-ομιλία Σπ. Κ. Νάγου την 9ην Μαΐου 1905-
Αναδημοσίευση από το blog olympiada
Ο σπουδαιότερος των φιλοσόφων με πρακτική εφαρμογή. Ο λόγος του δίνει λύσεις ακόμα και σήμερα (μα ποιός πολιτικός τολμά να τον εφαρμόσει).
Ο Σπυρίδων Νάγος, ένας σύγχρονος Πυθαγόρειος μιλά για τον μεγάλο δάσκαλο:
Λαμβάνω τον λόγον να ομιλήσω σήμερον περί του θείου της Φύσεως μύστου Πυθαγόρου, διότι η ημέρα αυτή ενέχει σπουδαιοτάτην σημασίαν και το καθήκον μου προς τον υπέρτατον μύστην όπως εκπληρούται.
Αυτός, ο οποίος υπήρξεν βαθύς γνώστης της Φύσεως, ο οποίος επεσκόπησε τας θείας λειτουργίας του Σύμπαντος, δυσμενώς ήθελε με ακούσει περί αυτού ομιλούντα εις ημέραν κατά την οποίαν δεν θα ετελείτο μυσταγωγία θεών οι οποίοι κυριαρχούν εις την Γην ως Βασιλείς, των οποίων αι επιρροαί κανονίζουν τας μορφάς της.
Δυσμενώς ήθελε με ακούσει εάν ωμίλουν εις ημέραν κατά την οποίαν η επιρροή της δεν θα είχεν διπλήν σημασίαν και διττήν επί των ανθρώπων επιρροήν και δεν θα με ανεγνώριζεν ως ακολουθούντα τα θεία του ιδεώδη και τας αληθείας του, αι οποίαι όταν επικρατήσουν εις τον κόσμον θα βασιλεύσει πλήρης γαλήνη και αι ψυχαί της Γης θα φέρουν διάδημα πλαισιούμενον από αίγλην και καταύγαζαν Φως.
Δια τούτο ομιλώ κατά την ημέραν αυτήν κατά την οποίαν το θείον του απείρου Κάλλος παραδίδει τας θείας του επιρροάς προς το θείον Φως το οποίον υπαγορεύει, όχι μόνον τας αρμονίας του Κόσμου αλλά και πρωτεύει εις την συντέλεσιν της ανθρωπινής μορφής, κληροδοτόν εις τας ψυχάς το μέσον της εκ του σκότους σωτηρίας των.
Ο Ουρανός ενέχει εν αυτώ ως ιθύντορας των δυνάμεων του δώδεκα Βασιλείς. Οι Βασιλείς αυτοί είναι οι διευθετούντες τας επιρροάς του προς την Γην εκ των οποίων η μορφή της λαμβάνει την τοιαύτην αίγλην και αναπτύσσει την εξέχουσαν εις την ανθρωπίνην μορφήν ψυχήν της κατά μείζονα λόγον των ψυχών των άλλων μορφών της.
Εις τους θείους αυτούς Βασιλείς κατανέμονται αι επιρροαί του Ουρανού, δηλαδή ο Ουρανός παραδίδει τας δυνάμεις του και έκαστος εξ αυτών κυριαρχεί επί της Γης το δωδέκατον του έτους. Κατά την ημέραν λοιπόν αυτήν τερματίζεται η κυριαρχία της Βασιλίδος του Κάλλους και διαδέχεται αυτήν ο Βασιλεύς του Φωτός. Κατά την ημέραν αυτήν υπογράφεται η συνθήκη της παραδόσεως και παραλαβής των επί της Γης επιρροών παρισταμένων και κυριαρχούντων σήμερον αμφοτέρων.
Η παραδίδουσα την επιρροήν του Κάλλους εκ του οποίου εξεπορεύθη εν τη Γη το θείον Άρωμα το οποίον έψαυσε όλων μας τας αισθήσεις είναι η μεγάλη θεά Αφροδίτη.
Είναι η μεταδόσασα το μέσον της διαιωνίσεως του εσωτερικού Λόγου της Φύσεως εις την ανθρωπίνην μορφήν, εις την οποίαν τελείται ιεροτελεστία της ψυχής της ανθρωπότητας προς την μορφήν της, δια της οποίας η ψυχή λαμβάνει την δύναμιν της νοήσεως γευομένη τον ηδύν καρπόν τον οποίον παρεσκεύασε η μεγάλη θεά και ούτω σώζεται η ψυχή ερχόμενη εις το Φως εγκαταλείπουσα το έρεβος.
Ω θεία μυσταγωγία πάντων των μυστηρίων. Επέτρεψαν εις εμέ να είπω προς την θνητήν ανθρωπότητα εις ένδειξιν λατρείας μου προς το Κάλλος δύο λέξεις, όπως ενωτισθεί του θείου νάματος και σωθεί εκ της φθοράς, την οποίαν αυτή δι’ εαυτήν παρασκευάζει, ακολουθούσα τας εμπνεύσεις του σκότους. Παραλαμβάνει λοιπόν ο θεός Απόλλων, όχι ο θεός του εξωτερικού του Ηλίου φωτός, αλλά του θείου του εσωτάτου του Ηλίου Λόγου ο οποίος μεταδοθείς εις την ανθρωπίνην μορφήν δια του ανθρωπίνου κάλλους το οποίον παρεσκεύασε η θεά Αφροδίτη, την μετέβαλε εις θείαν Μούσαν εκ της οποίας αντλούμεν ό,τι μεταδίδομεν προς σας.
