
λόφους και τα εννέα τηλεβόλα που υπήρχαν σε αυτούς, τύπου Κρεζώ.
Σκληρές μάχες (26 Ιουνίου 1913)
Συγχρόνως όμως στις 3 η ώρα το απόγευμα της 26 Ιουνίου, τρεις
ελληνικές πυροβολαρχίες εξελίσσονται σε ομαλό έδαφος κοντά στο Γάβροβο
και ανταπεξέρχονται κατά των βουλγαρικών πυροβολείων στα υψώματα του
Κουστούρινου.
Το ελληνικό
μηχανικό τελείωνε σε απίστευτο χρόνο απαραίτητα τεχνικά έργα για να
επιτευχθεί η πρόσβαση της πυροβολικής μοίρας. Κατάφερε, έτσι, να ανέβει
στα υψώματα του Γάβροβου και από εκεί να κατακεραυνώσει το βουλγαρικό
πεζικό που βρισκόταν στο ύψωμα του Ορμανλί.
Ο εχθρός
όμως είχε ήδη πτοηθεί. Κυρίως όταν οι ελληνικές δυνάμεις με το
ορειβατικό πυροβολικό είχαν καταλάβει τα ανατολικά υψώματα της
βουλγαρικής άμυνας.
Στο Κέντρο μία ελληνική Μεραρχία κατέλαβε την περιοχή από του Ορμανλί μέχρι το ύψωμα 1063 ενώ
το υπόλοιπο μέρος του στρατού εξακολούθησε την αναρρίχηση στις κορυφές
μέσα από χαράδρες και δάση. Ήταν μια δύσκολη επιχείρηση αφού δέχονταν
συνέχεια καταιγισμό από το βουλγαρικό πυροβολικό.
Η σφοδρότητα
της μάχης κόπασε όταν έπεσε το σκοτάδι. Μέχρι της ένδεκα το βράδυ
ακούγονταν ασθενείς τουφεκιοβολισμοί και κάπου - κάπου κανονιοβολισμοί.
Το ελληνικό
πυροβολικό είχε προχωρήσει αρκετά και εκτόπισε με τη λόγχη τα εχθρικά
κλιμάκια προς την κύρια γραμμή της άμυνας των. Η αυριανή ημέρα ήταν
καθοριστική για την έκβαση της μάχης των Στενών.