Εχουν παρέλθει περί τα 14 δισεκατομμύρια χρόνια από τότε που δημιουργήθηκε το Σύμπαν, 5 δισεκατομμύρια χρόνια από τη δημιουργία του Ηλιακού μας συστήματος, μερικά εκατομμύρια χρόνια από την εμφάνιση ανώτερης μορφής ζωή στη Γη, και μόνο μερικές χιλιετίες από τότε που ο άνθρωπος αναρωτήθηκε για το ποια είναι η θέση του στο Σύμπαν.
Πρωτοπόροι αυτής της αναζήτησης υπήρξαν οι Ιωνες και λοιποί αρχαίοι Ελληνες στοχαστές: Ηράκλειτος και Δημόκριτος (τέσσερις καταστάσεις της ύλης, στερεά, υγρά, αέρια, πλάσμα και τα άτομα: «αήρ ζη τον πυρός θάνατον, ύδωρ ζη τον αέρος θάνατον, γη τον αέρος»), οι πατέρες του ηλιοκεντρικού συστήματος Πυθαγόρειοι φιλόσοφοι και Αρίσταρχος, («υποτίθεται γαρ τα απλανέα των άστρων και τον Ηλιον μένειν ακίνητον, την δε Γην περιφέρεσθαι περί τον Ηλιον»), Ερατοσθένης (πρώτη μέτρηση της ακτίνας της Γης), κ.α. Παρότι οι αρχαίοι μας πρόγονοι δεν είχαν την αρωγή των σημερινών εργαλείων της τεχνολογίας παρεκτός την καθαρή σκέψη, μεθόδους των Μαθηματικών και την απλή παρατήρηση του ουρανού και της φύσης, έθεσαν τα θεμέλια της κατανόησης της Συμπαντικής μας θέσης.
Ο δεύτερος σημαντικός σταθμός στην πορεία αυτή επετεύχθη ακριβώς πριν από 400 χρόνια. Ηταν το 1609 όταν ο Γαλιλαίος έστρεψε για πρώτη φορά το τηλεσκόπιο στον ουρανό της Πάδουας και με τις πρώτες παρατηρήσεις του (φάσεις του πλανήτη Αφροδίτη, δορυφόρους των πλανητών Δία και Κρόνου, κ.α.), εκθρόνισε τη Γη από το κέντρο του Ηλιακού συστήματος και θεμελίωσε την παρατηρησιακή αστρονομία, αλλάζοντας ριζικά την εικόνα που ο άνθρωπος είχε σχηματίσει για το Σύμπαν.
Δορυφορικά τηλεσκόπια
Ο τρίτος σημαντικός σταθμός της κατανόησης της Συμπαντικής μας θέσης ξεκίνησε σχετικά πρόσφατα, το 1957, με την τοποθέτηση σε τροχιά γύρω από τη Γη του πρώτου τεχνητού δορυφόρου (Sputnik). Εκτοτε, στις ακόλουθες δεκαετίες του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα, παρατηρήσεις δορυφορικών τηλεσκοπίων σε ορατές αλλά και αόρατες από το ανθρώπινο μάτι ακτινοβολίες, όπως σε ακτίνες-Χ και -γ, υπεριώδεις και υπέρυθρες ακτινοβολίες, μικροκύματα, κ.α. άρχισαν να αποκαλύπτουν και να αποκρυπτογραφούν αυτό που ονομάζουμε Αθέατο Σύμπαν. Ετσι σήμερα, χάρη στα επιτεύγματα της σύγχρονης τεχνολογίας που προχωρά χέρι χέρι μαζί με την επιστήμη, έχουμε αποκτήσει μια βαθύτερη αντίληψη της θέσης μας μέσα στο Σύμπαν. Από τα τρισεκατομμυριοστά του μέτρου της κλίμακας των στοιχειωδών υποατομικών αποστάσεων, έως τα δισεκατομμύρια έτη φωτός όπου βρίσκονται οι μακρινότεροι γαλαξίες, το Σύμπαν φαίνεται να διέπεται από τους ίδιους φυσικούς νόμους. Αυτούς τους θεμελιώδεις νόμους δεν έχουμε ωστόσο καταφέρει ακόμη να θέσουμε σε ένα κοινό πλαίσιο ενώ οι προσπάθειές μας συνεχίζονται.