Πάσα της Φύσεως ψυχή όταν λατρεύει την δικαιοσύνη και ενασμενίζεται προς τας θείας επιρροάς και εκδηλούται εις αυτήν η θεία λατρεία καθίσταται Μούσα, δηλαδή αιωνία εμπνευσμένη Γαλήνη. Ενωτί σου εις το Φως αυτό ανθρωπίνη ψυχή, εάν θέλεις να καταστείς θεία Γαλήνη. Ποίος λοιπόν είναι ο θείος σοφός περί του οποίου θέλομεν να ομιλήσωμεν σήμερον συνδυάζοντες την ύπαρξίν του εις την Γην προς τας θείας του Ουρανού επιρροάς;
Είναι ο γεννηθείς κατ’ αυτήν την ημέραν και τον οποίον περιέβαλαν αμφότεροι αι θείαι επιρροαί τας οποίας ελάτρευσεν, το δε φως των στέφανον παρεσκεύασεν και περιέβαλεν την θείαν του μορφήν, χρυσαί δε ακτίνες του Ηλίου και ευώδης χυμός του θείου Κάλλους ψαύσας ολόκληρον την υπόστασίν του της μετέδωσε θείον Φως και θείον Κάλλος. Εκαλλύνθη η μορφή του θείου σοφού, εφωτίσθη το πνεύμα του και διείδεν τας λειτουργίας και μυσταγωγίας της Φύσεως και είπεν “Ω θεία αρμονία! το παν εις Σε αποτελεί μορφήν και πάσα μορφή το κάλλος σου περιβεβλημένη Αινεί την θείαν υπόστασίν σου! θεία αρμονία, ο υπαγορεύσας εις σε το Κάλλος, είναι ο κατέχων τα σκήπτρα του θείου Απείρου Μέγας Ζευς, του οποίου ο γόνος εξεδηλώθη εις εστίας απείρου φωτός εν τη Φύσει, εις τον οποίον υπολανθάνει το σπέρμα της θεοποιήσεως πασών των υπό Σου συντελουμένων μορφών.
Το Παν, θείαν αρμονίαν, εκρέει εκ της αρχής της συστάσεως των μορφών της Φύσεως την οποίαν κατέχει ο μέγας Ζευς και παράγει τας θείας προσωπικότητας, αι οποίοι καταλαμβάνουσαι τας δυνάμεις καθίστανται Βασιλείς αυτών και η πτωχή μας Γη δεχόμενη τας θείας επιρροάς των μεταβάλλεται εις μορφάς και συνειδήσεις, θείον Άπειρον, υπήρξες Μονάς εις την οποίαν το Πάν συνεσπειρούτο, αλλά παραγωγός Μονάς.
Παρήγαγες πάσας τας αλλάς Μονάδας και οι άπειροι εκ Μονάδων αριθμοί σου αποτελούν την αρμονίαν σου. Δεν είσαι θείον Άπειρον ή αριθμός, διότι ούτω καθίσταται νοητόν εις πάσαν εις την Φύσιν Μονάδα η οποία διακρίνεται των άλλων ως έχουσα ιδίαν μορφήν. Σκοπός σου θείον Άπειρον είναι η υπαρξίς σου κατά μονάδας. Τούτων απώτερος σκοπός η θεία γαλήνη και η συγκέντρωσις εις εκάστην της αισθητικής αντιλήψεως πασών των θείων σου ενεργειών, θείον Άπειρον, Σε Αισθάνομαι, διότι εντός μου Σε φέρω. Είμαι ως ήσο αρχικώς Μονάς. Είμαι και εγώ ως Συ Άπειρον και όταν εις εμέ συντελεσθεί ως εις Σε συνετελέσθη, αρμονία, τότε, ώ θεία του Απείρου έκφρασις, η υπόστασίς μου θα καταστεί δεσπόζουσα θέλησις ως του Μεγάλου Διός και θα αναθέσεις εις την θέλησίν μου την επίβλεψιν της θεία Σου αρμονίας, θα με δεχθείς ως δεσπόζούσαν και κυριαρχούσαν δύναμιν επί της θείας εν θεία Φύσει εκφράσεως Σου.
Ω αδύνατοι την ψυχήν και τον νουν άνθρωποι!
Σείς, οι οποίοι νομίζετε εαυτούς θείους την γνώσιν, περιγράψατε δι’ ολίγων την ύπαρξιν και τον σκοπόν του Απείρου, ως περιέγραψεν αυτόν ο θείος σοφός δια να εννοήσετε τίνες είσθε.
Ω άνθρωποι θνητοί!
Ακροασθείτε τον θείον σοφόν εις ό,τι κατωτέρω θα είπω και αν είσθε αληθώς ως προείπον και σεις Μονάδες ενέχουσι εντός των το θείον Άπειρον και αισθανόμεναι αυτό, ακολουθήσατε την οδόν την οποίαν εκείνος εχάραξε.
Έργον μου έλεγεν, είναι όχι να βαδίσω επί εκείνων των, γραμμών επί των οποίων οι θείοι μύσται εχάραξαν εις τα τελούμενα μεγάλα μυστήρια. Εις αυτά τελούνται θείαι τελεταί αι οποίοι γεραίρουν τας ενεργείας της Φύσεως και αποκαθιστούν τους μυουμένους εις την θείαν γνώσιν. Βεβαίως αυτό είναι θείον έργον. Έργον μου είναι να συντρέξω εις την παραγωγήν αρμονίας εις την κοινωνίαν των ανθρώπων, διότι όταν δεν επικρατεί αρμονία η ανθρωπότης ευρίσκεται εκτός σκοπού. Το Άπειρον αποτελείται από πληθύν ατομικοτήτων. Τα άτομα αυτά είναι αι μορφαί του Απείρου αι συντελούσαι εις την αρμονίαν του.
Η συντέλεσις της αρμονίας είναι καθολικός σκοπός των ατομικοτήτων. Ο σκοπός αυτός είναι η επίτευξις εις εκάστη ατομικότητα ιδίας μορφής. Μη δε της αρμονίας επιτυγχανομένης το Άπειρον δεν επιτυγχάνει τον σκοπόν του. Αι μορφαί του απόλλυνται. Απολλυμένων δε των μορφών του Απείρου, τούτο επανέρχεται εις τα ίδια. Η εις τα ίδια επαναφορά του Απείρου θα ήτο συντέλεσις της καταστροφής του, αλλά αυτό δεν συντελείται εις το Άπειρον. Δεν συντελείται, διότι εκάστη μορφή αυτού βαίνει κατά προδιαγραφέντα νόμον και η επαναφορά της εις τα ίδια ουδέποτε συντελείται.
Το Άπειρον εν τω συνόλω του διευθετείται υπό επιστατού τινός νόμου ο οποίος αφού πρότερον συντελέσει την αρμονίαν και μεταβάλει την αποτελούσαν αυτό ούσίαν εις ειδικός μορφάς, τας εξαναγκάζει να ακολουθούν ωρισμένην κυκλικήν τροχιάν.
Όθεν το παν βαίνει κατά κύκλον, αλλά το πέρας του κύκλου ουδέποτε καταλήγει εις την αφετηρίαν του. Η κατάληξις επί του αυτού σημείου της αφετηρίας θα εσήμαινε διάσπασιν της αρμονίας και καταστροήν του Απείρου. Η εν αυτώ κίνησις θα έχανε την τροχιάν της και αι μορφαί θα περιεπλανώντο επί των μορφών και συγκρούσεις και καταστροφαί θα ετελούντο.
Πασά μορφή του Απείρου βαίνει προς το άπειρον αυτής, η δε ταχύτης της καθίσταται αισθητή εις τας αντιλήψεις των ανθρώπων μετά πάροδον αιώνων.
Αι μορφαί αι οποίαι αποτελούν το σύστημα το οποίον διευθετεί η εστία του Ηλιακού φωτός δια της επ’ αυτών επιρροής του, ποιούν την τροχιάν τους κατά κύκλον ανάλογον, εκάστη καί όλαι ομού συντρέχουν να βαίνει ολόκληρον το Ηλιακόν σύστημα εκφεύγον της αισθητής εις ημάς τροχιάς εισερχόμενον εις ετέραν, την οποίαν θα διακρίνωμεν παρατηρούντες επισταμένως μετά πάροδον αιώνων τινών. Αι εις το Άπειρον κινήσεις των μορφών του Ηλιακού μας συστήματος το σώζουν της καταστροφής και αι μορφαί μεταβάλλονται αποτελούσαι τελειότερος τοιαύτας. Ουδεμία μεταβολή επί των μορφών θα επετυγχάνετο άνευ αυτής της κινήσεως. Το Φως θα έχανε το λόγον της υπάρξεως του και πλήρες σκότος θα περιέβαλε ό,τι βλέπωμε σήμερα υπό μορφήν απείρου κάλλους. Αλλά ενώ το Άπειρον δεν διαφεύγει της διευθετήσεως του εσωτάτου αυτού νόμου και αι μορφαί του επιτελούν τους αναμορφωτικούς των κύκλους, διαφεύγει την επιρροή του η συνείδησις η υπό μορφήν πνεύματος εκδηλωθείσα.
Ο θείος νόμος καταμερίζεται εις τας συνειδήσεις και εκάστη αυτών αφ’ εαυτής ορμώμενη, ποιείται κινήσεις, λαμβάνουσα λόγον υπάρξεως αφ’ εαυτής και δύναμιν συντηρήσεως από την άπειρον πηγήν του καθολικού νόμου δια συστήματος οργανικού, εις την παραγωγήν του οποίου συντρέχει. Αι ούτω συντελούμεναι πνευματικοί μορφαί αποτελούν ίδιον σκοπόν, τον σκοπόν τον οποίον αναφέραμε. Η επίτευξις αυτού του σκοπού επιτυγχάνεται δι’ αρμονίας των πνευματικών σκοπών και δι’ αρμονίας αυτών προς πάσας τας μορφάς της εχούσης ανεκδήλωτον πνευματικήν μορφήν Φύσεως. Στενότατη αλληλεγγύη των πνευματικών προς τας φυσικός μορφάς πρέπει να τελείται. Αι φυσικοί μορφαί μεταδίδουν την δύναμίν τους εις τας πνευματικός μορφάς και συντρέχουν τας τελευταίας να εκδηλώνουν ό,τι ακόμη δεν έχουν εκδηλώσει. Τα υπό των πνευματικών μορφών εκδηλούμενα δια της επιρροής των φυσικών μορφών είναι νόησις και αίσθησις των τελουμένων λειτουργιών της Φύσεως, η δε μεταξύ των πνευματικών μορφών επιτελουμεν αλληλεγγύη και αρμονία συντρέχει ώστε εις το να διαχέεται παρασκευαζόμενη ένεκα της επαφής αυτών (πνευματικών μορφών) προς τας φυσικός μορφάς ζωή εις ολόκληρον το πνευματικόν σώμα.