Δεύτερον, μια νέα διαπίστωση που αναδύθηκε πρόσφατα είναι ότι τα νοήμονα ανθρώπινα πλάσματα έχουμε μαζί με τα αστροφυσικά πλάσματα την ίδια κοσμική κληρονομιά, τονίζοντας έτσι τον ενταγμένο στην οικουμένη ρόλο της ζωής και την αγάπη και σεβασμό προς το φυσικό μας περιβάλλον. Χημικά στοιχεία όπως ο σίδηρος στο αίμα μας, ασβέστιο στα οστά μας, ή χλώριο της χλωροφύλλης των φυτών και δένδρων, κατασκευάσθηκαν από κοινού δισεκατομμύρια χρόνια πριν στους πύρινους κλιβάνους του εσωτερικού μακρινών και ήδη εξαφανισμένων άστρων. Και όταν στα σωθικά των διαδοχικά εξαντλήθηκαν τα αποθέματα σε αρχέγονο υδρογόνο, άνθρακα, κλπ., τιτάνιες εκρήξεις υπερκαινοφανών τα διασκόρπισαν στο περιβάλλον διάστημα. Εκεί, τα εμπλουτισμένα σε χρήσιμα χημικά στοιχεία νεφελώματα κατέρρευσαν υπό τον αδήριτο νόμο της βαρύτητας δίνοντας ζωή σε μια νέα γενιά άστρων και πλανητών όπως η Γη.
Αίσθηση του μέτρου
Τρίτον, έχουμε συνειδητοποιήσει ότι είμαστε εφήμερα νοήμονα πλάσματα που κατοικούμε έναν μικροσκοπικό πλανήτη ο οποίος περιφέρεται γύρω από το ζωοδότη του ήλιο, ένα από τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια παρόμοια άστρα του Γαλαξία μας ο οποίος είναι μέλος ενός από τα πολυάριθμα σμήνη γαλαξιών που πλημμυρίζουν τον ασύλληπτα εκτεταμένο αλλά πεπερασμένο κοσμικό χωρόχρονο. Ακόμη, ότι κοσμική ύλη που εκπέμπει ακτινοβολία, όπως πλανήτες και μεσοπλανητική ύλη, αστέρες και μεσοαστρική ύλη, σμήνη γαλαξιών, μεσογαλαξιακή ύλη και μελανές οπές, δεν αποτελούν παρά μόνο το 4% της συνολικής ύλης που πιστεύουμε ότι υπάρχει στο Σύμπαν. Ενα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό, γύρω στο 23%, είναι η λεγόμενη σκοτεινή ύλη, αγνώστου φύσεως που δεν εκπέμπει καμιά ακτινοβολία αλλά η ύπαρξή της προδίδεται από τα αποτελέσματα του βαρυτικού της πεδίου. Το υπόλοιπο 73% αποκαλείται σκοτεινή ενέργεια και απλά απαιτείται στον ισολογισμό της συνολικής ύλης του Σύμπαντος.
Συμπερασματικά, η Αστρονομία προσδίδει στον άνθρωπο μια αίσθηση του μέτρου και της θέσης του στο Σύμπαν, συνεισφέροντας έτσι σε μια πιο ισορροπημένη, δίκαιη και ειρηνική κοινωνία όπου αντηχούν οι ποιητικές λέξεις του ψαλμωδού «Oι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού» (Ψαλ. 19[18]:1).
* Ο κ. Κανάρης Τσίγκανος είναι καθηγητής Αστροφυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος της Ελληνικής Αστρονομικής Εταιρείας.