Η διάχυσις της Ζωής είναι ο έτι μείζων επιδρών νόμος των ψυχών της ανθρωπότητας, δια να εκδηλούν τας δυνάμεις των προς συντέλεσιν μείζονος πνευματικής μορφής εκ της οποίας συντελείται η θεοποίησις της συνειδήσεως του Απείρου. Ουδέν συντελείται μη επικρατούσης αρμονίας επί των πνευματικών μορφών, επανερχομένων και ποιουσών την κυκλικήν των περιφοράν επί τα αυτά σημεία και εντεύθεν συγκρούσεις, γένεσις παθών, θλίψις, οδύνη, περιπλάνησις. Αι πνευματικοί μορφαί εκφυγούσαι της αληθούς αυτών τροχιάς παρήγαγαν την σύγχυσιν προς την οποίαν από αιώνων η ανθρωπότης παλαίει.
Ο θείος μύστης λοιπόν δεν ήρκέσθη να καταδείξει, ως τα αλλά μυστήρια, τας τελούμενης λειτουργίας της Φύσεως, αλλά επεζήτησε να επαναφέρει την εκτροχιασθείσαν ανθρωπότητα εις την φυσικήν αυτής τροχιάν, υποδείξας δια σοφού συσιήματος τα μέσα της επαναφοράς. Υπαγόρευσε τον τρόπο της διαίτης, τον τρόπον της κοινωνικής οργανώσεως, τους νόμους οι οποίοι έπρεπε να είναι οδηγοί των ανθρωπίνων πράξεων και βουλήσεων. Ως άλλος Προμηθεύς μετέδωσε το Φως, εκείνο τα οποίον έπρεπε να κανονίσει τας σχέσεις των πνευματικών μορφών και εδίδαξε να εγκαταλείψουν τον τότε κρατούντα τρόπον της κοινωνικής οργανώσεως. Ο,τι θα επιζητήσει η ανθρωπότης του μέλλοντος η οποία θα συναισθανθεί την υπαρξίν της, τούτο τότε υπαγόρευσε και εδημιούργησε μυσταγωγικόν σύστημα εις το οποίο κατέδειξε εις όσους εμυήθησαν κατά τρόπον αντιληπτικότατον τον οποίον και αυτός ο Ιησούς εζήλωσε, την δημιουργίαν και λειτουργίαν του απείρου της συνειδήσεως και τον σκοπόν της, προς τον σκοπόν οι μυούμενοι να διακρίνουν ότι επιβάλλεται η οργάνωσις των πνευματικών μορφών και ότι μέγιστον πάντων των καθηκόντων του σοφού είναι να συντρέξει εις την παραγωγήν κοινωνίας εν αρμονία της Φύσεως βιούσης.
Εδίδαξεν, ότι αι ψυχαί της ανθρωπότητας ακολουθούσαι τον τρόπον τον οποίον ακολουθούν του νοείν, θα περιπλανούνται φερόμενοι από οργανισμού εις οργανικόν σώμα και από οδύνης εις οδύνην.
Υπέδειξεν την κατάπαυσιν των παθών και της εκτρόπου ζωής δια της αποχής από ωρισμένας τροφός και εδίδαξε το δικαίωμα εκάστης προσωπικότητας το οποίον έχει, ως αποτελούσα εκάστη ιδίαν μορφήν της Φύσεως.
Προ πάντων δε κατέδειξε, την ανάγκην της αρτίας οργανικής διαπλάσεως της ανθρωπότητας, διότι ως έλεγεν, όταν το Όργανον της ψυχής δεν είναι ικανόν να δέχεται τας επιρροάς της Φύσεως, η ψυχή πάσχει και ουδέν δύναται να νοεί εξ όσων προς αυτήν γίνονται.
Η οργανική διαμόρφωσις της ανθρωπότητας και η επίτευξις αρμονίας μεταξύ των υποστάσεων αι οποίαι την αποτελούν θα επιφέρει εις αυτήν την γαλήνην, η οποία και θα της χρησιμεύσει ως μέσο να διοχετευθούν προς αυτήν αι οδηγίαι των θεών. Οι θεοί είναι συνειδήσεις αι οποίαι επετέλεσαν αναμορφωτικόν κύκλον δια του οποίου ηδυνήθησαν να αντλήσουν Αιώνιον οργανικόν μέσον και εντεύθεν εκυριάρχησαν ως συνειδήσεις του Απείρου, έχουσαι θέλησιν θείαν.
Τον Πυθαγόρα θα σας τον παρουσιάσω ως ιατρόν και μύστην των απόκρυφων της Φύσεως μυστηρίων. Αλλά προ αυτού πρέπει να σας είπω, ότι ο Πυθαγόρας εγεννήθη εις την Σάμον το έτος 595 π.Χ. Κατά την εποχήν του εσώζετο ακόμη το απολεσθέν κάλλος της ανθρωπότητας, το έλκον την φύσιν των θεών προς την ανθρωπίνην. Η μήτηρ του Πυθαϊς, αγνή το σώμα και την ψυχήν ήλθεν εις επαφήν προς τον θεόν Απόλλωνα και ο θεός αυτός απέδρασεν τον καρπόν τας κοιλίας της και ούτω υπό την επίδρασιν του Φωτός εγεννήθη ο Πυθαγόρας.
Νέος έτι ο Πυθαγόρας έδειξε σημεία οργανικού κάλλους και πνεύματος ισχύν. Η μητέρα του τον ωδήγησε και τον παρέδωσε εις τους Διδασκάλους της εποχής εκείνης οι οποίοι εκαλούντο σοφοί: Φερεκύδης και Θαλής ο Μιλήσιος το πρώτον εδίδαξαν τον Πυθαγόρα. Αλλά ο Πυθαγόρας νεώτατος ακόμη εγκατέλειπε την Σάμο και ελθών θίς Αίγυπτον εμυήθη εις τα εκεί μυστήρια. Εκείθεν, ευνοούμενος υπό του θεού Απόλλωνος προσέφυγε εις τας διαφόρους Ασιατικός χώρα εις τας οποίας εξέμαθε την ιερόν του ιατρού τέχνην, διδαχθείς αυτήν υπό των Ινδών, οι οποίοι την είχαν μεταδώσει εις τας χώρας αυτός μετά των οποίων επεκοινώνουν. Όχι βεβαίως αυτήν την οποίαν επαγγέλονται οι ιατροί της σήμερον, αλλά εκείνην η οποία έλκει την γνώσιν από την ίεράν, ως την καλούν οι μύσται της Φύσεως, Αστρολογίαν.
Ο Πυθαγόρας παραμείνας επί μακρόν χρόνον μετά των Ινδών, εξέμαθε πάσας τας απόκρυφους επιστήμας των ίερών του Βούδα και εκείθεν αναχωρήσας κατήλθεν εις την Ελλάδα ένθα και εμυήθη εις τα μυστήρια Ελευσίνας και εις τα εις Θήβας Καβείρια. Οι Ιεροφάνται της Ελευσίνας εκάλουν αυτόν να αναλάβει την διεύθυνσίν των, διότι εξετίμησαν αυτόν και εις το πρόσωπον του είδον θείον άνδρα, πλην όμως ο Πυθαγόρας δεν εδέχθη. Ο Πυθαγόρας παραμένων εις τας Θήβας ήλεγξεν δημοσία την πολιτείαν των Καβείρων ως μη συνάδουσαν προς τα θεία μυστήρια των. Τούτο εκίνησε την οργήν των και εβουλήθησαν να τον φονεύσουν, ο Πυθαγόρας όμως γνώστης των ανθρωπίνων διανοημάτων διέφυγε τον κίνδυνον. Απελθών εκ των Θηβών διήλθεν πάσας τας Ελληνικός χώρας εις τας οποίας εθαυμάσθη ως θείος ανήρ. Προ παντας εξετιμήθη εις τους Δελφούς, όπου και παρέσχεν μεγίστην συμβολήν εις τους ιερείς του εκεί χρηστηρίου ως και εις μίαν των ιερειών του, την οποίαν προπαρασκεύασε να έρχεται εις επαφήν μετά του θεού Απόλλωνος. Παντού εξέπληττε, διότι και το κάλλος της μορφής του και η ισχύς του πνεύματος του επεβαλλοντο εις παντας. Εδίδασκεν παντού τον τρόπον του ζειν και εθεράπευεν πάσχοντας. Τούτο αρκούσε να νομίζουν οι άνθρωποι αυτόν θεόν. Δια ωρισμένων εκπληκτικών ικανοτήτων του εξέπληττε τα πνεύματα όχι μόνον των κοινών ανθρώπων, αλλά τα των σοφών. Εδίδασκε εις αυτούς από όπου διήρχετο την μουσικήν και την μαθηματικήν. Έδιδε μαθηματικούς ορισμούς και έλυε μέγιστα προβλήματα μόνον με την βοήθεια των αριθμών.
Οι γνωρίσαντες τα Ορφικά μυστήρια διέκριναν εις το πρόσωπον του τον θείον Ορφέα. Ήλεγχε την αγωγήν των ανθρώπων εκείνων οι οποίοι δεν επορεύοντο ως η Φύσις υπαγορεύει και υπεδύκνειε τον τρόπον του βασιλεύειν και πολιτεύεσθαι εις τους άρχοντας των πόλεων. Έδιδε στοιχεία προς σύνθεσιν αρμονικής κοινωνίας και υπαγόρευε την εκμάθησιν της μουσικής, ως μέσου καταδεικνύοντας δια της αρμονίας της τον τρόπον της συνθέσεως της κοινωνίας.
Επεδείκνυε τα φυτά, και εδίδασκε την επιρροή εκάστου επί των εις τα ανθρώπινα σώματα αναφυμένων νόσων. Ητο περιβεβλημένος την ιεραν των φιλοσόφων λευκήν τήβεννον και στεφανωμένος με στέφανον κατασκευασμένον εκ χρυσού και ποικιλμένον υπό ιερών λίθων.
Η όψις του ήτο μεγαλοπρεπής, επιβάλλουσα, θεία. Ουδείς αντετάσσετο εις το βλέμμα του αλλά πάντες εφώνουν “Αυτός Εφα”. Εις την διάβασίν του εκάμπτοντο πάντες οι Τύραννοι και κρυφίως τον εμίσουν δια την υπεροχήν του. Ούτος εννόων τας σκέψεις των έλεγεν. “Οι εμέ βλέποντες ας ίδουν εαυτούς και ας κρίνουν τας πράξεις των παραβάλλοντες αυτός προς τας ημετέρας”. Ο θείος σοφός μέχρι της εν Αθήναις και θήβαις διαμονής του εδεικνύετο άσημος. Μόνον οι Ιεροφάνται βαθέως είχον γνωρίσει αυτόν. Όταν δε έλαβε την προς την τότε Μεγάλην Ελλάδα άγουσαν, ήρξατο να έκδηλοι τας δυνάμεις του και τούτο, διότι προς τα εκεί έβλεπε ως κατάλληλον τόπον και περισσότερον αναγκαίον να διδάξει τας ιεράς αυτού ιδέας. Κατά την εκ Θηβών αναχώρησίν του η φήμη του προέτρεχε των πόλεων τας οποίας επεσκέπτετο και του προπαρασκεύαζε υποδοχήν. Μέχρι της εις Κρότωνα αφίξεώς του δεν εδίδασκε δημοσία, αλλά κατ’ ιδίαν μόνον, εις τους συνανταστρεφομένους δε με αυτόν υπεδείκνυε τας θείας του δυνάμεις. Εις πολλούς προέλεγε τα μέλλοντα εις αυτούς να συμβούν και τους υπεδείκνυε ποίοι ήσαν εις προγενεστέραν ζωήν των.
Εδίδασκεν, ότι ο άνθρωπος, ουχί άπαξ, εμφανίζεται εν τη ανθρωπίνη μορφή και ότι ο ίδιος 440 φορές είχεν αλλάξει μορφήν εν τη Φύσει. Εδίδασκεν εις παγίας το αντιπεπονθός και λαμβάνων ως αρχήν αυτό υπεδείκνυε ποία έπρεπε να είναι η δικαιοσύνη μεταξύ των ανθρώπων. Απεκάλει τους θεούς δικαίους και ως ουδέποτε καταχρωμένους τας δυνάμεις των, ευνοούντες ούτω τούτον ή εκείνον τον άνθρωπον. Έλεγε “τόσον η κακία εσκότισεν τον ανθρώπινον νουν, ώστε μόνον ο θάνατος δύναται να ευεργετήσει την ψυχήν του”. Απεκάλει την Πατρικήν Ιεράν Τέχνην διδασκομένην υπό των θεών μόνον εις τους σοφούς, διότι αυτοί δεν καταχρώνται της γνώσεως.
Ο Πυθαγόρας μετεχειρίζετο ως τροφήν σπέρματα και καρπούς και ωρισμένα είδη εις εκάστην εποχήν. Συνεβούλευεν να προσφέρουν θυσίας προς τους θεούς και μόνον των θυμάτων να άπτωνται της σαρκικής τροφής. “Χωρίζει, έλεγεν, την ψυχήν από τον νουν και ολόκληοον την υπόστασιν από την Φύσιν η βρώσις σαρκών ζώων”. Εδίδασκεν να περιβάλωνται με λινά ενδύματα οι άνθρωποι και να αφίνουν τους οργανισμούς των γυμνούς, ώστε να περιβάλουν αυτούς αι επιρροαί της Φύσεως. Το μάλλινον ένδυμα είναι αρνητικός αγωγός των επιρροών και συντρέχει εις το να μη συναντάται η θερμότης του οργανισμού με την θερμότητα της Φύσεως. Εδίδασκεν την λατρείαν προς τον Ηλιον, ως μόνης πηγής εκ της οποίας η ψυχή αντλεί δυνάμεις δια του οργανισμού της, τα δε υπό της θείας του Ηλίου επιρροής γινόμενα φυτά είναι τα καταλληλότερα προς ίασιν των ασθενών. Αφιχθέντα τον Πυθαγόρα εις Κρότωνα τον υπεδέχθησαν και του παρήξαν πάντα τα μέσα να ιδρύσει σχολήν. Κατά πρώτον συνέστησεν Σύλλονον ή Φιλοσόφων ενδιαίτημα, ως ο ίδιος απεκάλει την σχολήν του, εις την οποίαν εφοίτουν νέοι και νέαι. Η εις την σχολήν αυτήν διδασκαλία του υπήρξεν γονιμότατη και η φήμη του διεσπάρη εις πάσας τας Ελληνίδας πόλεις. Εδίδασκεν την κοινωνικήν αγωγήν, τον τρόπον της ερεύνης των φυσικών λειτουργιών, την μουσικήν, την αριθμητικήν και προ παντός την συγκρότησιν κοινωνίας εν αρμονία βιούσης. Ηκροώντο αυτού ως εάν ητο θεός. Το επιβάλλον του ύφους του και ο έξοχος χαρακτήρ του εμάγευε πάντα ακροατήν του. Η διδασκαλία του ήτο σύντομος, σαφής, ευπρόσδεκτος εις πάντας. Ομιλών περί του βίου τον οποίον έπρεπε να διάγουν οι άνθρωποι παρέβαλεν αυτόν προς την συνεργασίαν του Ουρανού δια των επιρροών του προς την Γην της οποίας αποτέλεσμα είναι η επί της επιφανείας της μορφή, η έχουσα κάλλος Νύμφης την οποίαν ερώσι οί θεοί. Το αποτελέσματα της συνεργασίας εις την κοινωνίαν των ανθρώπων, έλεγεν, “πρέπει να είναι φώτισις διανοητική, σωματική διάπλασις και ψυχική εκπαίδευσις, η οποία προ παντός πρέπει να την προσηλώνει προς τα έργα των θεών”.
Η εκπαίδευσις εις την μουσικήν της οποίας εισήγαγε τα στοιχεία και εις την αριθμητικήν, είναι εφόδιον της ψυχής το οποίον καλλύνει την μορφήν της και προλειαίνει την οδόν της εις το Φως το οποίον έλεγε “οι θεοί δωρούν εις τους ανθρώπους όπως καταστούν ήμεροι, γενναίοι, ευπροσήγοροι, λάτραι του Ηλίου και της Φύσεως και γνώσται των λειτουργιών των Ουρανίων σωμάτων περί των οποίων ωσαύτως εδίδασκεν καταδεικνύων τον δρόμον τον οποίον έκαστος έχει εις το Άπειρον. Δια των αριθμητικών πράξεων, πλείστοι των οποίων υπήρξαν ιδικαί του κατασκευαί, κατεδείκνυε τας λύσεις προβλημάτων της κινήσεως του Ουρανού και της παραγωγής των φαινομένων τα οποία ήτο αδύνατον άλλως να κατανοήσει ο νους των ακροατών του. Αι προλήψεις, διότι και τότε υπήρχαν προλήψεις, προ των εξηγήσεων τας οποίας έδιδεν ο μέγας σοφός, υπεχώρουν και ο νους προσηλούτο εις την γνώσιν. Εδίδασκεν τον σε σεβασμόν προς τας βούλας των θεών αι οποίαι εξωτερικεύοντο δια των Μαντείων και απεκάλει τα Μαντεία ως τα μόνα επί της επιφανείας της Γης, μέρη εις τα οποία διαιτώντο οι θεοί. Προ της ιδρύσεως των μεγάλων αυτού μυστηρίων εις τον Κρότωνα, περιώδευσε και πάλιν επισκευθείς τα διάφορα Μαντεία των Ελληνικών χωρών, προς τας οποίας εδώρησεν συγγραφάς τελετών και επικλήσεων δια τα ιερά των.
Αι Ιέρειαι, όταν έφθανε, τον προσεφώνουν δια των λέξεων, “Ως ευ παρέστης υιέ του Απόλλωνος”. Επιστρέψας εις Κρότωνα ενυμφεύθη την παρθένον και εξαισίαν το κάλλος Θεανώ. Η Νύμφη Θεανώ ηράσθη του Πυθαγόρα, το δε ψυχικόν της κάλλος έπεισε τον θείον άνδρα να την λάβει σύζυγον, των θεών επιτρεψάντων να έλθει εις γάμον. Μετά τον γάμον του κατέστη θειότατος. Ο έρως της Θεανούς ανύψωσε τον Πυθαγόρα και κατόπιν των συμβουλών τας οποίας έλαβε εκ των Μαντείων τα οποία επεσκέφθη, ίδρυσε τα Πυθαγόρεια μυστήρια.
Ταύτα απετελούντο εξ εννέα βαθμών, εις ένδειξιν του μεγάλου σεβασμού τον οποίον είχεν προς τας εννέα (9) αριθμητικός Μονάδας, αι οποίαι έλεγεν ότι έξεπροσώπουν εννέα (9) βάσεις επί των οποίων εθεμελιώθη το Σύμπαν.
Η κλίσις του προς τας αριθμητικός και εν γένει μαθηματικός πράξεις τον ήγαγε εις το να εύρει ότι το Σύμπαν είναι συγκροτημένον από αριθμούς, έκαστος των οποίων εξεπροσώπει εις αυτό τας ποιότητας των μορφών του. Οι αριθμοί, έλεγεν, “δεν είναι πράξεις δεικνύουσαι την ποσότητα των μορφών του Σύμπαντος, αλλά την ποιότητα η δε ποιότητα ενδείκνυται εκ της ποιότητος των μορφών, αι ποιότητες δε καταδεικνύουν την βαθμιαίαν αυτού διαμόρφωσιν”. Τα μυστήρια του διηρούντο εις τρείς κατηγορίας. Εις τα αφορώντα εις την διαμόρφωσιν του ανθρώπου και καταδεικνύοντα την προέλευσιν αυτού, εις τα διδάσκοντα τας δυνάμεις αι οποίαι αποτελούν τας μορφάς της Φύσεως και τας ποικιλίας των οργάνων των διαφόρων μορφών και εις τα μεγάλα και ιερά, τα οποία ουδέ λέξιν επέτρεπαν εις ιούς μύστας αυτών να είπουν καν περί της υπάρξεως των.
Εις την πρώτην τριάδα εμυούντο άνδρες και γυναίκες και υπεβάλλοντο εις πενταετή σιγήν. Εις την δεύτερον μόνον εξαγνισμένοι το σώμα και τον νουν και καθάριοι ανομημάτων την ψυχήν και εις την τρίτην φωτισμένοι και υπό των θεών εμπνευσμένοι νέοι ως και αγναί παρθένοι έχουσαι ψυχικον κάλλος όμοιον με την Θεανώ.
Οι τέλειοι μεμυημένοι ήσαν ήρεμοι την όψιν, γενναίοι το ήθος, απαστράπτοντες το κάλλος, οι δε οφθαλμοί αυτών εξέπεμπαν αίγλην φωτεινήν, ικανήν να διεισδύει και εις τα έγκατα των σκέψεων των ανθρώπων.
Ο βίος των Πυθαγορείων μυστών είναι μοναδικόν παράδειγμα εις την ίστορίαν της ανθρωπότητας. Απετέλουν ιδίαν κοινωνίαν και επαρουσιάζοντο ως μία ψυχή ήρεμος, γαληνιαία και γεναιόφρων εις αισθήματα. Δεν είχαν ή μίαν θέλησιν. Η αδελφότης την οποίαν εννοούν οι σοφοί της εποχής μας, δεν είναι ή κοινή τις λέξις έναντι του συνδέσμου των ψυχών των Πυθαγορείων. Η προς την κοινωνίαν επίδρασίς των κατέρριπτε πάντα εγωισμόν και παρίστανε τους άλλους ανθρώπους ως στερημένους αισθήσεων και αισθημάτων. Ήσαν άκακοι, άνευ υποκρισίας άνευ συμφέροντος. Συμφέρον των ήτο το συμφέρον πάσης της κοινωνίας. Εις την διάβασίν των πάντες υπεχώρουν και ανεγνώριζαν αυτούς ως ψυχικώς ανωτέρους. Ενδεδυμένοι απλά, εύγραμμοι το σώμα και εξαίσιοι την μορφήν, λιτότατοι την δίαιτα και πάντες εργατικότατοι, εκαλλιέργουν την Γην και αφιερούντο εις τον πλουτισμόν της μορφής αυτής.
Η Μουσική ήτο επίσης έργον των και μέλποντες επλήρουν χαράς και την Φύσιν και τους ανθρώπους. Νέοι και Νέαι περιπατώντες ομού με γλυκύτατο μειδίαμα εις τα χείλη των, εξέπληπον πάντα ερχόμενον εκ ξένης εις τον Κρότωνα πόλεως. Αποτελούσαν μία οικογένειαν και εσιτώντο ομού αναλόγως των βαθμών εις τους οποίους ανήκον, ο δε Πυθαγόρας προ της τοιαύτης χορείας παρίστατο ως άλλος Ζευς εν Ολύμπω.
Η κακία όμως των μικρών ανθρωπίνων ψυχών εφθόνησε αυτούς. Γενομένης στάσεως εις τον Κρότωνα, κατ’ αυτήν οι Πυθαγόρειοι Ναοί ενεπρήσθησαν και πολλοί εκ των μαθητών του έπεσαν φονευθέντες υπό της αγρίας ορμής των στασιαστών.
Ο θείος Πυθαγόρας γνωρίζων το τέλος του ανέμενε αυτό απαθώς και εδέχθη τον θάνατον με μειδίαμα συγχωρών τους φονείς του, όταν εδέχθη την θανατηφόρον επίθεσιν και έπεσεν πληγείς υπό δηλητηριώδους βέλους.
Αλλά κατά την στιγμήν του θανάτου του ενεφανίσθη εις το Μεταπόντιον αποχαιρετήσας εκεί προσφιλείς του μαθητας. Το γεγονός αυτό συνετέλεσε εις το να νομίζουν αυτόν ζώντα επί μακρόν χρόνον οι διασκορπισθέντες κατόπιν της εις τον Κρότωνα γενομένης στάσεως μαθηταί του.
Ο Πυθαγόρας εγκατέλειπε ουχί ολίγας συγγραφάς. Αλλά των μαθητών του διασκορπισθέντων πλείστοι εξ αυτών κατεστράφησαν εις Κρότωνα, άλλαι δε παρεφθάρησαν, συντελέσαντος εις αυτό και του χρόνου. Μετά τον θάνατον του οι μαθηταί αυτού ίδρυσαν Πυθαγορείους σχολάς εις διαφόρους πόλεις. Εις τον Τάραντα μία τοιαύτη σχολή επί μακρόν λειτουργήσασα επέφερε και πάλιν επίδρασιν των Πυθαγορείων επί της κοινωνίας. Αι εις τον Κρότωνα όμως καταστραφείσαι συγγραφαί περί των τελετών του Πυθαγόρα, δεν κατέστη δυνατόν να αναπληρωθούν υπό των μαθητών του.
Εντεύθεν βαθμιαίως επήλθεν εξαφάνισις των μεγάλων ιδεών, παρ’ όλον ότι επί πολύν χρόνον αι αρχαί των Πυθαγορείων ήσαν το υπόδειγμα της κοινωνικής αρετής. Πάντες και αυτών των Στωικών μη εξαιρουμένων, ωμίλουν περί του Πυθαγορείου συστήματος ως περί θείου κοινωνικού συστήματος, δυναμένου να καταστήσει τον άνθρωπον ενάρετον, διεφώνουν όμως ως προς τας βαθύτερος εννοίας των Πυθαγορείων και εντεύθεν η σύγχυσις περί των πραγματικών του Πυθαγόρου ιδεών. Βραδύτερον συγγραφαί τινές Αυτού, περιελθούσαι εις γνώσιν άλλων μικρών μυστηρίων, αναγέννησαν και πάλιν τον πόθον της εκ νέου συστάσεως Πυθαγορείων σχολών, αλλά επειδή αι συγγραφαί αυταί δεν ήσαν πλήρεις, οι πειραθέντες δεν κατώρθωσαν να φέρουν εις πέρας το έργον των. Μεταξύ των Πυθαγορείων διεκρίθησαν πλείστοι, μεταξύ των οποίων και η θυγάτηρ αυτού Δαμώ και ο υιός του Τηλαύγης.
Εάν όμως οι Πυθαγόρειοι δεν κατώρθωσαν λόγω της μεγάλης εις Κρότωνα καταστροφής να σώσουν τας μεγάλος ιδέας, δεν περιύβρισαν όμως τον Διδάσκαλόν τους, ως τούτο βραδύτερον έπραξαν οι Χριστιανοί ολοσχερώς καταστέψαντες το έργον του Διδασκάλου των και δημιουργήσαντες χάος εις την ανθρωπότητα. Περαίνων, ομολογώ ότι, ό,τι ανέφερα περί του θείου σοφού είναι ελάχιστον έναντι των μεγάλων αυτού ιδεών και έργων και δι’ αυτό θα ήθελα να σας παρακαλέσω να τύχω της δεούσης συγγνώμης μη δυνάμενος άλλως να πληρώσω τον πόθον ο οποίος εξεδηλώθη εις σας όπως γνωρίσετε περί του θείου αυτού σοφού.
(Δ. Κ. τόμος ΙΙ α/α 17)